Ερωτήματα και υποψίες προκαλεί η επιλογή του να καταθέσει δύο μηνυτήριες αναφορές αντί να στραφεί εναντίον τους με μήνυση
Οσο οι αρμόδιοι εισαγγελικοί λειτουργοί με την αργοπορία τους στη διερεύνηση του πολύκροτου σκανδάλου των υποκλοπών παγιώνουν την αντίληψη ότι η τρίτη εξουσία έχει μετατραπεί σε πρωθυπουργικό σωματοφύλακα, υποψίες προκαλεί η άτσαλη αντίδραση του Νίκου Ανδρουλάκη μετά την αποκάλυψη του Documento για τους λόγους που οδήγησαν στην άρση του τηλεφωνικού του απορρήτου ύστερα από σχετική ενημέρωση χώρας της Βαλτικής εξαιτίας της προσπάθειας του κινεζικού κολοσσού Huawei να διεισδύσει στην αγορά της Ευρώπης. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ επιτέθηκε στην εφημερίδα και σε όποιον άλλον βρήκε μπροστά του με τρόπο που μόνο συμβατός δεν είναι για τον αρχηγό του τρίτου κόμματος.
Ακόμη κι αν παραλείψουμε την άξεστη συμπεριφορά του Ν. Ανδρουλάκη, δεν θα μπορούσαμε να παραγνωρίσουμε τα θολά σημεία από τα ένδικα μέσα που κίνησε μετά τις αλλεπάλληλες αποκαλύψεις για τα παρακρατικά «κατορθώματα» του «επιτελικού κράτους». Τέλη Ιουλίου ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ περνά το κατώφλι του Αρείου Πάγου. Στον απόηχο της παγίδευσης του Θανάση Κουκάκη από το Predator, ο Ν. Ανδρουλάκης καταθέτει μηνυτήρια αναφορά για την απόπειρα παρακολούθησής του από το κακόβουλο λογισμικό μέσω sms τον Σεπτέμβριο του 2021, κάτι που πιστοποιήθηκε μέσω της Ειδικής Υπηρεσίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου που έλεγξε το κινητό του.
Λίγες μέρες αργότερα η μηνυτήρια αναφορά κατατέθηκε και στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ), ενώ όπως ήταν λογικό και επόμενο λόγω των ελάχιστων στοιχείων και συνδέσεων που υπήρχαν με την Ηρώδου Αττικού, η μήνυση στρεφόταν κατά παντός υπευθύνου.
Δεύτερη αναφορά
Στις 20 Σεπτεμβρίου 2022, με την παρακολούθησή του και από την ΕΥΠ να έχει διασαφηνιστεί μέσω των παραιτήσεων Κοντολέων – Δημητριάδη και της παραδοχής Μητσοτάκη περί «λάθους» μέσω διαγγέλματος, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ καταθέτει συμπληρωματική μηνυτήρια αναφορά.
Μπορεί ο εγκέφαλος και οι βραχίονες του επιτελικού παρακράτους να είχαν αποσαφηνιστεί, αλλά και πάλι ο Ν. Ανδρουλάκης επέλεξε να μην προχωρήσει σε προσωποποιημένες κατηγορίες, επιλέγοντας μια νεφελώδη δικονομική τακτική, η οποία μέχρι στιγμής μοιάζει να έχει ωφελήσει όσους προσπαθούν να «θάψουν» το σκάνδαλο.
Ειδικότερα, η συμπληρωματική μηνυτήρια αναφορά αφορούσε την κακουργηματική πράξη της παραβίασης της ασφάλειας τηλεφωνικών επικοινωνιών και συναφή αδικήματα και το πλημμέλημα της παραβίασης τηλεφωνικού απορρήτου. Παράλληλα, ο Ν. Ανδρουλάκης κατέθεσε αίτημα κλήσης μαρτύρων και κατάσχεσης εγγράφων. Ειδικότερα, το θύμα του παρακρατικού μηχανισμού ζητούσε να κληθούν ο ανιψιός του Κυριάκου Μητσοτάκη και πρώην γγ του πρωθυπουργικού γραφείου Γρηγόρης Δημητριάδης, οι νομικοί εκπρόσωποι των εταιρειών Krikel και Intellexa, οι πρώην διοικητές της ΕΥΠ Γιάννης Ρουμπάτης και Παναγιώτης Κοντολέων, αλλά και ο διάδοχος του «βιολιστή» της ΕΥΠ Θεμιστοκλής Δεμίρης, όπως επίσης υποδιοικητές και στελέχη της υπηρεσίας, η πρώην αρμόδια εισαγγελέας Βασιλική Βλάχου, καθώς και δημοσιογράφοι που έχουν ασχοληθεί επισταμένα με το σκάνδαλο.
Τι ήθελε να αποφύγει;
Ενώ, λοιπόν, οι ωτακουστές του είχαν ταυτοποιηθεί, ο Ν. Ανδρουλάκης τους έδωσε την επιλογή να κληθούν ενώπιον της Δικαιοσύνης και να επικαλεστούν το απόρρητο. Και ο πρωτοετής φοιτητής νομικής γνωρίζει τη διαφορά μεταξύ μήνυσης και μηνυτήριας αναφοράς. Η μήνυση στοχεύει κατά προσώπων (in personam) επί τη βάσει συγκεκριμένων αδικημάτων, ενώ η μηνυτήρια αναφορά περιλαμβάνει τις κατηγορίες χωρίς όμως να τις προσωποποιεί. Η επιμονή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ στη φόρμουλα της μηνυτήριας αναφοράς σε συνδυασμό με το αίτημα για κλήση των πρωταγωνιστών του σκανδάλου με την ιδιότητα των μαρτύρων δίνουν τη δυνατότητα στους Π. Κοντολέων, Γρ. Δημητριάδη, Β. Βλάχου και στα λοιπά στελέχη της υπηρεσίας που εκτέλεσαν τον παρακρατικό σχεδιασμό να κρυφτούν –όταν και εάν κληθούν ποτέ να καταθέσουν– πίσω από τη βολική επίκληση απορρήτου.
Σε αντίθετη περίπτωση, δηλαδή εάν ο Ν. Ανδρουλάκης είχε καταθέσει μήνυση, οι ωτακουστές του θα έπρεπε να αποδεί-ξουν την αθωότητά τους μέσω της επίκλησης στοιχείων που θα αφορούσαν τα αίτια άρσης του τηλεφωνικού του απορρήτου. Ως εκ τούτου, η επιλογή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ προκαλεί ερωτήματα, αφού η δικονομική πορεία που χάραξε έδωσε δυνατότητα διαφυγής στους παρακολουθητές του. Μάλιστα, τα ερωτήματα αυξάνονται με δεδομένο ότι ο Ν. Ανδρουλάκης προκαλεί συχνά πυκνά τον πρωθυπουργό να άρει το απόρρητο στα στελέχη της ΕΥΠ τη στιγμή που αυτό το προαπαιτούμενο θα μπορούσε να παρακαμφθεί μέσω των προσωποποιημένων κατηγοριών κατά των πρωταγωνιστών του σκανδάλου.
«Χάδι στους υποκλοπείς»
Οπως εξηγούν στο Documento νομικές πηγές, η συμπληρωματική μηνυτήρια αναφορά του Ν. Ανδρουλάκη αποτελεί «χάδι στους υποκλοπείς».
«Οταν κατατέθηκε ήταν γνωστά τα πρόσωπα και έπρεπε να γίνει μήνυση εναντίον τους. Δηλαδή κατά των Κοντολέων – Δημητριάδη, Βλάχου και όσων υπογράφουν τις εκθέσεις και τα σχετικά έγγραφα για την παράνομη παρακολούθηση» τονίζουν και επισημαίνουν ότι «εν προκειμένω, η μηνυτήρια αναφορά σκορπίζει τον έλεγχο και την ευθύνη παντού. Σαν να λέμε: “Oλοι είναι υπεύθυνοι και παράλληλα δεν είναι κανένας”».
Αναλύουν δε πως «το δικονομικά ορθόν είναι να κάνεις μήνυση κατά συγκεκριμένων προσώπων και στο τέλος να σημειώνεται “κατά παντός άλλου υπευθύνου που θα αναζητηθεί κατά τη δικαστική διαδικασία”».