Είδαμε το «The Dumb Waiter» σε σκηνοθεσία Δανάης Σπηλιώτη και θυμηθήκαμε γιατί μας γοητεύει τόσο ο Πίντερ

Εβδομήντα λεπτά ατόφιας πιντερικής ευφυΐας ζωντανεύουν στο θέατρο Σημείο. 

Γραμμένο στην Αγγλία στα τέλη της δεκαετίας του ΄50, το «The Dumb Waiter» βρήκε το μεταπολεμικό Ηνωμένο Βασίλειο σε μια αναδιαμόρφωση του κοινωνικού ιστού επηρεασμένο από τις νωπές μνήμες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Ο βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας, Χάρολντ Πίντερ, συστήνεται στο θεατρικό κοινό με την άτυπη τριλογία «Το δωμάτιο», «Πάρτι Γενεθλίων» και το «The Dumb Waiter» που γράφτηκαν με διαφορά ενός έτους (1957-1958) και στην ουσία θέτει τις πρώτες βάσεις της μετέπειτα δραματουργίας του.

Για τον Βρετανό συγγραφέα η ζωή μέσα στον ανεξάντλητο παραλογισμό της κρύβει μια κωμικότητα όμοια με εκείνη που συναντάμε σε κάθε αφορμή της καθημερινότητας μας.  Οι τόποι του είναι κελύφη όπου μικρές ρωγμές επιτρέπουν να φανερωθούν όλοι οι κλυδωνισμοί της τάξης μέχρι η ασφάλεια να δώσει τη θέση της στην απειλή.

Το έργο σαν αντανάκλαση του κόσμου μας

Στο «The Dumb Waiter» δύο άντρες αποδίδουν με κυνισμό και ίσως μια λεπτή ειρωνεία την ωμότητα που χαρακτηρίζει την εποχή τους, την εποχή μας. Οι διάλογοι είναι αποδραματοποιημένοι, ο εχθρός αδύνατον να εντοπιστεί και το γεμάτο συμβολισμούς κείμενο έρχεται να αποκαθηλώσει τη φαινομενική ήσυχη ζωή μας. Το βλέμμα του συγγραφέα πολιτικό, αντιστασιακό, κοιτάζει προς την εξουσία που όπως φαίνεται έχει βρει τον τρόπο να συνθλίψει τις όποιες αντιρρήσεις. Ανάμεσα σε ειδήσεις φόνων και κοινωνικών εγκλημάτων το σχέδιο στο σερβίτσιο που θα απολαύσουν το τσάι τους οι δύο άντρες έχει σαφώς μεγαλύτερη αξία.

Οι αγριότητες που συμβαίνουν στον κόσμο έξω από τη φούσκα που ζουν ξαφνιάζουν τους δύο χαρακτήρες τόσο όσο αρκεί για να ξεχάσουμε πως το επάγγελμα τους είναι να σκοτώνουν ανθρώπους. Δύο σκληρά εργαζόμενοι εκτελεστές που γκρινιάζουν για τη μυρωδιά στα σεντόνια τους και για το μπαγιάτικο κέικ σταφίδας τη στιγμή που ο κόσμος τους (μας) έχει συνθηκολογήσει. Και όλα αυτά με ένα τεράστιο γρανάζι να στέκει σαν δαμόκλειος σπάθη πάνω από το λιτό σκηνικό του Πάρι Μέξη.

Η σκηνοθεσία

Η Δανάη Σπηλιώτη μεταφέρει με συνέπεια τις εύθραυστες ισορροπίες ενός κειμένου που αντανακλά την αβεβαιότητα που κυριαρχεί στο Πιντερικό σύμπαν. Τα όρια ανάμεσα σε αυτό που συμβαίνει και της ανάγνωσης που προκύπτει από την εξέλιξη του έργου δημιουργούν μια ουδέτερη ζώνη όπου ο συγγραφέας συναντιέται με το κοινό του. Η δράση είναι πυκνή, οι συμβολισμοί ανάλογοι της διάθεσης που έχει ο καθένας για να τους αναγνωρίσει και κάπου εδώ ο Πίντερ θα έτριβε τα χέρια του για τη βιτριολική φάρσα που έχει δημιουργήσει.

Στο πρώτο μέρος της παράστασης ο ρυθμός είναι περισσότερο εσωτερικός δημιουργώντας δράσεις ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές. Στη συνέχεια η σκηνοθέτρια εμπιστεύεται τη δραματουργία του συγγραφέα που «παίρνει» τη δράση από τους χαρακτήρες και την παραδίδει σε μια άγνωστη εξουσία που μέσα από παράλογες εντολές κάνει επίδειξη της δύναμης της πάνω σε δυο ανθρώπους που ανήμποροι κάνουν τα πάντα για να την ικανοποιήσουν. Εκεί επισημαίνεται και το πολιτικό σχόλιο του Πίντερ.

Παρακολουθώντας τη δουλειά της Δανάης Σπηλιώτη τα τελευταία χρόνια αναγνωρίζω την ικανότητά της να διαβάζει εύστοχα το κείμενο που έχει απέναντι της. Ο διάλογος που κάνει μαζί του αναπτύσσει μια ειλικρινή σχέση που αποτυπώνεται πάνω στη σκηνή. Ενώ προηγούμενες σκηνοθεσίες της, όπως «Η Κυρά της Θάλασσας», «Πλατόνωφ» και «ΤΑΟ», χαίρουν της προσωπικής της παρέμβασης στο «The Dumb Waiter» αφήνει τον ίδιο τον συγγραφέα να συνσκηνοθετήσει μαζί της μέσα από ένα δυνατό κείμενο. Η προσωπική της ματιά δεν λείπει σε καμία περίπτωση απλώς συμβαίνει πατώντας με προσοχή και παρρησία στο ναρκοπέδιο του Πίντερ.

Οι ερμηνείες

Θα ήταν δύσκολο αν όχι ακατόρθωτο να σταθεί το συγκεκριμένο έργο χωρίς τις ερμηνείες του Αντώνη Καφετζόπουλου και του Μιχάλη Τιτόπουλου, στους ρόλους των δύο εκτελεστών. Η σχέση που έχει δημιουργηθεί μεταξύ τους μαρτυράει πολλές ώρες προβών και μελέτης του πιντερικού λόγου. Ο αφοπλιστικός σαρκασμός του Αντώνη Καφετζόπουλου δίνει υπέροχες πάσες στον Μιχάλη Τιτόπουλο που αναπτύσσουν από τα πρώτα λεπτά της παράστασης μια αβίαστη σκηνική ενέργεια που κλιμακώνεται μέχρι την ανατροπή του φινάλε. Οι ηθοποιοί δεν προδίδουν το κείμενο με ψυχολογικές μανιέρες και υπερβολές αλλά κινούνται εντός ενός ιδιοσυγκρασιακού μοτίβου αναδεικνύοντας τις σημαίνουσες παύσεις του έργου.

INFO

Μετάφραση: Μιχάλης Μακρόπουλος

Σκηνοθεσία: Δανάη Σπηλιώτη

Σκηνικά-Κοστούμια: Πάρις Μέξης

Μουσική: Δημήτρης Χατζηζήσης

Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα

Διανομή: Αντώνης Καφετζόπουλος, Μιχάλης Τιτόπουλος

Θέατρο Σημείο

Ημέρες & ώρες Παραστάσεων

Πέμπτη: 21.00

Παρασκευή: 21.00

Σάββατο: 21.00

Κυριακή: 20.00

Διαβάστε επίσης:

Χαρτογραφώντας τα ναργιλετζίδικα

Ο ανθρωποκεντρικός ρεαλισμός του Σον Μπέικερ

H «σιδηρά κυρία» της μόδας

Θοδωρής Σκυφτούλης: Ύποπτες οι εποχές µας για να κάνεις πλακίτσα

Ζιλιέτ Μπινός και Ρέιφ Φάινς στο 65ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

Στην πρόβα: Στο μυαλό της Μπλανς Ντιμπουά (Photos)

Η λεβάντα και τα τρολ

Μισές δουλειές… ολόκληρη παράσταση

Στην Πρόβα: Είδαμε την «Κόρη του λοχαγού» -Ένας ύμνος στην αγάπη