Κυκλώματα απατεώνων με τη συνεργασία δικηγόρων και συμβολαιογράφων κατάφεραν να μεταγράψουν παράνομα στο όνομά τους εκατοντάδες οικόπεδα σε ακριβές περιοχές της Αττικής, εκμεταλλευόμενοι τα κενά του νόμου για το εθνικό κτηματολόγιο.
Οι αρμόδιες υπηρεσίες δυστυχώς δεν έχουν κατορθώσει μέχρι σήμερα να πραγματοποιήσουν συνολική έρευνα ώστε να καταγράψουν πόσα ακριβώς οικόπεδα και ακίνητα μεγάλης αξίας –τα οποία είτε εμφανίζονταν ως «αγνώστου ιδιοκτήτη» είτε ανήκαν στο Δημόσιο– κατάφεραν να περάσουν στην κυριότητά τους οι «αετονύχηδες» με πλαστές διαθήκες και με ψευδείς μαρτυρίες περί χρησικτησίας ενώπιον των δικαστηρίων.
Μόνο χάρη στα… αυξημένα αντανακλαστικά κάποιων επικεφαλής κτηματολογικών γραφείων η Δικαιοσύνη παρενέβη σε μεμονωμένες περιπτώσεις, που η καθεμία ζημίωσε το ελληνικό δημόσιο κατά εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ.
Χαρακτηριστική είναι η υπόθεση για την οποία έχει ασκηθεί ποινική δίωξη –κατά περίπτωση– σε βάρος δύο δικηγόρων, μίας συμβολαιογράφου και έξι ιδιωτών για ίδρυση και ένταξη σε εγκληματική οργάνωση, απάτη κατ’ εξακολούθηση και πλαστογραφία μετά χρήσεως κατ’ εξακολούθηση.
Ως εγκέφαλος φέρεται γνωστή αστρολόγος (τη «συμβουλευόταν» και πρώην ανακρίτρια που έχει κατηγορηθεί για συμμετοχή σε παραδικαστικά κυκλώματα), ενώ η εγκληματική οργάνωση, όπως αναφέρει η εισαγγελέας στην πρότασή της προς το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, είχε διαρκή δράση και ήταν δομημένη κατά τέτοιο τρόπο ώστε ακόμη και αν κάποια μέλη της αποχωρούσαν, συνέχιζε να είναι ενεργή λόγω της υποδομής της, που έφτανε στο σημείο να προσδίδει νομιμοφάνεια στις έκνομες πράξεις, παραπλανώντας σε πολλές περιπτώσεις ακόμη και τους δικαστικούς λειτουργούς.
Ειδικότερα, τα μέλη του κυκλώματος αρχικά εντόπιζαν οικόπεδα και ακίνητα που φέρονταν ως «αγνώστου ιδιοκτησίας» στις περιοχές των Βριλησσίων, του Χαλανδρίου και της Αγίας Παρασκευής. Στη συνέχεια κατάρτιζαν ιδιόχειρες διαθήκες και κατέφευγαν στα αρμόδια δικαστήρια, ζητώντας να αναγνωριστούν ως νόμιμοι κληρονόμοι.
Στην περίπτωση που τα αρμόδια δικαστήρια έκαναν δεκτούς τους ισχυρισμούς τους περί γνησιότητας των διαθηκών, προσέφευγαν με τις σχετικές αποφάσεις στα αρμόδια κτηματολογικά γραφεία και ζητούσαν την εγγραφή των ακινήτων στο όνομά τους. Μόλις ολοκληρωνόταν και αυτή η διαδικασία φρόντιζαν, προκειμένου να χαθούν τα ίχνη των παράνομων πράξεών τους, να τα πουλήσουν εικονικά σε άλλα μέλη της σπείρας που ζούσαν στην Κύπρο.
Με αυτό τον τρόπο, το διάστημα 2007-10 κατάφεραν να μεταγράψουν μόνο στο Κτηματολόγιο Χαλανδρίου περίπου δέκα ακίνητα μεγάλης αξίας.
Στις απολογίες τους ενώπιον της ανακρίτριας που διερευνούσε τη συγκεκριμένη υπόθεση, τα μέλη της σπείρας υποστήριξαν ότι δεν γνώριζαν την πλαστότητα των διαθηκών και παραπλανήθηκαν από… την αστρολόγο. Σε όλους τους κατηγορουμένους έχουν επιβληθεί περιοριστικοί όροι μέχρι την έκδοση του βουλεύματος.
Η αστρολόγος μαζί με άλλους δικηγόρους και συμβολαιογράφους, ωστόσο, εμπλέκεται και σε άλλη υπόθεση, αφού με παρόμοιες μεθοδεύσεις κατάφερε να πωλήσει το 2010 ένα οικόπεδο μεγάλης αξίας στη Δροσιά, το οποίο διεκδικεί ο καλλικρατικός Δήμος Διονύσου. Οι αρμόδιοι του δήμου, ωστόσο, έκαναν τέσσερα ολόκληρα χρόνια να αντιληφθούν την απάτη και μόλις το 2014 αποφάσισαν να υποβάλουν μήνυση εναντίον της. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της σχετικής συζήτησης στο δημοτικό συμβούλιο αναφέρθηκε ότι υπάρχουν «εδραίες ενδείξεις» για την τέλεση σοβαρότατων ποινικών αδικημάτων «και από αιρετούς ή υπηρεσιακούς παράγοντες…».
Η διερεύνηση αυτής της μήνυσης ακόμη εκκρεμεί, με αποτέλεσμα να υπάρχει άμεσος κίνδυνος παραγραφής για κάποια αδικήματα που διώκονται και τιμωρούνται σε βαθμό πλημμελήματος.
Τα κυκλώματα εκμεταλλεύονται τα κενά του νόμου
Εγκυροι νομικοί κύκλοι ανέφεραν στο Documento ότι οι παραπάνω υποθέσεις αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου, αφού την περίοδο καταγραφής των ακινήτων στο κτηματολόγιο των περιοχών της Αττικής –και ιδιαίτερα εκείνων των βορείων προαστίων καθώς και των παραθαλάσσιων περιοχών στα νότια προάστια– λειτουργούσαν με τον ίδιο τρόπο πολλά κυκλώματα, με τη συμμετοχή δικηγόρων, συμβολαιογράφων και άλλων κρατικών λειτουργών, η δράση των οποίων ουδέποτε διερευνήθηκε σε βάθος από τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες.
Οι ίδιοι κύκλοι επεσήμαναν ότι από το 2011 ο πρόεδρος Πρωτοδικών Δημήτριος Σκουτέρης, που την εποχή εκείνη υπηρετούσε στο Τμήμα Κτηματολογικών Διαφορών του Πρωτοδικείου της Αθήνας, είχε ενημερώσει εγγράφως για τα «κενά» των διατάξεων του νόμου 2664/1998, που αφορούσαν τις αιτήσεις των ιδιωτών προκειμένου να καταχωριστούν στα κτηματολογικά γραφεία των δήμων της Αττικής ως «δικαιούχοι εμπράγματων δικαιωμάτων» σε ακίνητα τα οποία αρχικά είχαν καταχωρηθεί ως ανήκοντα σε «άγνωστο ιδιοκτήτη».
Οι «τρύπες» του νόμου είχαν ως αποτέλεσμα να καθίσταται δυσχερέστατος ο έλεγχος της βασιμότητας και της αλήθειας των ισχυρισμών των προσφευγόντων και έτσι να δίνεται η δυνατότητα σε διάφορα κυκλώματα να καρπώνονται ακίνητα που είτε ανήκαν σε τρίτους, με δήθεν χρησικτησία, είτε στο δημόσιο.
Μάλιστα, ο κ. Σκουτέρης είχε ζητήσει με την ίδια αναφορά να υπάρξουν συγκεκριμένες τροποποιήσεις στον σχετικό νόμο, έτσι ώστε να καθίσταται απολύτως δυσχερής η δράση των κυκλωμάτων.