Εκατοντάδες οι εγκαταλειμμένοι παρότι όχι μόνο εμφανίζουν έντονα ψυχολογικά και ψυχιατρικά προβλήματα αλλά παρουσιάζουν και αυτοκτονικές τάσεις.
Πεθαίνοντας στα κέντρα κράτησης της ντροπής. Τέσσερα νέα τραγικά περιστατικά επιβεβαιώνουν ξανά τις απάνθρωπες και ντροπιαστικές συνθήκες διαβίωσης στα προσφυγικά Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης (ΚΥΤ).
Ένας 28άχρονος Σομαλός εντοπίστηκε νεκρός στο ΚΥΤ στη ΒΙΑΛ της Χίου, ενώ σύμφωνα με τις πληροφορίες έφερε πληγές που αποδίδονται σε δαγκώματα από ποντίκια. Το υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου απέδωσε τα αιτία θανάτου του σε εισρόφηση έπειτα από μέθη και όχι σε δαγκώματα από ποντίκια, χωρίς όμως να διαψεύδει ότι τον είχαν δαγκώσει ποντίκια.
Λίγες ημέρες μετά και πάλι στη ΒΙΑΛ ένας 51χρονος Ιρακινός πέθανε από ανακοπή καρδιάς, ενώ όπως υποστήριξε το υπουργείο ήταν γνωστό ότι έπασχε από στεφανιαία νόσο. Άγνωστο βέβαια είναι αν έως τότε λάμβανε ιατρική φροντίδα.
Λίγο καιρό νωρίτερα ένας 24χρονος Κούρδος που βρισκόταν επί 16 μήνες στο προαναχωρησιακό κέντρο κράτησης Κορίνθου αυτοκτόνησε δι’ απαγχονισμού στις τουαλέτες του κέντρου. Σύμφωνα με καταγγελίες, οι αρχές του είχαν επιδώσει απόφαση για παράταση της κράτησής του.
Ένας 44χρονος άντρας από τη Γουινέα που βρισκόταν στο κέντρο κράτησης της Κω –σύμφωνα με όσα κατήγγειλε η Κίνηση Ενωμένοι Ενάντια στον Ρατσισμό και τη Φασιστική Απειλή (ΚΕΕΡΦΑ)– σφάδαζε επί τρεις ημέρες από τους πόνους. Οι φύλακες του κέντρου κράτησης όμως, σύμφωνα με όσα κατήγγειλε η ΚΕΕΡΦΑ, δεν ανταποκρίθηκαν στο αίτημα για μεταφορά του στο νοσοκομείο κι έτσι «έχασε τη ζωή του από περιτονίτιδα έπειτα από κρίση σκωληκοειδίτιδας».
Πρόκειται δυστυχώς για γεγονότα που δεν είναι πρωτάκουστα αλλά επαναλαμβανόμενα. Μολονότι η κυβέρνηση σπεύδει σε κάθε ευκαιρία να παρουσιάσει μια ωραιοποιημένη εικόνα εξαιτίας της μερικής αποσυμφόρησης στα ΚΥΤ των νησιών, χιλιάδες πρόσφυγες –ειδικά σε Λέσβο και Σάμο– παραμένουν εγκλωβισμένοι σε συνθήκες που δεν αρμόζουν σε ανθρώπους.
Εκατοντάδες είναι όσοι όχι μόνο εμφανίζουν έντονα ψυχολογικά και ψυχιατρικά προβλήματα, αλλά παρουσιάζουν και αυτοκτονικές τάσεις. Κάποιοι προχωρούν και σε απόπειρες αυτοκτονίας. Ακόμη και ανήλικοι. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που πολλά παιδιά ζητάνε να πάνε πίσω στη χώρα τους, ακόμη κι αν πέρασαν τα πάνδεινα με τις οικογένειές τους για να φτάσουν στην Ευρώπη ελπίζοντας σε ένα καλύτερο αύριο. Το αύριο όμως γι’ αυτούς τους βρίσκει σε μια φυλακή, όπως λένε. Γι’ αυτό και το μόνιμο αίτημά τους είναι ένα: «ελευθερία».
«Το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο χειμώνας»
«Η κατάσταση πηγαίνει μόνο προς το χειρότερο. Το ΚΥΤ στη Λέσβο είναι χώρος προσωρινής διαβίωσης. Εχουν περάσει τόσοι μήνες όμως και οι άνθρωποι παραμένουν σε έναν χώρο που είναι πλήρως ακατάλληλος γι αυτήν τη χρήση. Το ίδιο συμβαίνει και στη Σάμο και οπουδήποτε αλλού θα έλεγα» σχολίασε στο Documento η Χριστίνα Ψαρρά, γενική διευθύντρια των Γιατρών Χωρίς Σύνορα.
Όπως σημειώνει, «δεν είναι ο πρώτος χειμώνας που τελειώνει γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Και μάλιστα δεν τελειώνει. Για εμάς τελειώνει, που είμαστε σπίτια μας. Για τους ανθρώπους που ζουν στις σκηνές το πρόβλημα δεν είναι μόνο ο χειμώνας, αλλά η έκθεση σε όλες τις καιρικές συνθήκες». Άλλωστε, συνεχίζει, «στη Λέσβο είχαμε μια ανησυχητική εξέλιξη με την ανίχνευση μολύβδου στο έδαφος. Το υπουργείο έδωσε κάποια σχετικά στοιχεία και αναμένουμε νεότερα, πάντως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας παραμένει σταθερός ότι δεν υπάρχουν επιτρεπτά επίπεδα έκθεσης σε μόλυβδο».
«Λένε ότι δεν αντέχουν άλλο, ότι θέλουν να πεθάνουν»
Παράλληλα, μας μεταφέρει πως «όσο περνάει ο καιρός τόσο αυξάνονται οι ανάγκες σχετικά με την ψυχική υγεία των ανθρώπων, ειδικά για όσους παραμένουν στα καμπ για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ειδικά στο καμπ της Λέσβου, που έχει χαρακτηριστεί προσωρινό, βλέπουμε όλο και περισσότερα άτομα σε απόγνωση. Πέρυσι περιθάλψαμε πενήντα παιδιά που αυτοτραυματίστηκαν ή είχαν αυτοκτονικές τάσεις. Φέτος τρία από αυτά τα παιδιά προσπάθησαν να αυτοκτονήσουν ξανά. Αυτή η τάση είναι αυξητική και στη Σάμο, όπου πέρυσι είχαμε 254 ενήλικους ασθενείς, οι μισοί εκ των οποίων εκδήλωσαν ιδέες σχετικά με την αυτοκτονία ή τον θάνατο. Μάλιστα οι δηλώσεις αυτές γίνονται από την πρώτη συνεδρία με ψυχολόγο.
Συνολικά 57 από τους 254 ασθενείς έπρεπε να δουν και ψυχίατρο γιατί η κατάστασή τους ήταν ακόμη πιο ανησυχητική. Υπάρχουν πολλά περιστατικά ανθρώπων –μας τα έχουν εκμυστηρευτεί οι ψυχολόγοι μας– που από την πρώτη συνεδρία λένε ότι δεν αντέχουν άλλο, ότι θέλουν να πεθάνουν». Εκτός από τις τραγικές συνθήκες διαβίωσης, προσθέτει, «υπάρχει το άγνωστο, η απόγνωση του πόσο θα ζήσουν σε αυτή την κατάσταση.
Ούτως ή άλλως κάποιοι από αυτούς τους ανθρώπους έχουν ήδη επιβαρυμένη ψυχική υγεία και λόγω του ταξιδιού, των δεινών που έχουν βιώσει, της έκθεσής τους σε βία καθώς και του εκπατρισμού τους. Ένα 11χρονο στη Σάμο ήθελε να πνιγεί στη θάλασσα. Παιδιά θέλουν να επιστρέψουν στη Συρία. Δεν ξέρω πώς μπορούμε να συνεχίσουμε να έχουμε ανθρώπους σε αυτές τις συνθήκες διαβίωσης».
«Η κατάσταση επιδεινώθηκε»
«Τον Μάρτιο του 2020 υπήρχαν περίπου 40.000 άνθρωποι στα νησιά, ενώ στις αρχές του 2021 βρίσκονταν περίπου 15.400. Μολονότι έχει υπάρξει αποσυμφόρηση, σε κάποια ΚΥΤ, όπως στη Σάμο, υπάρχει πληθυσμός φιλοξενουμένων πολλαπλάσιος του κανονικού. Στη Σάμο στις αρχές Απριλίου του 2021 βρίσκονταν περίπου 3.000 άτομα εντός και εκτός του ΚΥΤ στο Βαθύ, ενώ η επίσημη χωρητικότητα είναι μόλις 650 άτομα. Ζουν σε σκηνές, με ελλιπείς συνθήκες υγιεινής και έλλειψη ασφάλειας» δήλωσε στο Documento η Στέλλα Νάνου, υπεύθυνη επικοινωνίας της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ.
Στη Λέσβο, αναφέρει, «έχει υπάρξει πρόοδος αναφορικά με εργασίες στην υποδομή και την ηλεκτροδότηση, δεν παύει όμως να είναι καταυλισμός που δημιουργήθηκε για να καλύψει προσωρινά μια έκτακτη συνθήκη. Γι’ αυτό υπήρχαν εξάλλου σκηνές». Οι συνθήκες ειδικά στα συγκεκριμένα ΚΥΤ, όπως λέει, «ήταν ήδη πολύ δύσκολες, οπότε με την έλευση του χειμώνα αλλά και την πανδημία αυτή η κατάσταση επιδεινώθηκε».
«Καλώς μιλάμε για τις κακές συνθήκες που εξακολουθούν να επικρατούν σε κάποια ΚΥΤ και ελπίζουμε πραγματικά ότι οι δράσεις αποσυμφόρησης και βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης σε αυτούς τους χώρους θα συνεχιστούν, αλλά θα πρέπει να υπάρξουν προγράμματα και δράσεις για την ένταξή τους. Είναι προς όφελος της κοινωνικής συνοχής και της ειρηνικής συνύπαρξης, γιατί δεν νομίζω ότι θέλουμε να δημιουργήσουμε περιθωριοποιημένους ανθρώπους που δεν έχουν πρόσβαση ούτε στα βασικά» καταλήγει.
«Οι άνθρωποι φώναζαν “ελευθερία”»
«Η κυβέρνηση παρουσιάζει τη δομή στη Λέσβο σαν προσωρινή, αλλά έχουν περάσει πολλοί μήνες για να τη χαρακτηρίζουμε τέτοια. Νομίζω την εικόνα τη δίνει η επίσκεψη της επιτρόπου Μετανάστευσης Ιλβα Γιόχανσον, η οποία δεν ήρθε σε επαφή με τους ανθρώπους στο ΚΥΤ. Κρατήθηκε μακριά. Οι άνθρωποι από μέσα όμως φώναζαν “ελευθερία”» ανέφερε στο Documento η Εφη Λατσούδη, μέλος της Αλληλεγγύης Λέσβου και εργαζόμενη της Υποστήριξης Προσφύγων στο Αιγαίο. «Αυτό που επαναλαμβάνουν οι άνθρωποι είναι ότι αυτές δεν είναι συνθήκες διαβίωσης για ανθρώπους αλλά για ζώα».
Αναφορικά με τις συνθήκες διαβίωσης στο καμπ, η κ. Λατσούδη ανέφερε ότι «οι εικόνες μιλούν από μόνες τους. Οι άνθρωποι είναι σε σκηνές, οι γεννήτριες παρέχουν κάποιο ρεύμα που δεν επαρκεί για να ζεσταθούν και το νερό έρχεται με βυτιοφόρα. Υπάρχουν περιστατικά παρενόχλησης και γενικότερα ανασφάλεια γυναικών που είναι μόνες τους. Οι συνθήκες είναι τριτοκοσμικές. Οι άνθρωποι είναι εξαντλημένοι ψυχολογικά και σωματικά. Οι συνθήκες είναι δραματικές ακόμη και για τους υπαλλήλους που εργάζονται εκεί. Το καμπ και το νησί έχουν γίνει γι’ αυτούς τους ανθρώπους φυλακή».
«Κινδυνεύει η ζωή πολλών ανθρώπων»
Παράλληλα, συνεχίζει η ίδια, «η πανδημία είναι επιπλέον παράγοντας άγχους και επιβάρυνσης της ψυχολογίας τους. Παράγοντας που έχει επιτρέψει στο κράτος να ασκεί επιπλέον περιοριστικά μέτρα, ενισχύοντας την ξενοφοβία και τον ρατσισμό».
Κι όλα αυτά ενώ «περισσότερα από 2.000 παιδιά βρίσκονται σε αυτές τις μη ανθρώπινες συνθήκες και αποκλείονται για μεγάλα χρονικά διαστήματα από την τυπική εκπαίδευση, που αποτελεί συνταγματικό τους δικαίωμα αλλά και έναν από τους λόγους που έρχονται με τους γονείς τους στην Ευρώπη, γιατί μπορεί να την έχουν στερηθεί».
«Το πιο δραματικό», σύμφωνα με την κ. Λατσούδη, είναι ότι «έχουμε συναντήσει πολλούς γονείς που έχουν σοβαρά προβλήματα υγείας –είτε οι ίδιοι είτε τα παιδιά τους– και γι’ αυτό τον λόγο ζητάνε να μεταφερθούν στην ενδοχώρα. Εξαιτίας όμως των αργών διαδικασιών πολλοί άνθρωποι δεν μπορούν να έχουν σοβαρή περίθαλψη όπως θα έπρεπε και κινδυνεύει η ζωή τους.
Κι ενώ η κατάσταση είναι απελπιστική, η κυβέρνηση λέει ότι όλα είναι καλά και προσπαθεί να παρουσιάσει μια κανονικότητα. Είναι άλλωστε ενδεικτικό ότι το νέο καμπ που θέλουν να χτίσουν είναι στη μέση του πουθενά, δίπλα σε έναν σκουπιδότοπο».