«Εδώ που έχω φτάσει μπορεί και να πεθάνω»

«Εδώ που έχω φτάσει μπορεί και να πεθάνω»

Συγκλονιστικές μαρτυρίες από τους διασωληνωμένους στους θαλάμους.

– Μην ανησυχείτε. Είμαι δυνατός, οι γιατροί είναι καλοί, θα το παλέψω και θα τα καταφέρω. – Μπαμπά, σε λατρεύουμε.

Αυτός είναι ο διάλογος ανάμεσα σε έναν πατέρα και τα παιδιά του, έναν νέο άνθρωπο που μόλις είχε μάθει από τους γιατρούς στο Λαϊκό Νοσοκομείο ότι είναι αναγκαία η διασωλήνωσή του.

Στη μια γραμμή του τηλεφώνου ο ασθενής, που δεν ξέρει αν θα τα καταφέρει να βγει νικητής από τη μάχη αλλά σφίγγει την καρδιά του για να καθησυχάσει την οικογένειά του, και στην άλλη τα μικρά παιδιά του να τον υποστηρίζουν με την άδολη αγάπη τους.

Μια επικοινωνία που μπορεί κάποτε να γίνει μια μακρινή ανάμνηση που θα θυμίζει τον δύσκολο αγώνα που κερδήθηκε ή θα σηματοδοτεί για πάντα έναν τραγικό διάλογο αποχωρισμού.

Άνθρωποι νέοι ή μεγαλύτερης ηλικίας, άνθρωποι με παιδιά και υποχρεώσεις που παλεύουν για να βγουν ζωντανοί και να συνεχίσουν τη ζωή τους όπως πριν ραγίζουν καρδιές την ώρα που σηκώνουν το τηλέφωνο για να μιλήσουν με τα αγαπημένα τους πρόσωπα πριν από τη διασωλήνωση. Αν βρουν κλίνη ΜΕΘ, μπορεί να τα καταφέρουν, αν όχι, οι πιθανότητες μειώνονται κατά πολύ.

Για τους γιατρούς και τους νοσηλευτές που δίνουν νυχθημερόν την ψυχή τους μέσα στα υπό κατάρρευση δημόσια νοσοκομεία μας για να σώσουν όσο περισσότερους ασθενείς μπορούν η έλλειψη των ΜΕΘ είναι το κομβικό ζήτημα, το ζήτημα ζωής ή θανάτου.

«Είναι αλλιώς να χάσεις έναν ασθενή και να ξέρεις πως έκανες ό,τι μπορούσες, πως του έδωσες ό,τι υπήρχε από φάρμακα, θεραπείες και αναπνευστικές παρεμβάσεις και αλλιώς να λες έχασα έναν άρρωστο στον όροφο γιατί δεν βρέθηκε ΜΕΘ να τον απορροφήσει» μας λέει με πικρία ο καρδιολόγος του Ευαγγελισμού Γιώργος Φερεντίνος.

«Τις περισσότερες φορές αυτό δεν έχει επιστροφή. Αν ένας ασθενής περιμένει δύο και τρεις ημέρες να πάει σε μια ΜΕΘ διασωληνωμένος, είναι ήδη πολύ επιβαρυμένος» ξεκαθαρίζει νοσηλεύτρια από το Λαϊκό.

«Υπάρχει ΜΕΘ για μένα;» ρωτούν με αγωνία

Η στιγμή της διασωλήνωσης αλλά και οι ατέλειωτες ώρες αναμονής στα τμήματα επειγόντων περιστατικών (ΤΕΠ) των νοσοκομείων μέχρι να μάθει ο ασθενής ότι πρέπει να νοσηλευτεί είναι συγκλονιστικές. Γιατροί, νοσηλευτές αλλά και ασθενείς περιγράφουν με καθηλωτικό τρόπο τα συναισθήματά τους.

Την αγωνία, την οδύνη του αποχωρισμού αλλά και την ευγνωμοσύνη και τις φιλίες που δημιουργήθηκαν κάτω από αυτές τις θλιβερές συνθήκες. Μπορεί στο πρώτο κύμα της πανδημίας οι ασθενείς να ήταν πολύ φοβισμένοι από τον άγνωστο ιό που είχε παραλύσει την υφήλιο, πλέον όμως στους Ελληνες ασθενείς έχει προστεθεί κι ένα ακόμη αρνητικό συναίσθημα: η ανασφάλεια.

«Αν συμβεί κάτι, υπάρχει κρεβάτι ΜΕΘ για μένα σε κάποιο νοσοκομείο;» ρωτούν οι ασθενείς με αγωνία πριν καν αποφασιστεί η νοσηλεία τους. Τρομαγμένοι από τις εικόνες που αντικρίζουν στα ΤΕΠ αλλά και καταβεβλημένοι περιμένοντας ώρες ολόκληρες μέχρι να αποφασιστεί αν χρήζουν νοσηλείας στέκονται σαστισμένοι μπροστά στο άγνωστο.

«Οι ασθενείς μέχρι να ενημερωθούν ότι θα γίνει εισαγωγή μπορεί να χρειαστεί να περιμένουν και έξι ώρες» αναφέρει στο Documento η παθολόγος στο ΤΕΠ του νοσοκομείου Νίκαιας Μαρία Αγρογιάννη. «Ερχονται ολόκληρες οικογένειες που νοσούν και πολλές φορές ο ένας μπορεί να επιστρέψει σπίτι και ο άλλος να νοσηλευτεί».

Είναι κι αυτός ένας ακόμη αποχωρισμός λόγω της Covid-19, τον οποίο οι ελλείψεις στα νοσοκομεία τον κάνουν πιο τρομακτικό. «Τους λέμε ότι από εδώ και πέρα οι συγγενείς μπορούν να τους φέρνουν μόνο πράγματα που θα χρειαστούν και ότι θα ενημερώνονται τηλεφωνικά από τους γιατρούς καθημερινά. Είναι σκληρό γιατί τους αφήνουν και δεν ξέρουν μετά τι θα γίνει, σίγουρα υπάρχει στο πίσω μέρος του μυαλού τους ότι μπορεί να μην τους ξαναδούν» μας λέει η κ. Αγρογιάννη. «Κουράγιο, Κώστα. Κράτα γερά!».

Με αυτά τα λόγια, που τα επαναλάμβανε συνεχώς, εμψύχωνε ένας ασθενής Covid στο Λαϊκό τον διπλανό του, λίγο προτού ο τελευταίος διασωληνωθεί. Μέχρι πριν από λίγες ώρες αυτοί οι δύο μπορούσαν να μιλάνε. Μοιράζονταν τους φόβους τους, ξορκίζοντάς τους.

«Οι ασθενείς που είναι μέσα στο ίδιο δωμάτιο μιλάνε μεταξύ τους, οπότε όταν ξαφνικά μπαίνει ο ένας σε καταστολή είναι πάρα πολύ άγριο για τους άλλους. Βλέπουν μια πιθανή εξέλιξη της δικής τους πορείας» εξηγούν νοσηλευτές από το Λαϊκό.

«Αυτό που με συγκλονίζει κάθε φόρα είναι όταν βλέπω ανθρώπους να εκλογικεύουν τόσο την κατάστασή τους. Βλέπουν δηλαδή ότι κάνουν μια κίνηση για να πιάσουν το κινητό τους και κουράζονται και μου λένε με ψυχραιμία “εδώ που έχω φτάσει μπορεί και να πεθάνω”» μας αφηγείται νοσηλεύτρια από το ίδιο νοσοκομείο που δεν διαθέτει ΜΕΘ Covid, οπότε οι ασθενείς που διασωληνώνονται περιμένουν πότε θα διακομιστούν σε άδειο κρεβάτι ΜΕΘ άλλου νοσοκομείου. Και συνεχίζει: «Οσοι είναι διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ και έχουν κάποιο επίπεδο συνείδησης ρωτάνε με αγωνία τους γιατρούς: “Πόσο καιρό θα μείνω; Υπάρχει κάπου κρεβάτι για μένα;”. Μετά παραδίδονται, αφού πλέον δεν μπορούν να κάνουν κάτι».

«Προλαβαίνω να χαιρετήσω τους δικούς μου;»

Οι αντιδράσεις πριν από τη διασωλήνωση είναι διαφορετικές σε κάθε ασθενή. Σε κάποιους η κρισιμότητα της κατάστασής τους δεν προσφέρεται για συζητήσεις καθώς όλα πρέπει να γίνουν πάρα πολύ γρήγορα.

«Συνήθως οι ασθενείς είναι σε σύγχυση λόγω της έλλειψης οξυγόνου, οπότε πολλές φορές δεν υπάρχει χρόνος να γίνει συζήτηση. Ενημερώνουμε τους συγγενείς και προχωράμε. Τους λέμε βέβαια ότι θα τους κοιμίσουμε για λίγο με σκοπό να ηρεμήσουν οι πνεύμονές τους και μετά τους διασωληνώνουμε» εξηγεί η νοσηλεύτρια του Ευαγγελισμού Φωτεινή Καριστινάκη.

«Αυτός είναι κι ένας από τους λόγους που παρατηρείται μεγάλη διασπορά στους υγειονομικούς, διότι τρέχουν να μπουν στον θάλαμο –κάποιες φορές ακόμη και χωρίς στολές– επειδή πρέπει αμέσως να διασωληνώσουν έναν ασθενή», καθώς «ενώ όλα δείχνουν καλά, το οξυγόνο του ασθενή είναι πολύ πεσμένο και οι γιατροί πρέπει να προλάβουν την κατάρρευση. Είναι ύπουλο νόσημα και παρόλο που δεν έχεις δύσπνοια μπορεί να έχεις πολύ μεγάλη υποξία και να καταπέσεις αμέσως».

Ακόμη όμως και υπό αυτές τις συνθήκες ορισμένοι ασθενείς αναζητούν απαντήσεις. «Σε ρωτούν “θα ξαναδώ τους δικούς μου; Προλαβαίνω να τους χαιρετήσω; Βοήθησέ με να βγω από δω γιατί έχω υποχρεώσεις, έχω παιδιά, έχω εγγόνια που εξαρτώνται από εμένα, ελπίζω να τα καταφέρω γιατί έχω αφήσει ένα δάνειο που το αποπληρώνω” ή “έχω να παντρέψω την κόρη μου το καλοκαίρι”» μας μεταφέρει τις αγωνίες των ασθενών του ο Γ. Φερεντίνος.

Η κατάρρευση των γιατρών του πολύπαθου ΕΣΥ

Η ψυχολογική φθορά δεν βαραίνει μόνο τους ασθενείς και τους συγγενείς τους. Το υγειονομικό προσωπικό του πολύπαθου ΕΣΥ έχει καταρρεύσει. Υπάρχουν εργαζόμενοι στα νοσοκομεία που έχουν χάσει τον ύπνο τους, ιδιαίτερα οι ειδικότητες γιατρών που λόγω αντικειμένου δεν ήταν τόσο εξοικειωμένοι με την απώλεια ζωής.

«Καλή η συμβουλή να αφήνεις το νοσοκομείο έξω από το σπίτι σου και το σπίτι σου έξω από το νοσοκομείο, αλλά αυτό δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμο, εδικά όταν αυτή η κατάσταση κρατάει σε διάρκεια, αυξάνεται σε ένταση και είναι πολύ πιο μαζική» εξηγεί ο Γ. Φερεντίνος. Η ανάρτηση μιας νοσηλεύτριας από το Παίδων περιγράφει λέξη προς λέξη τον αγώνα των υγειονομικών και τη φθορά που βιώνουν καθημερινά για να σώσουν τους ασθενείς τους, πολλές φορές έχοντας ελάχιστα εφόδια στα χέρια τους: «“Εχω 18 ασθενείς διασωληνωμένους εκτός ΜΕΘ και θέλω αναπνευστήρες! Εχω ένα παλικάρι 32 χρονών… δώσε μου τουλάχιστον έναν γι’ αυτόν… Θα έρθω εγώ να τον πάρω!”.

4 μ.μ. σήμερα… ακόμη στη δουλειά, ο συνάδελφος από άλλο νοσοκομείο που μου τηλεφώνησε γεμάτος αγωνία μήπως και μπορέσω να τον βοηθήσω. 29 χρόνια νοσηλεύτρια σε παιδιατρική ΜΕΘ –προϊσταμένη τώρα– έχω δει κι έχω ζήσει πολλές δύσκολες στιγμές. Αυτό όμως ήταν γροθιά στο στομάχι! Αλλο είναι οι ανακοινώσεις αριθμών στην τηλεόραση κι άλλο να σου λέει τι ζει ένας φίλος σου. Οσο δύσκολο κι αν είναι να χάνεις έναν ασθενή που πάλεψες με όλους τους τρόπους να τον σώσεις, δεν συγκρίνεται με τίποτα με το να ξέρεις ότι ένας άνθρωπος “σκάει”, δεν μπορεί να εξασφαλίσει τη βασική προϋπόθεση για τη ζωή του, την ανάσα», τονίζει ο Καρδιολόγος του Ευαγγελισμού, Γιώργος Φερεντίνος.

«Μου έλεγαν “πάρε ανάσα” και εγώ δεν μπορούσα»

«Ελα πάμε, ανάπνεε συνεχώς» παρότρυνε ο γιατρός του Ευαγγελισμού τον Μάριο Λώλο ενώ το οξυγόνο του είχε καταρρεύσει. Οι γιατροί έπρεπε να βρουν μια συσκευή υψηλής ροής οξυγόνου για να αποφύγουν τη διασωλήνωσή του.

Και ευτυχώς στην περίπτωση του μαχητικού φωτορεπόρτερ τα κατάφεραν. Επειτα από δύο ώρες δόθηκε στον Μάριο η επιλογή να παλέψει για τη ζωή του. Οι περιγραφές του φωτορεπόρτερ που νοσηλεύτηκε με Covid-19 στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός καθηλώνουν.

Η ξαφνική επιδείνωση της υγείας του, ο αγώνας των γιατρών, αλλά και το πείσμα του για να τα καταφέρει τον έβγαλαν νικητή. «Αυτοί οι δυο καταπληκτικοί γιατροί, ο Αλέξανδρος και η Ηβη, έψαξαν και βρήκαν ένα από τα λιγοστά μηχανήματα high flow που διαθέτει ο Ευαγγελισμός. Αν δεν ανέβαινε το οξυγόνο μου με αυτό το μηχάνημα, θα έπρεπε να διασωληνωθώ» λέει στο Documento και περιγράφει τι σημαίνει κατάρρευση για έναν ασθενή Covid.

«Αισθάνθηκα ότι είχα δυο γιατρούς να με ακροάζονται στην πλάτη και να μου λένε “πάρε ανάσα” και εγώ να μην μπορώ. Θυμάμαι να λέει ο ένας γιατρός στον άλλο “δεν μπορεί να συμβαίνει αυτό” και ο άλλος να κοιτάζει το οξύμετρο που είχα στο χέρι μου και να ξεφυσάει. Αμέσως μου είπαν να κάτσω στα πλάγια γιατί λειτουργούν καλύτερα οι πνεύμονες σε αυτήν τη στάση… Οση ώρα χρειάστηκε για να βρεθεί το high flow και να απολυμανθεί θυμάμαι τον γιατρό να μου λέει “έλα πάμε, ανάπνεε συνεχώς”. Τότε σκέφτηκα ότι μπορεί να μην τα καταφέρω».

Ο Μ. Λώλος έμεινε στο νοσοκομείο για δέκα ημέρες. Μια από αυτές είδε να διασωληνώνουν τον διπλανό του: «Είναι φρίκη. Από τη μια φοβάσαι και από την άλλη βλέπεις το μεγαλείο των αντανακλαστικών των γιατρών. Είναι μια συντονισμένη ορχήστρα που δουλεύει καταπληκτικά.

Ευτυχώς βρέθηκε ΜΕΘ για τον συγκεκριμένο ασθενή». Μέσα στον θάλαμο δημιουργήθηκαν φιλίες με τους άλλους ασθενείς: «Μόλις γίνουμε όλοι καλά και καλυτερεύσει η κατάσταση έχουμε κανονίσει να συναντηθούμε για να πιούμε τσίπουρα» λέει ο Μ. Λώλος, που θα θυμάται πάντα με ευγνωμοσύνη το νοσηλευτικό προσωπικό του νοσοκομείου. Οταν βγήκε από τον θάλαμο και είδε τα πρόσωπα των νοσοκόμων ήθελε να τις χαιρετήσει από κοντά, αλλά αυτό βεβαίως δεν μπορούσε να συμβεί. «Κορίτσια, μακάρι να μπορούσα να σας αγκαλιάσω όλες» τους είπε με δάκρυα στα μάτια.

Ετικέτες

Documento Newsletter