Με άρθρο της στην «Αυγή», η Έφη Αχτσιόγλου σχολιάζει την ακρίβεια και την άνοδο του πληθωρισμού.
Μεταξύ άλλων τονίζει: «Η Ελλάδα για ακόμα μία φορά -όπως είχε γίνει και το 2008- έχει την ατυχία να βρίσκεται μπροστά σε μια διεθνή κρίση με μια κυβέρνηση βαθιά ιδεοληπτική. Η Νέα Δημοκρατία στην αρχή αρνήθηκε το πρόβλημα της ακρίβειας, στη συνέχεια το υποτίμησε και κατέληξε να στηρίζει ανερυθρίαστα την αισχροκέρδεια. Τον λογαριασμό τον πληρώνουν οι πολίτες». Και συνεχίζει:
«Δεν πληρώνουν όμως όλοι οι πολίτες τον ίδιο λογαριασμό. Φυσικά ο πληθωρισμός αποτελεί μια διαβρωτική συνθήκη, που οδηγεί στην αύξηση της τιμής των πάντων, από την ενέργεια μέχρι το κουλούρι στον φούρνο της γειτονιάς. Την ίδια στιγμή όμως η γενική πραγματικότητα της ακρίβειας πλήττει περισσότερο εκείνους που έχουν τα λιγότερα. Η “πληθωριστική ανισότητα” υπογραμμίζει την έντονη ταξική διάσταση του φαινομένου.
»Οι λαϊκές οικογένειες, οι εργαζόμενοι του βασικού μισθού βλέπουν τα εισοδήματά τους να εξανεμίζονται για να καλύψουν βασικές βιοτικές ανάγκες. Αυτή τη στιγμή ο τοξικός συνδυασμός της ακρίβειας στα καύσιμα, στην ενέργεια και σε βασικά είδη στα σούπερ μάρκετ οδηγεί σε άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ πλούσιων και φτωχών. Μια ψαλίδα που άνοιγε, ωστόσο, πολύ πριν την επέλαση του πληθωρισμού εξαιτίας των αντικοινωνικών επιλογών της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Ο συντελεστής Gini -που αναφέρεται στην ανισότητα- συμπυκνώνει την πορεία της ελληνικής κοινωνίας τα τελευταία χρόνια: στο υψηλότερο σημείο το 2014, καθοδική πορεία χάρη στην κοινωνική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, άνοδος ξανά από το 2020 και πλέον κινείται σε επίπεδα τέτοια που παραπέμπουν στις χειρότερες στιγμές της οικονομικής κρίσης».
Και καταλήγει εκθέτοντας τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ:
«Την ίδια στιγμή, τα μέτρα κατά της ακρίβειας πρέπει να συνδεθούν με ένα πλέγμα πολιτικών που θα στηρίζουν αυτούς και αυτές που πλήττονται περισσότερο. Το νέο κοινωνικό κράτος που περιγράφει ο ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. είναι το άθροισμα ριζοσπαστικών τομών που μεταβάλλουν τους όρους του παιχνιδιού. Το πρόσφατο παράδειγμα της πολιτικής μας για την κατοικία είναι χαρακτηριστικό: εδώ ο στόχος είναι η εξασφάλιση του δικαιώματος σε αξιοπρεπή στέγαση, η ασφάλεια των πολιτών από τον φόβο της έξωσης ή της κατάσχεσης, η μείωση του ενοικίου μέσα από ένα πρόγραμμα ουσιαστικής υποστήριξης του διαθέσιμου εισοδήματος.
»Πρόκειται για μια μάχη διαρκείας. Μια μάχη που έχει στο επίκεντρό της την καταπολέμηση της κοινωνικής ανισότητας είναι βέβαιο ότι θα προκαλέσει τις αντιδράσεις εκείνων των λίγων που ευνοούνται από την ακρίβεια ή, ακόμα χειρότερα, την υποδαυλίζουν. Η δική μας πρόταση όμως ποτέ -και πόσο μάλλον τώρα- δεν απευθυνόταν σ’ αυτούς. Απευθύνεται στους πολλούς, που νιώθουν ότι τους αξίζει κάτι καλύτερο από το να φτάνει το τέλος του μήνα μέσα στην αγωνία. Και όλοι αυτοί απαιτούν πια μια “νέα αρχή”».