Ποινική δίωξη σε βαθμό κακουργήματος άσκησε η Εισαγγελία Διαφθοράς κατά παντός υπευθύνου κατασκευαστικής εταιρείας, συμφερόντων της οικογένειας Μπόμπολα για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και απάτη ύψους περίπου 50 εκατομμυρίων ευρώ, αδικήματα που αφορούν στην κατασκευή αυτοκινητοδρόμου στα Σκόπια.
Η απάτη η οποία φέρεται ότι έχει τελεστεί σε βάρος των συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποκαλύφθηκε μετά από καταγγελίες του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης στα Σκόπια Ζόραν Ζάεβ για ατασθαλίες στην εργολαβία του αυτοκινητοδρόμου Ντέμιρ Κάπια – Σμόκβιτσα που είχε αναλάβει η συγκεκριμένη κατασκευαστική εταιρεία.
Ακολούθησε έκθεση της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) στην οποία περιγράφονται μεταξύ άλλων υπέρογκες αμοιβές στο προσωπικό της εταιρείας οι οποίες ξεπερνούν κατά πολύ τους μισθούς στη γειτονική χώρα.
Σύμφωνα με την επίμαχη έκθεση, τα ύψος των αποδοχών που εμφανίζονταν να λαμβάνουν διάφορα πρόσωπα κατά την χρονική περίοδο 2012-2013 αποτελεί ένδειξη ότι είτε τα χρήματα αυτά δεν προορίζονταν για τα στελέχη αυτά, και άρα διοχετεύονταν σε τρίτους, είτε είχαν ως πραγματικό σκοπό τη διόγκωση του τιμήματος του έργου.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της OLAF, με αφορμή τα οποία ξεκίνησε η εισαγγελική έρευνα, οι μισθοί που εμφανίζονταν να εισπράττουν ορισμένα στελέχη της κατασκευαστικής εταιρείας έφταναν στο «εξωπραγματικό» για τα οικονομικά δεδομένα των Σκοπίων το ποσό των 110.000 ευρώ, μηνιαίως.
Η υπόθεση κατασκευής του αυτοκινητοδρόμου, ύψους 270.000.000 ευρώ η οποία πυροδότησε οξεία πολιτική αντιπαράθεση στα Σκόπια με την αντιπολίτευση να μιλά για μεγάλη υπόθεση διαφθοράς αφού η ελληνική εταιρεία, φέρεται, σύμφωνα με καταγγελίες, να κέρδισε το έργο αν και η προσφορά της ήταν σημαντικά υψηλότερη (κατά 40.000.000 ευρώ) από αυτές των ανταγωνιστών της. Οι σχετικές καταγγελίες έκαναν λόγο για Έλληνες πολίτες που έφταναν οργανωμένα στα Σκόπια και
οι οποίοι δεν ασχολούνταν με την κατασκευή του αυτοκινητοδρόμου, αλλά εισέπρατταν από την εταιρεία, μέσω του υποκαταστήματος της Stopanska Banka, μεγάλα χρηματικά ποσά σε μετρητά (20.000 έως και 90.000 ευρώ), βάσει συμβάσεων έργου. Σε λιγότερο μάλιστα από έναν χρόνο φέρεται ότι μπήκαν στη γειτονική χώρα γι αυτόν τον σκοπό συνολικά 96 Έλληνες πολίτες .
Εννέα δε από αυτά τα άτομα εμφανίζονται να έχουν το ίδιο επώνυμο αλλά διαφορετικό όνομα.
Από την πλευρά της, η κατασκευαστική εταιρεία έχει χαρακτηρίσει «αβάσιμα και αδικαιολόγητα» τα σχετικά δημοσιεύματα του σκοπιανού και διεθνούς Τύπου.
Όπως έχει υποστηρίξει ότι «από την έναρξη του έργου όλες οι δραστηριότητες και όλες οι σχετικές οικονομικές συναλλαγές εκτελούνται σύμφωνα με τους διεθνείς και τοπικούς νόμους και κανονισμούς. Αυτό σημαίνει ότι οποιαδήποτε συναλλαγή καλύπτεται από συμβάσεις και τιμολόγια, οι φόροι υπολογίζονται και πληρώνονται και τελικώς όλες οι πληρωμές γίνονται μέσω τραπεζικού συστήματος, όπως απαιτείται από τον νόμο».