Το αμαρτωλό παρελθόν της εταιρείας που «θα δώσει φτερά στη ΔΕΗ»
Μετά βαΐων και κλάδων ανακοίνωσε η κυβέρνηση πριν από δύο εβδομάδες την εξαγορά του 49% των μετοχών του ΔΕΔΔΗΕ από τη Spear WTE Investments Sarl, μέλος του Macquarie Infrastructure and Real Assets Group (MIRA). Η πλειονότητα των ΜΜΕ ανακοίνωσε με διθυραμβικά σχόλια ότι το τίμημα της εξαγοράς ανήλθε στα 2,116 δισ. ευρώ. Αυτό που δεν ανακοινώθηκε βέβαια είναι ότι η Macquarie με αυτό το ποσό, που σύμφωνα με τα επίμαχα δημοσιεύματα «θα δώσει φτερά στη ΔΕΗ», αγόρασε ένα μονοπώλιο που θα της αποφέρει μεγάλα κέρδη. Το σημαντικότερο είναι ότι δεν ακούστηκε λέξη σχετικά με το… αμαρτωλό παρελθόν της.
Και πώς θα μπορούσε άλλωστε να ακουστεί, αφού η Macquarie, μια αυστραλιανή πολυεθνική ανεξάρτητη τράπεζα επενδύσεων και χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, προκάλεσε ένα τεράστιο περιβαλλοντικό σκάνδαλο στο Λονδίνο; Ή, ακόμη χειρότερα, το ότι η Macquarie, που είχε εξαγοράσει τη μεγαλύτερη βρετανική εταιρεία ύδρευσης και αποχέτευσης, την Thames Water, είχε σχηματίσει ένα αχανές δίκτυο με υπεράκτιες εταιρείες μέσω των οποίων διοχετεύονταν χρήματα που είχε λάβει μέσω δανειοδότησης επικαλούμενη το όνομα της θυγατρικής της; Ή ότι πρόκειται για την ίδια εταιρεία που όταν τελικά αποχώρησε από την Thames Water την άφησε με 2 δισ. λίρες χρέος κι ενώ οι μέτοχοί της είχαν πλουτίσει από την είσπραξη υπέρογκων μερισμάτων; Ή ακόμη ότι εμπλέκεται σε σκάνδαλο δισεκατομμυρίων ευρώ και στη Γερμανία;
Μικρή σημασία έχει όμως αυτό για την κυβέρνηση, η οποία όχι μόνο πούλησε τον ΔΕΔΔΗΕ, αλλά έκρινε και ως πλέον συμφέρουσα προσφορά αυτή μιας εταιρείας που έχει αποδειχτεί ότι λειτουργεί με αδιαφανείς διαδικασίες οι οποίες βλάπτουν το δημόσιο συμφέρον.
Η καταστροφή του Τάμεση
Ο κλοιός για τη δραστηριότητα της Macquarie στο Λονδίνο άρχιζε να σφίγγει το 2013, όταν ο σύμβουλος πληροφορικής Νταγκ Κένεντι αντίκρισε πολλά νεκρά ψάρια στον ποταμό Τάμεση, τα νερά του οποίου ήταν μαύρα. Ο Κένεντι τηλεφώνησε στη βρετανική Ανεξάρτητη Αρχή για το Περιβάλλον. Αυτό το τηλεφώνημα οδήγησε στην αποκάλυψη μιας από τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές καταστροφές που συντελέστηκαν στο Λονδίνο.
Οπως αποδείχτηκε από την έρευνα που διενεργήθηκε, η Thames Water, θυγατρική της Macquarie από το 2006, ήταν υπεύθυνη γι’ αυτή την περιβαλλοντική καταστροφή επειδή δεν συντηρούσε το δίκτυο αποχέτευσης. Ως αποτέλεσμα υπολογίζεται πως από το 2012 έως το 2014 διοχετεύτηκαν στον Τάμεση περίπου 4,2 δισ. λίτρα ακατέργαστων λυμάτων, ποσότητα που θα γέμιζε 1.700 ολυμπιακές πισίνες. Εξαιτίας της μόλυνσης η Thames Water κλήθηκε το 2017 να καταβάλει κανονιστικό πρόστιμο 20,3 εκατ. λιρών, το μεγαλύτερο πρόστιμο που έχει επιβάλει ποτέ η βρετανική Ανεξάρτητη Αρχή για το Περιβάλλον. Συγκριτικά όμως με ό,τι αποκαλύφθηκε στη συνέχεια για τη δράση της Macquarie, η συγκεκριμένη υπόθεση φαντάζει… πταίσμα.
Εξαγορά μέσω… δανείου
Η εφημερίδα «Financial Times» αποκάλυψε ότι εκτός από τη διαρροή λυμάτων στον Τάμεση, η Macquarie ήταν υπεύθυνη και για τη διαρροή δισεκατομμυρίων στο εξωτερικό μέσω ενός αχανούς δικτύου offshore εταιρειών. H Macquarie Group ηγήθηκε το 2006 μιας κοινοπραξίας η οποία εξαγόρασε τη βρετανική εταιρεία ύδρευσης και αποχέτευσης Thames Water έναντι 5,1 δισ. λιρών. Από το σύνολο αυτού του ποσού τα 2,8 δισ. προήλθαν από δανειοδότηση που έλαβε η Macquarie.
Οπως αποδείχτηκε όμως, από το 2006 έως το 2015 η Thames Water έδωσε μερίσματα ύψους 1,16 δισ. λιρών στους μετόχους της, δηλαδή στη Macquarie. Ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν στο μισό του τιμήματος με το οποίο η Macquarie εξαγόρασε την Thames Water, η οποία εξυπηρετεί περισσότερους από 15 εκατομμύρια πολίτες και έχει ετήσιο τζίρο πάνω από 2 δισ. ευρώ. Σύμφωνα με δηλώσεις του Μάρτιν Μπλέικλοκ, ειδικού με διεθνή εμπειρία στις ιδιωτικοποιήσεις και στη χρηματοδότηση κοινής ωφελείας στο BBC, η Thames Water όταν ελεγχόταν από τη Macquarie πραγματοποίησε συνολικές επιστροφές στους μετόχους της που «ήταν διπλάσιες από αυτές που κανονικά αναμένονται».
Σύμφωνα με τους «Financial Times», αυτές οι επιστροφές «πραγματοποιήθηκαν σε μια περίοδο που η εταιρεία δεν πλήρωνε εταιρικό φόρο, πλήρωνε στελέχη της με τεράστια πακέτα αποδοχών και διπλασίασε το χρέος της». Αυτός είναι ο λόγος που η εφημερίδα θέτει το εύλογο ερώτημα αν ήταν σωστή «η ασυνήθιστη απόφαση» της Αγγλίας να επιτρέψει σε ιδιώτες να «λειτουργήσουν το δημόσιο σύστημα ύδρευσης προκειμένου να αποκομίσουν κέρδος».
«Λαβύρινθος offshore»
Η Macquarie συνέχιζε να δανείζεται αφειδώς, εκμεταλλευόμενη το όνομα της Thames Water. Κανείς δεν γνωρίζει πού διοχετεύτηκε το σύνολο των χρημάτων. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται σε δημοσίευμα της εφημερίδας «The Guardian» του 2017, όταν δηλαδή η Macquarie πούλησε και τα τελευταία μερίδια που κατείχε στην Thames Water, «η ιδιοκτησία της λειτουργικής επιχείρησης και οι λεπτομέρειες της κολοσσιαίας χρηματοδότησης του χρέους ύψους 10,75 δισ. λιρών εμπεριέχονται εντός ενός λαβυρίνθου ενδιάμεσων offshore εταιρειών που καθιστούν αδύνατο να υπολογιστεί πόσο πολλά έχουν κερδίσει οι ιδιοκτήτες στο πέρασμα των χρόνων».
Η Macquarie άφησε την Thames Water με χρέος επιπλέον 2 δισ. λιρών. Το BBC προκειμένου να εξηγήσει γιατί συνέβη αυτό παρέθεσε παλαιότερη επιστολή που είχε αποστείλει ο Μπλέικλοκ στον σερ Πίτερ Μέισον, τότε πρόεδρο της Thames Water.
O Μπλέικλοκ προσπαθούσε να καταλάβει το αχανές σύστημα χρηματοδότησης της εταιρείας μέσω offshore εταιρειών. Στην απαντητική του επιστολή –όπως αναφέρεται στο επίμαχο δημοσίευμα– ο τότε πρόεδρος της εταιρείας εξήγησε ότι «από τα 2,8 δισ. λίρες χρέος, όχι λιγότερα από τα 2 δισ. είχαν μεταγενέστερα αποπληρωθεί. Οχι από τη Macquire και τους επενδυτές της, οι οποίοι αρχικά δανείστηκαν τα χρήματα, αλλά από νέους δανεισμούς που έλαβε η Thames Water μέσω μιας θυγατρικής της εταιρείας στα νησιά Κέιμαν».
Αυτή η επιστολή, σύμφωνα με τον Μπλέικλοκ, «έδειχνε ξεκάθαρα ότι το χρέος που τα funds της Macquarie αξιοποίησαν προκειμένου να αγοράσουν την Thames Water μεταφέρθηκε στην Thames Water. Οπότε το χρέος ήταν πλέον ευθύνη της Thames Water και όχι της Macquarie».
Υποψίες για ναρκο-χρήματα
Ενδεικτική της δράσης του αδιαφανούς δικτύου offshore εταιρειών που δημιούργησε η Macquarie είναι μελέτη που διεξήγαγε η ομάδα Thames Blue Green Economy (TBGE), που αποτελείται από ειδικούς στη βιομηχανία νερού, ακαδημαϊκούς, πολιτικούς και περιβαλλοντικούς αντιπροσώπους. Σύμφωνα λοιπόν με την επίμαχη μελέτη, «τα 5 δισ. λίρες από το χρέος των 10 δισ. λιρών που είχε η εταιρεία το 2015 συνδέονται με μια εταιρεία στα νησιά Κέιμαν, την TWU Cayman Finance Limited. Δεδομένης της εξαιρετικής μυστικότητας που περιβάλλει τους φορολογικούς παραδείσους δεν υπάρχει κανένας τρόπος να γνωρίζει κανείς αν αυτά τα λεφτά προέκυψαν από ξέπλυμα ναρκο-χρημάτων, τρομοκρατικές ή άλλες εγκληματικές πηγές». Η Thames Water έχει πλέον εγκαταλείψει αυτές τις υπεράκτιες εταιρείες.
Παράλληλα, το γεγονός ότι οι υποδομές του δικτύου της Thames Water αφέθηκαν να παρακμάσουν αναγκάζει την εταιρεία να πληρώνει μέχρι σήμερα τεράστια πρόστιμα. Το 2018 η εταιρεία πλήρωσε πρόστιμο 120 εκατ. λιρών προκειμένου να αποζημιώσει πελάτες της για την κακή διαχείριση διαρροών από το δίκτυό της. Ολα αυτά βέβαια δεν εμπόδισαν την εξαγορά του πλειοψηφικού πακέτου των μετοχών της βρετανικής εταιρείας ύδρευσης Southern Water από τη Macquarie έναντι 1,4 δισ. λιρών.
Δεν είναι μόνο τα 2 δισ. λίρες χρέος που άφησε η Macquire στην Thames Water. Είναι ότι τα λεφτά που πάρθηκαν ως δάνεια δεν ξέρουμε πού διοχετεύτηκαν. «Σίγουρα δεν διοχετεύτηκαν στην αντικατάσταση των παλιών δικτύων ύδρευσης του Λονδίνου» δήλωσε στο Documento ο Χάρης Πανακούλιας, μηχανικός περιβάλλοντος, αναλυτής για την Thames Water από το 2017 έως το 2019 και μέλος των Προοδευτικών Αποδήμων.
«Η Macquire» επισημαίνει ο κ. Πανακούλιας «έδωσε μια καλή τιμή για την εξαγορά του ΔΕΔΔΗΕ. Θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως και στην περίπτωση της Thames Water, η Macquire αγοράζει μονοπώλιο, αφού είναι αδύνατο να αναπτυχθούν νέα δίκτυα που θα δημιουργούσαν ανταγωνισμό. Ως αποτέλεσμα, βάζει στο χαρτοφυλάκιό της μια επιχείρηση με σίγουρη απόδοση και σχεδόν μηδενικό ρίσκο. Για τη Macquire και για κάθε fund αυτό σημαίνει ότι η δανειοληπτική τους ικανότητα αυξάνεται και το επιτόκιο δανεισμού μειώνεται, αφού και για τους δανειστές τους το μονοπώλιο σημαίνει πολύ χαμηλό ρίσκο. Η διαχείριση δε των κεφαλαίων αυτών γίνεται μέσω υπεράκτιων εταιρειών που τα ίχνη τους εύκολα χάνονται. Αν κρίνουμε από την ιστορία της εταιρείας, τότε κατά πάσα πιθανότητα το ίδιο θα συμβεί και στον ΔΕΔΔΗΕ. Μπορεί να φαίνεται σαν καλή τιμή εξαγοράς, αλλά θα τον ξεζουμίσουν».
Πολύ προβληματικός «είναι και ο τρόπος που γίνεται το άνοιγμα της ενέργειας. Δεν υπάρχει εθνικό πλάνο για το πώς θα δημιουργήσουν και θα εγκαταστήσουν τις ανανεώσιμες πηγές στο δίκτυο. Το δίκτυο δεν υποστηρίζει παντού τέτοιες εγκαταστάσεις και ο σχεδιασμός για την ανάπτυξή του θα περάσει στη Macquire. Πιστεύει κανείς ότι η εταιρεία θα υποστηρίξει ένα σχέδιο για την εγκατάσταση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας που θα είναι αποδοτικό, θα σέβεται το περιβάλλον και την τοπική κοινωνία αν αναλογιστούμε την προϊστορία της;».
Αλλωστε «όσοι δούλεψαν στην Thames Water γνωρίζουν ότι η Macquire πήρε πολύ περισσότερα από όσα έδωσε και τα χρέη που της άφησε θα κάνει πολύ καιρό να τα ξεχρεώσει, με σημαντικές επιπτώσεις και στους εργαζόμενους. Το συνταξιοδοτικό που λαμβάνουν σήμερα είναι πολύ μικρότερο από αυτό που δινόταν προτού εισέλθει στην εταιρεία η Macquire. Το κόστος βέβαια δεν θα το πληρώσει ούτε η επόμενη εταιρεία ούτε ο πολιτικός που έλαβε τις σχετικές αποφάσεις. Θα το πληρώσει ο καταναλωτής. Στο Λονδίνο ο καταναλωτής πληρώνει πλέον στην Thames Water 40 λίρες μηνιαίως, όταν το αντίστοιχο ποσό προς εταιρείες ύδρευσης της βόρειας Αγγλίας είναι πολύ μικρότερο».
Διώξεις στη Γερμανία
Στελέχη της Macquarie ενεπλάκησαν το 2011 σε μεγάλη χρηματιστηριακή και φορολογική απάτη και στη Γερμανία. Η ζημιά που προκλήθηκε στους φορολογούμενους από το σκάνδαλο, στο οποίο φέρονται να εμπλέκονται μεταξύ πολλών άλλων και περίπου 100 πρώην και νυν υπάλληλοι του αυστραλιανού κολοσσού, αποτιμάται σε περισσότερα από 5 δισ. ευρώ. Το ποσό ενδέχεται να αγγίζει και τα 10 δισ. ευρώ. Η υπόθεση, αν και αποκαλύφθηκε πριν από μια δεκαετία, δεν έχει τελεσιδικήσει. Προς το παρόν δύο στελέχη της Macquarie καταδικάστηκαν σε φυλάκιση, ενώ διατάχτηκε η δήμευση περιουσιακών στοιχείων ενός εξ αυτών για ποσό που ανέρχεται στα 14 εκατ. ευρώ. Παράλληλα, σύμφωνα με δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου είκοσι μεγαλοεπενδυτές που εξαπατήθηκαν από τη Macquarie εξασφάλισαν αποζημιώσεις 30 εκατ. ευρώ για τη ζημία που τους προκάλεσε η εταιρεία. Ο πρόεδρος του ανώτατου δικαστηρίου της Γερμανίας Ρολφ Ράουμ, που πρόσφατα εκδίκασε πτυχή της υπόθεσης, υπογράμμισε ότι τα στελέχη της Macquarie υφάρπαξαν χυδαία τον πλούτο των Γερμανών φορολογουμένων, ενώ τόνισε ότι δεν υφίστατο κανένα νομικό κενό που θα τους επέτρεπε ενδεχομένως να ενεργήσουν κατά τον τρόπο που ενήργησαν.
Χάρης Πανακούλιας
Μηχανικός περιβάλλοντος, αναλυτής για την Thames Water από το 2017 έως το 2019
«Αν κρίνουμε από την ιστορία της εταιρείας, τότε κατά πάσα πιθανότητα το ίδιο θα συμβεί και στον ΔΕΔΔΗΕ. Μπορεί να φαίνεται σαν καλή τιμή εξαγοράς, αλλά θα τον ξεζουμίσουν»
2
δισ. λίρες είναι το χρέος που άφησε η Macquarie όταν εγκατέλειψε τη βρετανική εταιρεία ύδρευσης Thames Water το οποίο ξεπληρώνουν μέχρι σήμερα καταναλωτές και εργαζόμενοι
5
δισ. ευρώ τουλάχιστον αποτιμάται η ζημιά που προκλήθηκε στους Γερμανούς φορολογούμενους από τη μεγάλη χρηματιστηριακή και φορολογική απάτη στην οποία φέρονται να εμπλέκονται και περίπου 100 πρώην και νυν υπάλληλοι του αυστραλιανού κολοσσού
01 Τα έργα και οι ημέρες του αυστραλιανού κολοσσού στη Βρετανία απασχόλησαν τα μεγάλα ΜΜΕ της χώρας, όπως το BBC και o «Guardian» 02 Το δημοσίευμα των «Financial Times» που αποκάλυψε ότι εκτός από τη διαρροή λυμάτων στον Τάμεση, η Macquarie ήταν υπεύθυνη και για τη διαρροή δισεκατομμυρίων στο εξωτερικό μέσω ενός αχανούς δικτύου offshore εταιρειών
03 Το δημοσίευμα του Reuters για τα στελέχη που εμπλέκονται στη χρηματιστηριακή απάτη στη Γερμανία
04 Σύμφωνα με τη μελέτη της Ομάδας Thames Blue Green Economy (TBGE), πέντε δισεκατομμύρια λίρες από το συνολικό χρέος της θυγατρικής εταιρείας της Macquaire συνδέθηκαν με offshore εταιρεία στα νησιά Κέιμαν και «δεν υπάρχει κανένας τρόπος να γνωρίζει κανείς αν αυτά τα λεφτά προέκυψαν από ξέπλυμα ναρκο-χρημάτων, τρομοκρατικές ή άλλες εγκληματικές πηγές»