Η κυβέρνηση πάγωσε την προσπάθεια της ΡΑΕ για πλαφόν στις τιμές και οι αυξήσεις της χονδρικής, που χτύπησαν κόκκινο, θα περάσουν στους καταναλωτές
Οι εταιρείες έκαναν λόμπινγκ στο υπουργείο Ενέργειας και κατάφεραν να «πείσουν» τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστα Σκρέκα να σταματήσει επί τέσσερις εβδομάδες η διαβούλευση της ΡΑΕ για την προστασία των καταναλωτών
Την Τρίτη 3 Αυγούστου ενώ η Ελλάδα πληττόταν από τον μεγαλύτερο καύσωνα των τελευταίων 40 χρόνων κατέγραφε μια αρνητική πανευρωπαϊκή πρωτιά: έγινε η χώρα με την υψηλότερη χονδρεμπορική τιμή ρεύματος στην Ευρώπη, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία του Energylive η τιμή χονδρικής έφτασε τα 154 ευρώ ανά μεγαβατώρα, έναντι 149,82 της Βουλγαρίας, 136,73 της Ρουμανίας και 128,13 της Σερβίας, των γειτονικών χωρών που επίσης δοκιμάζονταν από τον καύσωνα.
Αλλά και την επόμενη μέρα, 4 Αυγούστου, η άνοδος της υψηλής ελληνικής τιμής συνεχίστηκε ως τα 185,59 ευρώ ανά μεγαβατώρα, καταγράφοντας αύξηση 20% σε μια μέρα, η οποία υπήρξε συγκριτικά πολύ μεγαλύτερη της αύξησης που καταγράφηκε π.χ. στην ομοιοπαθή Βουλγαρία.
Καύσωνας και τιμές
Η εκτόξευση της ελληνικής χονδρικής τιμής ενέργειας σε ευρωπαϊκά επίπεδα ρεκόρ είχε εν μέρει συγκυριακό χαρακτήρα και συνδέεται με τον καύσωνα των ημερών ο οποίος άλλαξε το ενεργειακό μείγμα της ημερήσιας ηλεκτροπαραγωγής προς όφελος των ακριβότερων μορφών ενέργειας.
Συγκεκριμένα, οι ΑΠΕ –με εξαίρεση την παλιά τεχνολογία των υδροηλεκτρικών που είχαν σημαντική συμβολή στην παραγωγή (12%)– δεν απέδιδαν με τη ζέστη (5%): τα αιολικά επειδή δεν φύσαγε και τα φωτοβολταϊκά επειδή μπλόκαραν τα ηλεκτρονικά τους συστήματα. Για τον λόγο αυτό περίπου το ήμισυ της ημερήσιας ηλεκτροπαραγωγής τις μέρες του καύσωνα προήλθε από το εισαγόμενο και πανάκριβο, ευρισκόμενο σε ιστορικό υψηλά 15 ετών φυσικό αέριο, άλλο ένα 20% από τις μονάδες του εγχώριου φτηνού λιγνίτη, που η λειτουργία τους ακριβαίνει εξαιτίας των υψηλών τελών αερίων ρύπων που έχει η Ευρώπη των υψηλών κλιματικών στόχων, κι άλλο ένα 20% από εισαγωγές. Αλλά και οι εισαγωγές που έγιναν ήταν ακριβές επειδή έγιναν στο σύνολό τους από τις βαλκανικές χώρες που είχαν πρόβλημα υψηλών τιμών τη συγκεκριμένη περίοδο, καθώς η Ιταλία που έχει πιο χαμηλές τιμές και κάνει εισαγωγές ρεύματος από άλλες χώρες με φτηνότερες τιμές όλο κάτι επικαλείται – μια συντήρηση, μια βλάβη– για να μη λειτουργεί το καλοκαίρι τη διασύνδεση με την Ελλάδα και να μην εξάγει ενέργεια σε μας.
Στρέβλωση ανταγωνισμού
Πέρα από τα τεχνικά του καύσωνα, αν λάβουμε υπόψη ότι τα ισχυρά ανατιμητικά φαινόμενα στη χονδρεμπορική αγορά ενέργειας ξεκίνησαν πριν από οκτώ μήνες με την εισαγωγή του χρηματιστηριακού μοντέλου διαμόρφωσης των τιμών (target model) στην Ελλάδα και ότι από τον Ιανουάριο 2021 ως τον Ιούνιο η ελληνική χονδρική τιμή αυξήθηκε κατά 50%, και τον Ιούλιο ξανά κατά 25%, εύκολα συνάγεται πως για την τρέχουσα ελληνική πανευρωπαϊκή πρωτιά στην ακριβή ενέργεια όσο φταίει ο καύσωνας άλλο τόσο φταίνε και οι στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που τροφοδοτούν κερδοσκοπικά παιχνίδια.
Αυτά τα παιχνίδια θα αρχίσουν όμως να τα πληρώνουν από αυτό τον μήνα τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις. Αυτό θα συμβεί επειδή οι μεγάλες διψήφιες αυξήσεις της χονδρικής τιμής που καταγράφονται από τον Ιούνιο και μετά (ενδεικτικά, η μέση τιμή μεγαβατώρας τον Μάιο ήταν 63,16, τον Ιούνιο έφτασε τα 83,47 ευρώ, τον Ιούλιο αναμένεται να κλείσει στα 90 ευρώ και τον Αύγουστο ακόμη υψηλότερα) οδηγούν στην ενεργοποίηση των ρητρών ΟΤΣ που περιλαμβάνουν στους λογαριασμούς τους όλοι οι εναλλακτικοί πάροχοι και από τις 5 Αυγούστου και η ΔΕΗ για το τιμολόγιο Γ1.
Δύο ειδών αυξήσεις
Από αυτό τον μήνα οι λογαριασμοί θα επιβαρυνθούν με δύο κατηγοριών αυξήσεις:
Πρώτον, τις αυξήσεις του ΑΔΜΗΕ για τα τέλη χρήσης του δικτύου, που για τα νοικοκυριά είναι χαμηλές, της τάξης του 3,5%, αλλά για τις επιχειρήσεις που λαμβάνουν ρεύμα από τη μέση τάση φτάνουν το 15,6%.
Δεύτερον, τα αυξημένα τιμολόγια όλων των παρόχων (ΔΕΗ και εναλλακτικοί) για την κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος, όπου αναμένεται το μεγάλο σοκ, καθώς το σύνολο της αύξησης της χονδρικής τιμής (50% ή και περισσότερο) θα μετακυλιστεί στους καταναλωτές.
Για να προστατευτούν οι καταναλωτές από το ηλεκτροσόκ των αυξήσεων στο ρεύμα η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας, που στο ισχύον μοντέλο έχει την εποπτεία και την ευθύνη για την ορθή λειτουργία της αγοράς, επιχείρησε πριν από τρεις εβδομάδες παρέμβαση με προτάσεις και κάλεσε σε διαβούλευση τους παρόχους με σκοπό τη συγκράτηση των αυξήσεων και την ενίσχυση του ανταγωνισμού. Οι προτάσεις της ΡΑΕ όμως δεν άρεσαν στις εταιρείες. Ιδίως η πρόταση περί επιβολής πλαφόν 30% στις μηνιαίες διακυμάνσεις που μπορεί να έχει η τιμή της κιλοβατώρας λόγω της αύξησης της χονδρικής.
Πάγωσαν… τη ΡΑΕ
Σύμφωνα με πληροφορίες οι εταιρείες έκαναν λόμπινγκ στο υπουργείο Ενέργειας και κατάφεραν να «πείσουν», με αποτέλεσμα η διαβούλευση της ΡΑΕ να παγώσει επί τέσσερις εβδομάδες, χωρίς μάλιστα να δοθούν εξηγήσεις για τον λόγο. Και ήταν ακριβώς η θέση των εταιρειών που αντηχούσε στα λόγια του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστα Σκρέκα, ο οποίος μιλώντας την περασμένη Τρίτη στον Σκάι, παρότι ρωτήθηκε επίμονα από τους δημοσιογράφους για τις επικείμενες αυξήσεις στα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος, αρνήθηκε επίμονα να απαντήσει, με το επιχείρημα ότι αυτά τα ορίζουν οι εταιρείες και ότι δουλειά της κυβέρνησης είναι να δημιουργεί «ανταγωνιστική αγορά» από την οποία οι καταναλωτές θα πρέπει να βρουν τον κατάλληλο προμηθευτή.
Το ερώτημα βεβαίως σχετικά με το ποιος και γιατί πάγωσε σιωπηρά την παρέμβαση που είχε δρομολογήσει η ΡΑΕ ως κατεξοχήν αρμόδια για τη λειτουργία της ανταγωνιστικής αγοράς υπέρ των καταναλωτών δεν τέθηκε στον αρμόδιο υπουργό.