Ιδιαίτερα δυσοίωνες είναι οι δημογραφικές προβλέψεις για την Ελλάδα καθώς ο πληθυσμός της γερνάει συνεχώς, η μείωση των γεννήσεων είναι δραματική και όπως εκτιμάται το 2050 ο πληθυσμός θα έχει μειωθεί κατά ένα εκατομμύριο. Οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου όχι μόνο για την κοινωνία αλλά και για την οικονομία, ωστόσο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δηλώνει ότι «δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις για το δημογραφικό», πετώντας το μπαλάκι ακόμη μια φορά σε εξωτερικούς παράγοντες, όπως η ακρίβεια.
Δείτε επίσης: Στο μικροσκόπιο του γερμανικού Τύπου το δημογραφικό: «Η Ελλάδα αργοπεθαίνει»
Σε μια χώρα, λοιπόν, που οι απευθείας αναθέσεις απορροφούν τεράστια κονδύλια, που η παιδεία και η υγεία καταρρέουν και το μέλλον «μαυρίζει», εύλογα διερωτάται κάποιος γιατί να κάνει οικογένεια.
«Τα χωριά τείνουν να γίνουν γηροκομεία»
Οι γεννήσεις την περασμένη χρονιά ήταν κατά 10,3% μειωμένες σε σχέση με το 2021, ενώ ήταν περίπου οι μισές σε σχέση με το 1980.
Ο Βύρων Κοτζαμάνης, καθηγητής Δημογραφίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, μιλώντας στο Documento και αναφερόμενος στα δυσοίωνα στατιστικά στοιχεία για το 2022 επισημαίνει: «Τα στοιχεία για τις γεννήσεις του 2022 προκαλούν έκπληξη, καθώς αυτές έχουν μειωθεί κατά 8.800 σε σχέση με το 2021, μια μείωση που σε συνδυασμό με τους αυξημένους λόγω της πανδημίας θανάτους (140.000), δίδει ένα πρωτοφανές στα χρονικά αρνητικό φυσικό ισοζύγιο (-65.000)».
«Τα χωριά τείνουν να γίνουν γηροκομεία και οι περισσότεροι κάτοικοι είναι πλέον συνταξιούχοι» λέει στο Documento o Αλέξης Καρδαμπίκης, δήμαρχος Αγράφων, μιας περιοχής αραιοκατοικημένης. Θλιβερό παράδειγμα αποτελεί και ο Εβρος, όπου έχουμε δύο βαπτίσεις και 350 κηδείες τα τελευταία επτά χρόνια.
Με βάση τις εκτιμήσεις της Κομισιόν, το 2050 θα είμαστε 1 εκατομμύρια λιγότεροι, ενώ το 2070 ο πληθυσμός θα μειωθεί κατά 2,5 εκατομμύρια.
Ο Βύρ. Κοτζαμάνης εξηγεί το φαινόμενο στο Documento: «Οι γεννήσεις είναι λιγότερες από τους θανάτους και ταυτόχρονα ο πληθυσμός μας γηράσκει. Αν αυτό συνεχιστεί –που θα συνεχιστεί– τις επόμενες τρεις δεκαετίες με διαφορετική ένταση, ο πληθυσμός μας θα μειωθεί και ταυτόχρονα θα είναι πιο γερασμένος ύστερα από 20-30 χρόνια από ό,τι είναι σήμερα. Δηλαδή οι πάνω από 65 ετών θα πάνε από 22% στο 30%, οι πάνω από 85 ετών θα είναι πολύ περισσότεροι από ό,τι σήμερα και ταυτόχρονα ο πληθυσμός της εργάσιμης ηλικίας, από 20 έως 65 ετών, θα έχουν και αυτοί μεγαλύτερη ηλικία».
Υπό κατάρρευση το ασφαλιστικό
Οι υπάρχουσες δημογραφικές εξελίξεις οδηγούν σε αύξηση των συνταξιοδοτικών ορίων ηλικίας και σε μείωση συντάξεων, δημόσιων δαπανών και δαπανών πρόνοιας. Συνεπώς, χωρίς την αντιμετώπιση των σημερινών τάσεων σε όλο το εύρος του παραγωγικού μοντέλου η Ελλάδα θα εξελιχθεί σε μια κοινωνία που θα γερνά, με χαμηλό κατά κεφαλήν εισόδημα, χαμηλή κοινωνική προστασία, μεγάλες κοινωνικές ανισότητες. Η επιδείνωση αυτή βασίζεται στην αναμενόμενη αύξηση του προσδόκιμου ζωής αλλά και στη μείωση του πληθυσμού που είναι σε εργασιακή ηλικία (20-64 ετών), η οποία στην Ελλάδα θα φτάσει έως και το 35%!
Οι συνθήκες θα έχουν απρόβλεπτες συνέπειες για την ομαλή πολιτική λειτουργία της χώρας, την κοινωνική συνοχή της και την εσωτερική και εξωτερική της ασφάλεια. Σύμφωνα με έρευνα της Κομισιόν, η συνεχής επιδείνωση στον δημογραφικό δείκτη εξάρτησης ηλικιωμένων του ελληνικού πληθυσμού εγείρει σημαντικές προκλήσεις σε σχέση με την επάρκεια των συντάξεων. Η δημόσια δαπάνη για συντάξεις θα συνεχίσει να απορροφά σημαντικούς πόρους, σε διψήφιο ποσοστό του ΑΕΠ έως και το 2070, ενώ ταυτόχρονα το ακαθάριστο ποσοστό αναπλήρωσης για τη σύνταξη γήρατος θα μειωθεί έως και περί το 55% το 2060.
Η σημερινή εικόνα ως προς τη σχέση απασχολούμενων προς συνταξιούχους δείχνει ότι σε κάθε συνταξιούχο αντιστοιχεί 1,5 εργαζόμενος, ενώ πριν από 15 χρόνια η σχέση αυτή άγγιζε το 1 συνταξιούχος προς 2 εργαζόμενους, όταν το ασφαλιστικό σύστημα είχε σφυρηλατηθεί με βάση την αντίληψη ότι για κάθε 4 εργαζόμενους θα υπάρχει 1 συνταξιούχος.
Μάλιστα, με βάση την έκθεση του ΟΟΣΑ, έως το 2050 θα διπλασιαστεί ο αριθμός των συνταξιούχων που θα είναι σε αντιστοιχία με 100 εργαζομένους, όταν το 1990 η αναλογία ήταν 22,9 άτομα άνω των 65 ετών ανά 100 εργαζομένους. Επιπροσθέτως, σύμφωνα με τη μελέτη των ερευνητών Σάββα Ρομπόλη και Βασίλη Μπέτση θα πρέπει να βρεθούν επιπλέον πρόσθετοι φόροι της τάξεως του 0,5% του ΑΕΠ προκειμένου να καλυφθεί το σύνολο των συντάξεων.
Κυβερνητική αδιαφορία σε μια έρημη χώρα
Ποιοι είναι οι λόγοι που συνθέτουν το δημογραφικό πρόβλημα στην Ελλάδα; Χωρίς αμφιβολία η απάντηση σχετίζεται με την απουσία μιας ουσιαστικής πολιτικής η οποία θα αντιμετωπίσει μακροπρόθεσμα το δημογραφικό. Οι παράγοντες που συνθέτουν το ζήτημα είναι πρωτίστως οικονομικοί και πολιτικοί κι έτσι οι δημογραφικές εξελίξεις είναι άμεσα συνυφασμένες με τις συνθήκες αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης, όπως αυτές διαμορφώνονται από τις κυβερνητικές αποφάσεις. Από τον συνταξιούχο με τις χαμηλές συντάξεις, τις ουρές στους γιατρούς και το ισχνό εισόδημα των 700 ευρώ αναρωτιέται κανείς γιατί να θέλει κάποιος να κάνει παιδιά και αν μπορεί τελικά να αντιμετωπίσει μελλοντικά έξοδα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Νίκος Ματζακάκης, υπάλληλος σε μεταφορική εταιρεία. «Είμαι 43 ετών κι έχω ένα σταθερό μισθό στα 900 ευρώ. Πώς μπορώ με τέτοιο μισθό να συντηρήσω μια οικογένεια και να προσφέρω όσα θα ήθελα σ’ ένα παιδί; Με τα χίλια ζόρια και πολλές δυσκολίες βγαίνει ο μήνας τώρα που είμαι μόνος. Διστάζω να κάνω οικογένεια, παρόλο που θα το ήθελα. Οι περισσότεροι φίλοι μου δεν έχουν κάνει οικογένεια και όσοι έχουν κάνει έχουν μείνει στο ένα παιδί» περιγράφει γλαφυρά την κατάσταση στο Documento.
Την ίδια στιγμή ο Σπύρος Αποστολάκης, ελεύθερος επαγγελματίας, επισημαίνει από την πλευρά του: «Είμαι 38 ετών. Παρόλο που έχω δική μου δουλειά, δεν μπορώ να βγάλω με ευκολία τον μήνα. Συνεχείς αυξήσεις, φόροι, ακρίβεια. Πώς να μεγαλώσω σ’ αυτές τις συνθήκες ένα παιδί; Θα ήθελα πολύ να κάνω οικογένεια, αλλά δεν θέλω να μεγαλώσω το παιδί μου χωρίς να μπορώ να του προσφέρω τα βασικά».
Η φιλόλογος Αλίκη Καλομοίρη εκφράζει την άποψή της στο Documento: «Είμαι 28 ετών. Από τη στιγμή που πέρασα στο πανεπιστήμιο έως και σήμερα σπουδάζω κάνοντας επιμορφωτικά προγράμματα, ξένες γλώσσες κ.λπ. για να μπορέσω κάποια στιγμή να είμαι ανεξάρτητη, να έχω μια φυσιολογική ζωή. Ομως δεν το έχω καταφέρει και γι’ αυτό ευθύνεται η αποτυχημένη κυβερνητική πολιτική, καθιστώντας την Ελλάδα ένα κράτος τριτοκοσμικό, χωρίς να σου δίνει την ασφάλεια να αποφασίσεις να κάνεις οικογένεια. Εδώ μένω ακόμη με τους γονείς μου, γιατί ο μισθός μου είναι οριακά όσο ένα ενοίκιο, θα κάνω και παιδί; Οσο μεγαλώνει ένα παιδί τόσο περισσότερα έξοδα έχει. Σκέφτομαι πολύ σοβαρά να φύγω στο εξωτερικό ώστε να μπορέσω να οργανώσω τη ζωή μου τόσο προσωπικά όσο και επαγγελματικά».
Βαθιά απογοητευμένη παρουσιάζεται επίσης η λογίστρια Μαρίσα Μέτκο. «Είμαι 27 ετών και σε καμία περίπτωση δεν σκέφτομαι να κάνω οικογένεια, όχι λόγω ηλικίας, αλλά λόγω της κατάστασης που επικρατεί στην Ελλάδα» λέει στο Documento και συνεχίζει: «Πώς θα μπορούσα να λείψω από τη δουλειά μου για μεγάλο διάστημα, να καλύψω τα έξοδα ενός παιδιού, όταν ακόμη με βοηθούν οι γονείς μου οικονομικά; Αν πάρω την απόφαση να κάνω οικογένεια, θα πρέπει πρώτα να έχω μεταναστεύσει στο εξωτερικό».
Οπως επισημαίνει ο Βύρ. Κοτζαμάνης «μέτρα έχουν παρθεί, όπως για παράδειγμα η άδεια μητρότητας, αλλά είναι σταγόνα στον ωκεανό. Είναι σε αναντιστοιχία με την κατάσταση. Οι νέοι βιώνουν μια αβεβαιότητα ως προς παρόν και το μέλλον. Οι Ελληνες είναι οι πιο απαισιόδοξοι σε όλη την Ευρώπη. Η αποτελεσματικότητα των μέτρων είναι σε συνάρτηση και της κατάστασης που υπάρχει στη χώρα μας. Το ότι ένα μέτρο είναι θετικό δεν σημαίνει ότι θα αναστρέψει μια πραγματικότητα, ένα μη ευνοϊκό κλίμα για την οικογένεια, το οποίο είναι ιδιαίτερα δυσμενές».
«Λύση» μέσω των ανειδίκευτων εργατών
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει επιλέξει να λύσει το πρόβλημα με την εισαγωγή εκατοντάδων χιλιάδων φτηνών ανειδίκευτων εργαζομένων από τρίτες χώρες, οι οποίοι καλούνται να παραμείνουν εδώ για λίγους μήνες χωρίς να κατοχυρώνουν κανένα ασφαλιστικό ή άλλο δικαίωμα. Ετσι, αντί να χτυπά την αδήλωτη εργασία και τις κακές συνθήκες εργασίας, στην πραγματικότητα τις ενισχύει ωθώντας 400.000 εργαζόμενους σε φυγή στο εξωτερικό.
Την ίδια στιγμή ευρωπαϊκές χώρες εφάρμοσαν από νωρίς πολιτικές στήριξης της οικογένειας, αναπτύσσοντας ανταγωνιστικές πολιτικές για να προσελκύσουν τους μετανάστες που θέλουν. Η Γερμανία υποδέχτηκε 1 εκατ. Σύριους το 2015 και 1,4 εκατ. Ουκρανούς το 2022, ενώ άλλες χώρες, όπως η Ιταλία και η Ισπανία, συγκροτούν ανταγωνιστικές πολιτικές για να προσελκύσουν γιατρούς, νοσοκόμες και φροντιστές από όλη την Ευρώπη, προσφέροντας υψηλές αποδοχές και θεσπίζοντας επιδόματα στήριξης οικογενειών.
Η Ελλάδα, από την άλλη, είναι ουραγός στην Ευρώπη ως προς την αντιμετώπιση του δημογραφικού. Η κυβέρνηση μέσω του προϋπολογισμού για το 2024 αφήνει εκτός σχεδιασμού το τεράστιο εθνικό θέμα του δημογραφικού, δεν έχει προχωρήσει σε καμία φορολογική ελάφρυνση, η οποία θα προσδιορίζεται με βάση τον αριθμό των παιδιών σε μια οικογένεια, όπως συμβαίνει σε άλλες χώρες, ενώ δεν έχει επαναφέρει το δικαίωμα των τρίτεκνων.
Ασφυκτιούν οι βρεφονηπιακοί σταθμοί
Μελανό σημείο συνιστά και η υποβάθμιση της λειτουργίας των βρεφονηπιακών σταθμών και των Κέντρων Δημιουργικής Απασχόλησης Παιδιών καθυστερώντας τη χρηματοδότηση προς τους φορείς υλοποίησης, αφού ακόμη δεν έχουν πληρωθεί τα vouchers της προηγούμενης περιόδου. Τα ίδια κωλύματα επιβεβαιώνει και ο δήμαρχος Αγράφων Αλέξης Καρδαμπίκης: «Προσπαθήσαμε να λειτουργήσουμε έναν παιδικό σταθμό στην περιοχή, αλλά δεν τα καταφέραμε επειδή το δημόσιο είναι δυσκίνητο. Εχουμε καταφέρει ως δήμος να δώσουμε σε όλα τα παιδιά ένα πρόγευμα και στους καθηγητές της δευτεροβάθμιας δωρεάν σίτιση. Για τα παιδιά που γεννήθηκαν το 2022 δώσαμε 1.500 ευρώ και 3.000 από το 2024, και συγχρόνως από φέτος οι τρεις πρώτοι που θα περάσουν στο πανεπιστήμιο θα επιβραβευτούν οικονομικά. Είναι μικρές κινήσεις δικής μας πρωτοβουλίας και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να λύσουν το δημογραφικό πρόβλημα αν δεν υπάρξει κυβερνητική πρωτοβουλία. Πολλές φορές έχουμε προσπαθήσει να μιλήσουμε με την κυβέρνηση χωρίς αποτέλεσμα». Μπορεί, λοιπόν, ο πρωθυπουργός να χαρακτηρίζει το δημογραφικό ως «υπαρξιακό στοίχημα για το μέλλον» ιδρύοντας υπουργείο Οικογένειας, οι πολιτικές ωστόσο που θεσπίζει όχι μόνο δεν στηρίζουν την οικογένεια, αλλά δημιουργούν περισσότερα πρακτικά προβλήματα. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα έχει τον χειρότερο δείκτη ισότητας των φύλων ανάμεσα στις 28 χώρες-μέλη της ΕΕ, χωρίς να υπάρχει ίση εργασιακή μεταχείριση αντρών – γυναικών, με αποτέλεσμα μια γυναίκα να μην αποφασίζει εύκολα να τεκνοποιήσει. Το δημογραφικό εξακολουθεί να παραμένει «ωρολογιακή βόμβα» και η κυβέρνηση αντί να λάβει δραστικά μέτρα, ρίχνει το φταίξιμο… σε άλλη μια παγκόσμια συγκυρία.
Διαβάστε επίσης: Δημογραφικό: Κάνει τα πάντα ο Μητσοτάκης αλλά δεν έχει «μαγικές λύσεις»