«Ο κ. Μητσοτάκης προσγειώθηκε απότομα στην πραγματικότητα. Πέρασε από τη ρητορική του “Μητσοτάκης ή χάος” στη ρητορική του “δεν θα υπάρχει αυτοδυναμία” και ουσιαστικά ομολογεί ότι η κυβέρνηση βρίσκεται σε αποδρομή», δήλωσε η Έφη Αχτσιόγλου, μιλώντας σήμερα στην “ΕΡΤ1”.
«Οι πολίτες βιώνουν με τον πλέον σκληρό τρόπο την ακρίβεια στην καθημερινότητά τους. Από τα μέσα του μήνα τελειώνει το εισόδημά τους», ενώ «οι ακραίες τιμές στο ηλεκτρικό ρεύμα και στο φυσικό αέριο υπάρχουν ήδη από τον Σεπτέμβριο», επισήμανε, τονίζοντας πως «κανείς δεν προστατεύεται με 13 ευρώ κουπόνι για βενζίνη, ούτε ο πιο ευάλωτος».
Η κ. Αχτσιόγλου υπογράμμισε ότι «αν η κυβέρνηση εφάρμοζε τα μέτρα που ζητάμε εδώ και καιρό, όπως η μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης καυσίμων και η μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα, τότε θα προστατεύονταν πρωτίστως τα χαμηλά και τα μεσαία εισοδήματα».
Σημείωσε, παράλληλα, ότι η κυβέρνηση έχει κάνει «εγκληματικά σφάλματα» στην ενεργειακή πολιτική, καθώς «ο κ. Μητσοτάκης πρόσδεσε το ενεργειακό μείγμα της χώρας στο ρωσικό φυσικό αέριο, προχώρησε σε βίαιη απολιγνιτοποίηση χωρίς εθνικό σχεδιασμό και εν μέσω ενεργειακής κρίσης ιδιωτικοποίησε τη ΔΕΗ. Δεν έβαλε κανένα πλαφόν, δεν άσκησε κανέναν έλεγχο ούτε στην αισχροκέρδεια στην αγορά ενέργειας ούτε στις τιμές που φτάνουν στον καταναλωτή. Αντιθέτως από τον Σεπτέμβριο επιμένει να επιδοτεί την αισχροκέρδεια».
Αναφερόμενη στον πόλεμο στην Ουκρανία τόνισε ότι «το βλέμμα όλων μας πρέπει να είναι στραμμένο στην κατάπαυση πυρός, στην εξεύρεση διπλωματικής λύσης και στον τερματισμό της ρωσικής εισβολής που παραβιάζει το διεθνές δίκαιο. Οι οικονομικές κυρώσεις είναι η βασική επιλογή στην οποία πρέπει να επιμείνει η ΕΕ».
Δήλωσε, επίσης, ότι «είναι μεγάλη παραδοξότητα, η Τουρκία της κατεχόμενης Κύπρου να εμφανίζεται ως ειρηνευτική δύναμη και ως αξιόπιστος διαμεσολαβητής» και πρόσθεσε πως «καταρρέει η αφήγηση της κυβέρνησης περί απομονωμένης Τουρκίας».
Επισήμανε, τέλος, ότι «η επιλογή της κυβέρνησης να εμπλέξει τη χώρα στον πόλεμο, με την αποστολή πολεμικού υλικού, άλλαξε το δόγμα εξωτερικής πολιτικής που παγίως ακολουθούσαμε -μίας δύναμης ασφάλειας, σταθερότητας και ισορροπίας στην ευρύτερη περιοχή- και μας ενέπλεξε στην πρώτη γραμμή αντιπαράθεσης Ρωσίας-ΗΠΑ».