Εφ.Συν. για διώξεις Βαξεβάνη – Παπαδάκου: Η κυβέρνηση θέλει να φιμώσει τον Τύπο

Στα «μανταλάκια» κρεμάει την κυβέρνηση Μητσοτάκη, η Εφημερίδα των Συντακτών, με αφορμή τα στρατοδικεία που στήνει κατά των δημοσιογράφων Κώστα Βαξεβάνη και Γιάννας Παπαδάκου. Την ίδια ώρα, η έντυπη έκδοση της εφημερίδας κυκλοφορεί με τίτλο: «Διεθνής διασυρμός για τη φίμωση του Τύπου στην Ελλάδα – Παρέμβαση κόλαφος από το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελευθερίας του Τύπου».

Στη διαδικτυακή της έκδοση, η εφημερίδα, σε άρθρο με τίτλο «Η κυβέρνηση θέλει να φιμώσει τον Τύπο», αναφέρει ότι μετά τους Βαξεβάνη και Παπαδάκου «αναμένεται να ακολουθήσουν και άλλοι» και τονίζει: «Η ελευθερία της ενημέρωσης χειραγωγήθηκε και θυσιάστηκε προς όφελος συγκεκριμένων πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων με τον τρόπο που χειρίστηκαν την υπόθεση τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης, ενώ τέθηκε σε διωγμό εκεί που αυτή η χειραγώγηση δεν ήταν δυνατή», και καταγγέλλει «άθλια υποκρισία» του Μαξίμου: «Ας σταματήσει λοιπόν η άθλια υποκρισία του μεγάρου Μαξίμου, που βάζει τον κυβερνητικό εκπρόσωπο να ρωτάει την αξιωματική αντιπολίτευση αν έχει εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη για τους δημοσιογράφους που διώκονται. Το θέμα είναι βαθύτατα πολιτικό. Ποιος οργάνωσε τις διώξεις κατά των δημοσιογράφων; Η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη ή η κυβέρνηση με την προανακριτική επιτροπή που έστησε και με το πόρισμα που εξέδωσε; Ποιος διασύρει τη χώρα διεθνώς;»

«Ποιος ενορχηστρώνει τη στάση των φιλοκυβερνητικών μέσων ενημέρωσης στη συγκεκριμένη υπόθεση; Ποιος στρέφει μέσα ενημέρωσης και δημοσιογράφους εναντίον συναδέλφων τους; Ποιος, τέλος, με αυτές τις πρακτικές επιδιώκει να υπαγορεύσει τις αποφάσεις των δικαστών;»  καταλήγει.

Αναλυτικά το άρθρο που δημοσιεύεται στο Efsyn.gr:

«Η ελευθερία του Τύπου -των μέσων ενημέρωσης για να είμαστε ακριβείς- υποτίθεται ότι προστατεύεται επαρκώς από το Σύνταγμα και τους νόμους της χώρας. Η αλήθεια όμως είναι πιο πολύπλοκη απ’ ό,τι φαίνεται.

Η ελευθερία της ενημέρωσης συχνά εμποδίζεται από τα οικονομικά συμφέροντα που ελέγχουν τα μέσα ενημέρωσης, από πολιτικές σκοπιμότητες και από την κυβερνητική εξουσία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το σκάνδαλο Novartis και οι διώξεις σε βάρος των δημοσιογράφων που συνέβαλαν ουσιαστικά στην αποκάλυψή του.

Είναι γνωστό ότι ορισμένα μέσα ενημέρωσης -ανάμεσά τους τα ισχυρότερα στη χώρα- συντάχθηκαν από την αρχή, από τότε δηλαδή που αποκαλύφθηκε το σκάνδαλο, με την άποψη της Ν.Δ. του Κυρ. Μητσοτάκη ότι σκάνδαλο ουσιαστικά δεν υπήρχε παρά μόνο σε επίπεδο γιατρών. Και ότι όσα έρχονταν στο φως της δημοσιότητας δεν ήταν τίποτε άλλο από σκευωρία της προηγούμενης κυβέρνησης σε βάρος των πολιτικών αντιπάλων της.

Σε αυτήν ακριβώς τη βάση στήθηκε η προανακριτική επιτροπή της Βουλής, η οποία λόγω της πλειοψηφίας που διέθετε η σημερινή κυβέρνηση, με τη συνεπικουρία του ΚΙΝ.ΑΛΛ, συνέταξε το πόρισμα με το οποίο διώκονται σήμερα δημοσιογράφοι όπως ο Κώστας Βαξεβάνης και η Γιάννα Παπαδάκου, ενώ αναμένεται να ακολουθήσουν και άλλοι.

Μια συγκεκριμένη διαπλοκή πολιτικής εξουσίας και μεγαλοϊδιοκτητών μέσων ενημέρωσης, γνωστή σε όλους, σχεδίασε και οργάνωσε τις διώξεις, υποχρεώνοντας αναγκαστικά και εκ του νόμου τη Δικαιοσύνη να τις πραγματοποιήσει.

Η ελευθερία της ενημέρωσης χειραγωγήθηκε και θυσιάστηκε προς όφελος συγκεκριμένων πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων με τον τρόπο που χειρίστηκαν την υπόθεση τα φιλοκυβερνητικά μέσα ενημέρωσης, ενώ τέθηκε σε διωγμό εκεί που αυτή η χειραγώγηση δεν ήταν δυνατή.

Ας σταματήσει λοιπόν η άθλια υποκρισία του μεγάρου Μαξίμου, που βάζει τον κυβερνητικό εκπρόσωπο να ρωτάει την αξιωματική αντιπολίτευση αν έχει εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη για τους δημοσιογράφους που διώκονται.

Το θέμα είναι βαθύτατα πολιτικό. Ποιος οργάνωσε τις διώξεις κατά των δημοσιογράφων; Η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη ή η κυβέρνηση με την προανακριτική επιτροπή που έστησε και με το πόρισμα που εξέδωσε; Ποιος διασύρει τη χώρα διεθνώς;

Ποιος ενορχηστρώνει τη στάση των φιλοκυβερνητικών μέσων ενημέρωσης στη συγκεκριμένη υπόθεση; Ποιος στρέφει μέσα ενημέρωσης και δημοσιογράφους εναντίον συναδέλφων τους; Ποιος, τέλος, με αυτές τις πρακτικές επιδιώκει να υπαγορεύσει τις αποφάσεις των δικαστών;»

Πηγή: Efsyn.gr