Δουλειές μαφίας

«Η επίκληση του απορρήτου σε τέτοιες περιπτώσεις (υποκλοπών) υποτάσσεται στην ανάγκη κάθαρσης του δημόσιου βίου». Το συμπέρασμα δεν ανήκει σε κάποιον αριστερό δικαιωματιστή αλλά στον Κώστα Καραμανλή, πρώην πρωθυπουργό, ιστορικό στέλεχος και πρώην πρόεδρο της ΝΔ. Εχει δίκιο ο Κώστας Καραμανλής ή συμπεριέλαβε τη συγκεκριμένη φράση στην ομιλία του στα Ανώγεια για να χτυπήσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη;

Στις δημοκρατίες κάθε απόρρητη διαδικασία έχει θεσπιστεί για να τις προστατεύει και όχι για να τις υποσκάπτει. Οι απόρρητες διαδικασίες που προβλέπονται ακόμη και στις υπηρεσίες πληροφοριών όπως η ΕΥΠ δεν τηρούνται για να απειλήσουν τα δικαιώματα των πολιτών αλλά για να προστατεύσουν την ασφάλεια της χώρας και του πολιτεύματός της, δηλαδή της δημοκρατίας.

Οταν ένας εισαγγελέας τηρεί απόρρητες διαδικασίες κατά τη διάρκεια μιας έρευνας, δεν το κάνει για να μπορεί να ασκήσει δίωξη σε όποιον θέλει χωρίς να δίνει λογαριασμό σε κανέναν, αλλά για να διασφαλίσει το αδιάβλητο της έρευνας και το δίκαιο του αποτελέσματος. Οταν ένας αστυνομικός κρατά απόρρητες πληροφορίες, δεν το κάνει για να μπορεί να τις «μαγειρέψει» ή να τις στρεβλώσει αλλά για να διαφυλάξει ότι όλα θα γίνουν χωρίς παρεμβάσεις και χωρίς τον κίνδυνο να κατηγορηθούν και να εκτεθούν αθώοι. Οταν ο δημοσιογράφος τηρεί το απόρρητο των πηγών του, δεν το κάνει για να αυθαιρετεί στην πληροφόρηση αλλά για να προστατεύει αυτούς που δέχονται να του δώσουν την πληροφορία.

Εν ολίγοις, το απόρρητο και η διαφύλαξή του σε μια δημοκρατία δεν υπάρχουν για να καλύπτουν εγκλήματα και εγκληματίες. Οταν κάποιος καταθέτει ως μάρτυρας σε ένα δικαστήριο για φόνο, δεν λέει δεν μπορώ να καταθέσω γιατί θα αποκαλυφθεί πού βρισκόμουν εκείνη την ώρα και έτσι θα δημοσιοποιηθούν προσωπικά μου δεδομένα. Είναι υποχρεωμένος να καταθέσει και αν αρνηθεί, θα έχει τις συνέπειες του νόμου.

Στην περίπτωση των υποκλοπών, από την κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει διαπραχθεί έγκλημα κατά των πολιτών και της δημοκρατίας. Η παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη είναι παράνομη ενέργεια που… κουρελοποιεί το σύνταγμα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ομολόγησε πως αν γνώριζε για την παρακολούθηση, δεν θα την επέτρεπε.

Αυτό οδηγεί σε δύο σενάρια: ή ο πρωθυπουργός θα έκανε παρέμβαση στη Δικαιοσύνη, παρότι ο Ανδρουλάκης είχε εγκληματική δράση, ή δεν είχε εγκληματική δράση και παρακολουθήθηκε με υπογραφή εισαγγελέα μεν αλλά καταχρηστικά και επί της ουσίας παράνομα. Κανένας δεν θέλει να ισχύει ότι ο πρωθυπουργός της χώρας θα κάλυπτε κάποιον εγκληματία, πράκτορα ξένων δυνάμεων ή εξωγήινων. Είναι προτιμότερο το αθώο σενάριο για τον Μητσοτάκη, ότι έγινε κάτι άσχημο καθ’ υπερβολή. Ισχύει; Θα ίσχυε ίσως αν ο Μητσοτάκης δεν αποδείκνυε κάθε μέρα ότι είναι ένοχος και μάλιστα για τα χειρότερα.

Ηλεγχε ο ίδιος την ΕΥΠ, τη διαμόρφωσε όπως ήθελε για να κατασκοπεύει πολιτικούς αντιπάλους και σήμερα εμποδίζει να γίνει έρευνα και να πέσει φως, όπως ζήτησε ο Κώστας Καραμανλής.

Οι τακτικισμοί ενοχής όμως από τον Μητσοτάκη αποκαλύπτουν πόσο περιττή θεωρεί τη δημοκρατία.

Στην πιο πρόσφατη σκηνή του εγκλήματος, τα μέλη της ΝΔ στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής επέτρεψαν ή μάλλον επέβαλαν σε όσους «ύποπτους» κάλεσαν για να εξετάσουν ομερτά. Αυτή την ομερτά, την οποία συναντάς στις μαφίες, τη βάφτισαν «απόρρητο».

Σύμφωνα με το άρθρο 43Α του κανονισμού της Βουλής «στην επιτροπή θεσμών και διαφάνειας ανήκει ο κοινοβουλευτικός έλεγχος για τα ζητήματα που αφορούν τη δραστηριότητα της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (Ε.Υ.Π.)». Στην επιτροπή προφανώς δεν ανήκει ο επιχειρησιακός έλεγχος της ΕΥΠ, ο οποίος ασκείται από τη διοίκησή της αλλά ο θεσμικός. Ο έλεγχος δηλαδή για το αν η ΕΥΠ λειτουργεί μες στα δημοκρατικά πλαίσια και στους νόμους του κράτους δικαίου. Μετά την πτώση της χούντας τα κοινοβουλευτικά κόμματα έχουν συμφωνήσει ότι η ΕΥΠ δεν μπορεί να δρα ανεξέλεγκτα και πρέπει να τελεί υπό τον έλεγχο της εκλεγμένης Βουλής. Αρμοδιότητα της Επιτροπής Θεσμών μάλιστα είναι και ο έλεγχος για την καταλληλότητα της ίδιας της διοίκησης της ΕΥΠ.

Γίνεται αντιληπτό ότι δεν είναι δυνατός ο θεσμικός έλεγχος της ΕΥΠ αν ο ελεγχόμενος για παρανομία από την Επιτροπή Θεσμών απαντά ότι δεν απαντά για λόγους απορρήτου. Αν στις προθέσεις του νομοθέτη (του συνόλου των κοινοβουλευτικών κομμάτων εν προκειμένω) ήταν να μην ελέγχεται η ΕΥΠ, τότε δεν θα προβλεπόταν έλεγχος από την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας.

Ακόμη όμως και αν υποθέσουμε ότι οι αρμοδιότητες της επιτροπής της Βουλής για κάποιους είναι θέμα ερμηνείας, ο ίδιος ο νόμος που διέπει τη λειτουργία και το «απόρρητο» της ΕΥΠ, ο 3649/2008 (άρθρο 14, παράγραφος 4), λέει ρητά ότι ο πολιτικός προϊστάμενος της ΕΥΠ μπορεί να δώσει άδεια να αρθεί η κάθε δέσμευση απορρήτου που αφορά την υπηρεσία. Ο ίδιος ο Μητσοτάκης δηλαδή έπρεπε να δώσει άδεια και δεν το έκανε ώστε να ενημερωθεί η επιτροπή για τους λόγους παρακολούθησης του Ανδρουλάκη. Κάλυψε τον εαυτό του και το έγκλημά του.

Ας πάμε όμως στο ειδικό. Η πλειοψηφία της ΝΔ στην εν λόγω επιτροπή επέλεξε τη fast track εξέταση όσων κλήθηκαν ενώπιόν της και μάλιστα με διαδικασία μαζικής προσέλευσης και επιτηδευμένης σύγχυσης. Το δεύτερο που έκανε ήταν αντί να τονίσει σε όσους εξετάστηκαν ότι έχουν ποινικές ευθύνες αν δεν απαντούν σε ερωτήσεις, τους παραχώρησε το συγκαλυπτικό δικαίωμα του απορρήτου. Δεν πρόκειται για μη τήρηση της διαδικασίας αλλά για επιλογή κοινοβουλευτικής και συνταγματικής εκτροπής. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν ευθύνη που παρευρέθηκαν σε αυτήν τη διαδικασία, αντί να αποχωρήσουν και να την καταγγείλουν. Συμμετείχαν έτσι στη διαδικασία διακωμώδησης και ευτελισμού του κοινοβουλευτισμού.

Σε αυτήν τη διαδικασία, λοιπόν, προσήλθε ο πρώην μετακλητός υπάλληλος του Μαξίμου και πρωθυπουργικός ανιψιός Γρηγόρης Δημητριάδης κι έβγαλε τη γλώσ

σα σε εκλεγμένους αντιπροσώπους του κοινοβουλίου λέγοντας ότι δεν απαντά σε ερωτήσεις λόγω του απορρήτου. Ο έχων την ιδιότητα του ανιψιού και μόνο και κατά πάσα πιθανότητα και του ενόχου μέσω ποιας νομικής ή άλλης διαδικασίας απένειμε στον εαυτό του τη «σιωπή απορρήτου»; Σε αντίθεση με τους βουλευτές-μέλη της επιτροπής που δεσμεύονται από το απόρρητο ακόμη και όταν αποχωρήσουν από το αξίωμα του βουλευτή, όπως προβλέπει ο νόμος, ο Δημητριάδης από πού την ψώνισε αυτήν τη βολική δικαιολογία. Κι όταν αποφάσισε να τη στρέψει στα μούτρα των μελών του εθνικού κοινοβουλίου, γιατί δεν τον οδήγησαν στον εισαγγελέα;

Αυτήν τη στιγμή το πρόβλημα δεν είναι μόνο η εκτροπή από τις δημοκρατικές προβλέψεις, αλλά η προσπάθεια του Μητσοτάκη και μιας ομάδας συνενόχων του και στη Δικαιοσύνη να καθιερώσουν στην Ελλάδα κανόνες μαφίας. Η αντιπολίτευση οφείλει να καταδείξει τον ρόλο τους και να ζητήσει να εφαρμοστούν οι νόμοι. Οι κανονικοί, όχι της μαφίας

Απόρρητο επικαλέστηκε και η εισαγγελέας της ΕΥΠ Βασιλική Βλάχου με βάση, όπως ειπώθηκε, απόφαση εισαγγελέων του Αρείου Πάγου του 2011 που αποφάσισαν ότι η ηγεσία των ανώτατων δικαστηρίων δεν μπορεί να ελεγχθεί από τις επιτροπές της Βουλής γιατί κάτι τέτοιο συνιστά παρέμβαση στη δικαστική εξουσία και καταστρατηγεί τη διάκριση των εξουσιών. Η κ. Βλάχου δεν ανήκει βέβαια στην ηγεσία του Αρείου Πάγου, εκτός και αν της έχει αποδοθεί τέτοιο αξίωμα από αόρατα κέντρα. Αλλά ακόμη κι έτσι να ήταν, είναι σαν να λέμε ότι παίρνει απόφαση η Βουλή ώστε οι βουλευτές να μη δικάζονται από τη Δικαιοσύνη γιατί αυτό αποτελεί παρέμβαση της δικαστικής εξουσίας επί της νομοθετικής. Πρόκειται για μια απόφαση των εισαγγελέων του Αρείου Πάγου που είχε στηρίξει ένθερμα ο τότε πρόεδρος της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων και νυν αντιπρόεδρος της Βουλής Χαράλαμπος Αθανασίου, η οποία εν τοις πράγμασι δεν έχει καμιά εφαρμογή, αφού από το 2011 έως σήμερα έχουν υπάρξει δεκάδες επιτροπές της Βουλής στις οποίες κατέθεσαν δικαστές και εισαγγελείς, ακόμη και μέλη της ηγεσίας του Αρείου Πάγου.

Ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ και επίτιμος πρόεδρος του ΣτΕ υποστήριξε στην επιτροπή ότι δεν υπάρχει κανένα απόρρητο έναντι της Βουλής των Ελλήνων. Δεν υπάρχουν διαδικασίες που παρακάμπτουν ή ακυρώνουν το εκλεγμένο όργανο των Ελλήνων στο όνομα όποιων αναγκών. Οργανα παράκαμψης της Βουλής δεν υπάρχουν στις δημοκρατίες. Οποιος αμφισβητεί τον συνταγματικό ρόλο της Βουλής, τη διαφάνεια και τον έλεγχο θέτει εαυτόν εκτός δημοκρατίας.

Αυτήν τη στιγμή το πρόβλημα δεν είναι μόνο η εκτροπή από τις δημοκρατικές προβλέψεις, αλλά η προσπάθεια του Μητσοτάκη και μιας ομάδας συνενόχων του και στη Δικαιοσύνη να καθιερώσουν στην Ελλάδα κανόνες μαφίας.

Η αντιπολίτευση οφείλει να καταδείξει τον ρόλο τους και να ζητήσει να εφαρμοστούν οι νόμοι. Οι κανονικοί, όχι της μαφίας.