Τα τελευταία χρόνια μεγάλος είναι ο αριθμός των ατόμων που καταφεύγει σε κέντρα αδυνατίσματος προκειμένου να υποβληθεί στο μαγικό τεστ, δηλαδή το τεστ που δείχνει ποιες τροφές παχαίνουν τον καθένα ή αλλιώς το τεστ που δείχνει σε ποιες τροφές ο κάθε οργανισμός έχει δυσανεξία με συνέπεια την πρόσληψη βάρους.
Για να αρχίσουμε να καταρρίπτουμε το μύθο, να πούμε ότι δεν υπάρχει καμία επιστημονικά τεκμηριωμένη έρευνα, η οποία να δείχνει ότι υπάρχουν τροφές που παχαίνουν και άλλες που αδυνατίζουν, παρά μόνο θεωρίες.
Τι είναι η δυσανεξία τελικά;
Δυσανεξία είναι η κατάσταση όπου ο οργανισμός αδυνατεί να απορροφήσει τα θρεπτικά συστατικά των τροφών και να τα χρησιμοποιήσει φυσιολογικά για τις καθημερινές του ανάγκες. Τα δύο πιο σημαντικά είδη δυσανεξίας είναι η κοιλιοκάκη (δυσανεξία στη γλουτένη) και η δυσανεξία στη λακτόζη.
Η κοιλιοκάκη (δυσανεξία στην γλουτένη) είναι μια πάθηση του εντέρου κατά την οποία ο ασθενής είναι ευαίσθητος στη γλουτένη, μια πρωτεΐνη, η οποία βρίσκεται στο σιτάρι, στην βρώμη, στη σίκαλη και στο κριθάρι. Η κατανάλωση γλουτένης ενεργοποιεί τους ανοσολογικούς μηχανισμούς, οι οποίοι προκαλούν βλάβη στην εσωτερική επιφάνεια του λεπτού εντέρου, επηρεάζοντας με αυτό τον τρόπο τη σωστή απορρόφηση των θρεπτικών ουσιών.
Η δυσανεξία στη λακτόζη από την άλλη προκαλείται εξαιτίας της έλλειψης λακτάσης, ενός ενζύμου που είναι υπεύθυνο για την πέψη της λακτόζης. Τότε ο οργανισμός δεν μπορεί να διασπάσει το γάλα και τα γαλακτοκομικά προϊόντα με συνέπεια διάρροια, αέρια, τυμπανισμό, κοιλιακούς πόνους και δυσφορία.
Το συμπέρασμα
Είναι φανερό ότι η δυσανεξία δεν είναι κάτι απλό και πρέπει να αντιμετωπίζεται πάντα ιατρικά. Από την άλλη είναι σαφές ότι οποιοσδήποτε τύπος δυσανεξίας δεν θα μπορούσε να παχύνει κανέναν.
Κλείνοντας να επισημάνουμε ότι πρόσφατα το υπουργείο υγείας δημοσίευσε απόφαση που απομυθοποιεί τα περιβόητα τεστ δυσανεξίας και μεταξύ άλλων αναφέρει:
Από τις εναλλακτικές μεθόδους, ουδεμία ως τώρα έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά, συνεπώς δεν πρέπει να εφαρμόζεται ούτε για διάγνωση ούτε για θεραπεία.
Ουδεμία σχέση, τουλάχιστον έως τώρα επιστημονικά τεκμηριωμένη, έχουν οι τροφικές υπερευαισθησίες με το σωματικό βάρος ή το μεταβολικό ρυθμό, τη ρύθμισή του, την απώλεια βάρους και το σχεδιασμό διαιτολογίου με αυτό το σκοπό.
Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν στο εμπόριο αξιόπιστα και πιστοποιημένα για τη διαγνωστική τους αξία κλινικά τεστ ανίχνευσης διατροφικών δυσανεξιών.
Η χρησιμοποίηση των τεστ δυσανεξίας σε προγράμματα απώλειας βάρους δεν έχει καμία επιστημονική βάση, αφενός διότι τα τεστ τα οποία χρησιμοποιούνται δεν έχουν διαγνωστική αξία, αφετέρου διότι οι τροφικές δυσανεξίες δεν σχετίζονται με την απώλεια βάρους. Συνεπώς, τα τεστ αυτά δεν πρέπει να χρησιμοποιούνται σε διαιτολογικά κέντρα, ως εργαλεία τα οποία καθορίζουν τα προγράμματα απώλειας βάρους, αφενός διότι ουδέν αποτέλεσμα έχουν, αφετέρου μπορούν να οδηγήσουν σε σημαντικές διατροφικές ελλείψεις με τον αποκλεισμό τροφών.
Πηγή:Runnfun