Είδαμε στο Θέατρο Βράχων τη συναυλία της Ελευθερίας και της Ελεονώρας

Είδαμε στο Θέατρο Βράχων τη συναυλία της Ελευθερίας και της Ελεονώρας
Από τα χείλη τους σαν βέλος εκσφενδονίζεται το τραγούδι, ο στίχος και η μελωδία για να φωλιάσουν στις καρδιές των ακροατών τους 
Το πόσο πετυχημένο είναι ένα σχήμα φαίνεται από την πρώτη εμφάνιση του σε κάποια χειμερινή μουσική σκηνή ώστε να «τραβήξει» τον ίδιο κόσμο – και ακόμη περισσότερο – στις καλοκαιρινές περιοδείες. Η αλήθεια είναι πως το σχήμα των Ελευθερίας Αρβανιτάκη/ Ελεονώρας Ζουγανέλη έδωσε δυνατό στίγμα άμα τη εμφανίσει του στο «Vox» της Ιεράς Οδού τον περασμένο χειμώνα και γι’ αυτό δεν με εξέπληξε καθόλου η χθεσινή εικόνα στο Θέατρο Βράχων του Βύρωνα: Ο χώρος από νωρίς είχε γεμίσει ασφυκτικά και αν έφτανες κατά τις 9 – την ώρα που έφτασα εγώ – δηλαδή λίγο πριν την έναρξη της συναυλίας, δεν υπήρχε περίπτωση να έβρισκες θέση ούτε για δείγμα. Από τη μια ήταν οι φαν της Αρβανιτάκη, άνθρωποι κοντά στη δική μου ηλικία που γνώριζαν καλά όλο το μεγάλο ρεπερτόριο της (Παπαδημητρίου, Ζήκα, Σπανουδάκη κ.α.), από την άλλη ήταν οι φαν της Ζουγανέλη, οι οποίοι όμως, άπαξ και ακούνε τα νεότερα τραγούδια της, γνωρίζουν εξίσου καλά κι αυτά της Αρβανιτάκη. Έτσι έδεσε το γλυκό κατά τη γνώμη μου: Οι δύο σημαντικές τραγουδίστριες ένωσαν διαφορετικές γενιές ακροατών του λεγόμενου «έντεχνου», που πλέον οφείλουμε να το υπερασπιζόμαστε και να το προστατεύουμε ως είδος τραγουδιού, εφόσον είναι το μόνο που εξακολουθεί να βασίζεται στις φόρμες της λαϊκής παράδοσης και στους στίχους, οι οποίοι θέλουν να πουν πέντε πράγματα παραπάνω. Παρατηρούσα τον κόσμο να παραληρεί με «Τα κορμιά και τα μαχαίρια» της Αρβανιτάκη κι αμέσως μετά με τον «Γεροπλάτανο» της Ζουγανέλη. Κι ακόμη, να διαδέχεται το ένα κομμάτι το άλλο, από «Τον έρωτα ρωτάω» στο «Από έρωτα», λίγο πριν η συναυλία κλείσει χαμηλότονα και συγκινητικά: Ακούσαμε το κραουνακικό «Αυτή η νύχτα μένει» με τη Ζουγανέλη κι αμέσως μετά «Της καληνύχτας τα φιλιά», τον καλύτερο αποχαιρετισμό προς το κοινό με την Αρβανιτάκη.
Προηγουμένως, βέβαια, εκεί που ο κόσμος χόρευε τσιφτετέλι με το «Κόκκινο φουστάνι», άναβε τις οθόνες των κινητών στο «Κύμα το κύμα» – θέλω να πω ότι τραγούδια γραμμένα στα 90s ταίριαξαν απόλυτα με τα νεότερα, διότι – μην ξεχνάμε – η Αρβανιτάκη συνέχισε να κάνει μεγάλες επιτυχίες συνεργαζόμενη και με δημιουργούς της γενιάς της Ζουγανέλη, σαν τον Θέμη Καραμουρατίδη. Το πιο σημαντικό τελικά είναι τα τραγούδια καθαυτά που αντέχουν στη μάχη με το χρόνο και που, βασικά, δεν ποντάρουν μόνο σε μια στείρα νοσταλγία, αλλά και στην αναμέτρηση με τις εφηβικές μνήμες του καθενός. Τη δική μου μνήμη, π.χ., τρέφουν τα τραγούδια της Αρβανιτάκη, ενώ αυτά της Ζουγανέλη τρέφουν τη μνήμη αντιστοίχως των εικοσάρηδων που βρέθηκαν στο θέατρο Βράχων. Δεν υπάρχει ουσιαστικά καμία διαφορά: Πρόκειται για καλλιτέχνιδες που πίνουν νερό απ’ την ίδια πηγή, αυτή του καλού ελληνικού τραγουδιού. Από τα χείλη τους σαν βέλος εκσφενδονίζεται το τραγούδι, ο στίχος και η μελωδία, για να ταξιδέψει γενικώς και να φωλιάσει στις καρδιές των ακροατών τους. Την εποχή που υπάρχει η τραπ, εξακολουθεί να γράφεται και να παράγεται το έντεχνο κι αυτό μόνο καλό είναι αν το δει κανείς και από μια κοινωνιολογική άποψη.
Στην επιτυχία των συναυλιών των Αρβανιτάκη – Ζουγανέλη συμβάλλει και η μπάντα τους, αποτελούμενη από δεξιοτέχνες μουσικούς: Κρατώ και πάλι το σόλο στην ηλεκτρική κιθάρα του Δημήτρη Στασινού, που έδωσε στο «Με το ίδιο μακό» έναν ροκ ήχο, για τον οποίο θα ήταν περήφανος, πιστεύω, ο Αντώνης Μιτζέλος, ο συνθέτης του τραγουδιού. Ο Νίκος Μέρμηγκας έπαιξε μπουζούκι, τζουρά, λαούτο, μαντολίνο και λαύτα, ο Μιχάλης Καπηλίδης ντραμς, ο Βασίλης Νησόπουλος μπάσο, ο Δημήτρης Τσάκας σαξόφωνο, ο Ντίνος Χατζηιορδάνου ακορντεόν και ο Στέλιος Φραγκούς πιάνο και πλήκτρα. Την επιμέλεια προγράμματος συνυπογράφει η στιχουργός Λήδα Ρουμάνη μαζί με τις δύο ερμηνεύτριες – κάτι που τουλάχιστον στην αρχή θα τους ήταν…βουνό. Σε τόσα κοσμαγάπητα τραγούδια ποιο να κρατήσεις και ποιο ν’ αφήσεις εκτός;
Από τη χθεσινή συναυλία στο θέατρο Βράχων κρατώ τα μεγάλα κέφια, το ωραίο τραγούδισμα των δύο τραγουδιστριών, μα και τη συνειδητοποίηση τού πόση ανάγκη έχει ο κόσμος να πάει σε ένα event και να διασκεδάσει, ακούγοντας και βλέποντας αγαπημένους του καλλιτέχνες. Κρατώ ακόμη το ότι λίγο πριν πενηνταρίσω κι εγώ, μου είναι πλέον δύσκολο να παρακολουθώ συναυλία στο όρθιο, είτε πρόκειται για τις Αρβανιτάκη – Ζουγανέλη, είτε για τον Ίγκι Ποπ. Το τελευταίο, βέβαια, δεν έχει καμία σχέση με το review που διαβάζετε. Εσείς που θα βρεθείτε αυτό το καλοκαίρι στα πολλά μέρη της Ελλάδας, που θα δώσουν συναυλίες οι δύο ερμηνεύτριες, σπεύσατε να προμηθευτείτε τα εισιτήρια σας και να τις απολαύσετε.
Documento Newsletter