Δύο ερευνητές-μαχητές δημοσιογράφοι μοιράζονται το Νόμπελ Ειρήνης για το 2021. Ο Ντμίτρι Μουράτοφ από τη Ρωσία και η Μαρία Ρέσα από τις Φιλιππίνες, ταλαιπωρημένοι και οι δύο από τον αυταρχισμό της εξουσίας, θα υψώσουν το Νόμπελ ως δικαίωση για τους αγώνες τους, δημιουργώντας ταυτόχρονα ένα βαθύ συμβολισμό: τίποτε ειρηνικό δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς αληθινή ενημέρωση. Η απουσία της ελευθεροτυπίας ανοίγει την πόρτα σε έναν σκοτεινό και ταραγμένο κόσμο.
Ο Μουράτοφ, διευθυντής και δημοσιογράφος της «Novaya Gazeta», αντικατοπτρίζει τη δημοσιογραφία που βρέθηκε αντιμέτωπη με τα όπλα και τον φονικό αυταρχισμό. Εξι δημοσιογράφοι του Μουράτοφ και της «Novaya Gazeta», ανάμεσά τους και η Αννα Πολιτκόφσκαγια, έχουν πέσει νεκροί στον ακήρυχτο πόλεμο με το καρτέλ εξουσίας και μαφίας.
Η Μαρία Ρέσα από την πλευρά της δεν απειλήθηκε με θάνατο, όπως ο Μουράτοφ. Στη δημοσιογραφική της δράση στις Φιλιππίνες αποτυπώνεται η καθημερινή μάχη του δημοσιογράφου ο οποίος μπορεί να μη βρίσκεται απέναντι σε ένα όπλο αλλά σκοτώνεται κάθε μέρα. Η Ρέσα κατηγορήθηκε ως συκοφάντρια, διώχτηκε ποινικά και καταδικάστηκε γιατί αποφάσισε να αποκαλύψει την αυταρχική και διεφθαρμένη διακυβέρνηση του προέδρου Ροντρίγκο Ντουτέρτε. Η Μαρία και ο ιστότοπός της Rappler από το 2012 δέχονται επίθεση σε όλα τα μέτωπα με μοναδικό σκοπό την αμαύρωση της δημοσιογραφίας της και την αποδυνάμωσή της. Ως τελευταίο μέτρο εναντίον της επιλέχτηκαν ο φορολογικός έλεγχος του σάιτ και η προσπάθεια να εμφανιστεί η ίδια ως φοροφυγάς.
Σας θυμίζει κάτι η ιστορία της Μαρία Ρέσα; Αυτής της «εμμονικής» (για τα ελληνικά δεδομένα) δημοσιογράφου, που επέμενε να γράφει για τη διαφθορά έστω κι αν βρισκόταν αντιμέτωπη με διώξεις και δολοφονία του χαρακτήρα της;
Αν ο δημοσιογράφος δεν χαρακτηρίζεται εμμονικός από τη διεφθαρμένη εξουσία, αν δεν του αποδίδουν χαρακτηριστικά απειλής και τέρατος, τότε μάλλον είναι απειλή για την αλήθεια και τέρας για την κοινωνία.
Πριν από μερικές μέρες η Διεθνής Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ) ανακοίνωσε ότι επεξεργάστηκε 11 εκατομμύρια αρχεία από τον εξωτικό κόσμο των εταιρειών που στήνονται σε παραδείσια νησιά για να διακινείται και να κρύβεται ο παράνομος πλουτισμός. Η δημοσιογραφική έρευνα πήρε την κωδική ονομασία Pandora Paper. Οπως προκύπτει από την έρευνα, 35 νυν ή πρώην ηγέτες κρατών κατάφεραν να κρύψουν το παράνομο χρήμα διακινώντας το μέσω offshore εταιρειών ή ιδρυμάτων καταπιστευμάτων.
Ο πρωθυπουργός της Τσεχίας Αντρέι Μπάμπις για παράδειγμα, αφού δημιούργησε offshore εταιρείες, διοχέτευσε μέσα απ’ αυτές 22 εκατομμύρια δολάρια για να αγοράσει μια έπαυλη στην Κυανή Ακτή. Το περιουσιακό στοιχείο αυτό φυσικά δεν δηλώθηκε ποτέ στη δήλωση περιουσιακής κατάστασης του πρωθυπουργικού ζεύγους. Ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Τόνι Μπλερ και η σύζυγός του με τον ίδιο τρόπο, μέσω μιας υπεράκτιας εταιρείας, αγόρασαν μια εταιρεία ακινήτων και έγιναν ιδιοκτήτες ακινήτου αξίας 7,6 εκατ. ευρώ, χωρίς φυσικά να πληρώσουν φόρους 400.000 ευρώ.
Ο πρόεδρος της Κένυας Ουχούρου Κενιάτα μαζί με τη σύζυγο και μέλη της οικογένειάς του κατέχουν ίδρυμα στον Παναμά με πάνω από 30 εκατομμύρια δολάρια στους λογαριασμούς του.
Το μοτίβο είναι το ίδιο. Διακινείται παράνομο χρήμα μέσω offshore εταιρειών και διοχετεύεται κυρίως για αγορά ακινήτων που πραγματικοί τους ιδιοκτήτες είναι οι ηγέτες, οι σύζυγοι και τα παιδιά τους. Σας θυμίζει κάτι αυτό το μοτίβο; Η οικογένεια του Κυριάκου Μητσοτάκη δημιούργησε offshore εταιρείες και αγόρασε ακίνητα, ενώ έκανε ψευδείς δηλώσεις πόθεν έσχες.
Κανένας δεν τόλμησε να αποκαλέσει τους ερευνητές δημοσιογράφους της ICIJ εμμονικούς, συκοφάντες, πιστόλια της αντιπολίτευσης και φαντάζομαι δεν τους έστειλε φορολογικό έλεγχο για να τους εκδικηθεί. Αντιθέτως, το αποτέλεσμα της έρευνας των 600 δημοσιογράφων μοιράστηκε σε όλο τον κόσμο για μια ακόμη φορά. Τα τελευταία επτά χρόνια η ICIJ έχει δημοσιεύσει ακόμη τα Panama Papers και τα Paradise Papers, από τα οποία προκύπτει το ίδιο συμπέρασμα: οι πολιτικοί και οι κρατικοί αξιωματούχοι όταν δημιουργούν offshore εταιρείες σε εξωτικά και φορολογικά ανεξέλεγκτα νησιά δεν το κάνουν γιατί δεν μπορούν να δημιουργήσουν μια άλλη μορφή εταιρείας, αλλά γιατί αυτή τους βολεύει για να κρύψουν την προέλευση του χρήματος που κατέχουν. Ολα τα άλλα περί βολικότητας και νομιμότητας της offshore είναι γιατί πρέπει εκτός από το χρήμα να κρύψουν και την αλήθεια.
Διάφοροι κλέφτες και απατεώνες αποκτούν το λούστρο της επιχειρηματικότητας εμφανίζοντας εξωχώριες εταιρείες με περίεργα ονόματα. Οταν τους ρωτήσεις τι δραστηριότητα και αντικείμενο έχει αυτή η εταιρεία τους θα σου απαντήσουν κάτι γενικό για συμβούλους επιχειρήσεων και παροχή υπηρεσιών. Φυσικά δεν τους βρίσκεις για να τους ρωτήσεις. Οι εταιρείες αυτές σαν τις κούκλες μπάμπουσκες κρύβονται η μία μες στην άλλη, κρύβοντας ταυτόχρονα την προέλευση του χρήματος (συνήθως από άνομες πράξεις) και τον κάτοχο.
Ας επιστρέψουμε όμως στην ICIJ. H Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων στα προηγούμενα αρχεία που αποκάλυψε για τα Paradise Papers είχε συμπεριλάβει και τη Μαρέβα Γκραμπόφσκι-Μητσοτάκη, επιβεβαιώνοντας τις αποκαλύψεις του Documento ότι η σύζυγος του πρωθυπουργού ήταν κάτοχος της offshore εταιρείας Eternia, την οποία μάλιστα δεν δήλωνε στο πόθεν έσχες. Ηταν εντυπωσιακός ο τρόπος που επέλεξαν τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης να υποβαθμίσουν το θέμα ακόμη και όταν δημοσιεύτηκαν τα Paradise Papers. Ο τίτλος ήταν (παντού ο ίδιος) «Τι απαντά η Μαρέβα Μητσοτάκη στα περί εμπλοκής της στα Paradise Papers». Δηλαδή αποκαλύφθηκε ότι η σύζυγος του Μητσοτάκη είχε offshore (για να κρύψει τι, είναι το λογικό ερώτημα) και τα ελληνικά σάιτ αντί για την πραγματική διάσταση της αποκάλυψης προέτασσαν μια δική της απάντηση χωρίς απαντήσεις.
Γιατί τα θυμηθήκαμε όλα αυτά; Οχι μόνο γιατί δεν δόθηκαν ποτέ απαντήσεις για το πόθεν έσχες του πρωθυπουργού, αλλά γιατί στο πλαίσιο της βρόμικης προπαγάνδας επί τρία σχεδόν χρόνια αποκαλούν τις αποκαλύψεις γι’ αυτήν τη θεσμική παρεκτροπή ως «χτύπημα της συζύγου του πρωθυπουργού», «εμμονή» ή (σε αριστερίζουσα απόχρωση ) «σκανδαλολογία». Να λοιπόν που 600 δημοσιογράφοι από όλο τον κόσμο αποκαλύπτουν για μια ακόμη φορά τους δρόμους του χρήματος και τις μεθόδους ξεπλύματος στην πολιτική και αυτό δεν είναι τίποτε άλλο από αληθινή δημοσιογραφία. Δεν είναι σκανδαλολογία, αλλά αποκάλυψη σκανδάλων που αφορούν την απόσπαση δημόσιου χρήματος ή τους χρηματισμούς πολιτικών. Δεν είναι εμμονή, αλλά η επιμονή που πρέπει να έχει η έρευνα για να είναι αποτελεσματική.
Το καλό είναι ότι αυτήν τη φορά η «εμμονή» θα πάρει Νόμπελ Ειρήνης.
ΥΓ.: Ενα πρόβλημα που υπάρχει στην Ελλάδα με τα αρχεία που αποκαλύπτει η ICIJ είναι ότι αυτοί που την εκπροσωπούν κάνουν επιλεκτικές δημοσιεύσεις στοιχείων και δεν δίνουν το σύνολο των αρχείων στη δημοσιότητα ώστε να γίνει έρευνα και συνδέσεις που θα οδηγήσουν στα φυσικά πρόσωπα πίσω από τις εταιρείες.