Ο υποψήφιος βουλευτής Κέρκυρας μιλάει για τις εκλογές και τη στάση του ΠΑΣΟΚ, όπως και για την εμπλοκή της μειονότητας στην προεκλογική ατζέντα
Ο υποψήφιος βουλευτής στην Κέρκυρα με το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ Δημήτρης Μπιάγκης ξεκαθαρίζει ότι το κόμμα του δεν προτίθεται να συγκυβερνήσει εκ νέου «με τη ΝΔ του κ. Μητσοτάκη», ενώ επιρρίπτει ευθύνες στον ΣΥΡΙΖΑ για την απογοητευτική –όπως τη χαρακτηρίζει– αντιπολίτευση που άσκησε και συνέβαλε στην αύξηση των ποσοστών της γαλάζιας παράταξης. Σε σχέση με το ζήτημα της μουσουλμανικής μειονότητας επισημαίνει μεν πως «δεν θα έπρεπε στον βωμό της προεκλογικής σύγκρουσης να αποτελεί μέρος της δημόσιας ατζέντας», αλλά υποστηρίζει ότι «είναι αυτονόητο και επιβεβλημένο όσοι διεκδικούν το βουλευτικό αξίωμα να δείχνουν εμπράκτως τον σεβασμό τους στο ελληνικό σύνταγμα αλλά και στις διεθνείς συνθήκες».
Στις εκλογές της 25ης Ιουνίου διεκδικείτε τη διακυβέρνηση ή την ενίσχυση των ποσοστών σας;
Στις εκλογές της 25ης Ιουνίου διεκδικούμε να κοινωνήσουμε το πρόγραμμα και το όραμά μας για την Ελλάδα του αύριο στους πολίτες της χώρας. Να καταδείξουμε στους πολίτες το σχέδιό μας και να καταστήσουμε σαφές πως η χώρα μας έχει ελπίδα και προοπτική μόνο μέσα από ένα κυβερνητικό πρόγραμμα με προοδευτικό πρόσημο διακυβέρνησης, με ισονομία, ισοπολιτεία, αξιοκρατία, με ουσιαστικές και καίριες παρεμβάσεις και πρωτοβουλίες που θα σέβονται τις ανεξάρτητες αρχές και τη δημοκρατία και θα δώσουν βάρος σε ευαίσθητους και καίριους τομείς που πρέπει να ενισχυθούν, όπως το Εθνικό Σύστημα Υγείας, η παιδεία, η μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων. Μόνο ένας πολιτικός χώρος όπως το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής μπορεί να υλοποιήσει τέτοιες παρεμβάσεις και τομές, το έχουμε άλλωστε αποδείξει εμπράκτως δημιουργώντας το ΕΣΥ, ιδρύοντας το ΑΣΕΠ, θεσμοθετώντας καινοτόμες παρεμβάσεις που έχουν αφήσει ανεξίτηλη τη σφραγίδα της πολιτικής μας παρέμβασης στη χώρα.
Σε περίπτωση που η ΝΔ δεν καταφέρει να είναι αυτοδύναμη θα συγκυβερνούσατε εκ νέου μαζί της;
Το ερώτημα αυτό έχει απαντηθεί από τον πρόεδρο του Κινήματός μας. Με τη ΝΔ του κ. Μητσοτάκη και με τα όσα πρεσβεύει πολιτικά δεν θα μπορούσαμε ποτέ να συγκυβερνήσουμε. Είμαστε απέναντι σε όλους αυτούς που αποδεδειγμένα με τις πολιτικές τους υποβάθμισαν τη δημόσια υγεία, κυβέρνησαν με αλαζονεία στοχεύοντας να εξυπηρετήσουν συγκεκριμένα και μόνο συμφέροντα, μετέτρεψαν το κράτος σε μια επιτελική ομάδα που σχεδίασε πίσω από κλειστές πόρτες εις βάρος των πολλών και των αδύναμων, χωρίς να μπορούν να οδηγήσουν τη χώρα σε μια πορεία άμβλυνσης των ανισοτήτων, κοινωνικής δικαιοσύνης, σε ένα υγιές περιβάλλον που θα αποτελεί το κατάλληλο εφαλτήριο για την ευημερία και την ανάπτυξη.
Επιρρίπτετε ευθύνες στον ΣΥΡΙΖΑ για την αύξηση των δυνάμεων της ΝΔ. Με δεδομένο ότι το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ ήταν τρίτο κόμμα κατά την περίοδο 2019-23, δεν θεωρείτε ότι έχετε κι εσείς κάποιο μερίδιο ευθύνης γι’ αυτό το αποτέλεσμα;
Ο τρόπος με τον οποίο άσκησε αντιπολίτευση ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ στην προηγούμενη κοινοβουλευτική θητεία ήταν απογοητευτικός. Ρόλος της αντιπολίτευσης δεν είναι μόνο να επικρίνει και να καταψηφίζει, αλλά να αρθρώνει ουσιαστικό πολιτικό λόγο πέρα από κραυγές και συνθήματα, να αντιπροτείνει, να συμφωνεί με τα θετικά και να στηλιτεύει τα αρνητικά. Εμείς από τη μεριά μας ασκήσαμε εποικοδομητική αντιπολίτευση. Καταθέσαμε προτάσεις, προτάξαμε το καλό της χώρας πέρα από στυγνές κομματικές επιλογές. Καταδείξαμε κάθε αρνητικό, συμφωνήσαμε με κάθε πρόταση που κινούνταν προς τη σωστή κατεύθυνση, κάνοντας παρεμβάσεις ουσίας στο κοινοβούλιο. Η αύξηση των δυνάμεων της ΝΔ εκτιμώ πως δεν είναι αποτέλεσμα κυρίαρχα της δικής της πολιτικής επιρροής στο εκλογικό σώμα, αλλά αποτέλεσμα της απουσίας ουσιαστικής αντιπρότασης από τη μεριά της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Και αυτό πρέπει να αλλάξει αν επιθυμούμε να μεταβληθούν οι πολιτικοί συσχετισμοί στις επερχόμενες εκλογές. Ο τόπος πρέπει να αποκτήσει αξιόπιστη αντιπρόταση στη νεοφιλελεύθερη πρόταση της ΝΔ, ώστε ο κάθε πολίτης να επιλέξει όχι μεταξύ του λιγότερου «κακού», επιλέγοντας κυρίαρχα με συνθήματα και επικοινωνιακά τερτίπια, αλλά με βάση επιχειρήματα και πολιτική ουσία.
Πώς κρίνετε το γεγονός ότι εν μέσω προεκλογικής περιόδου η ΝΔ επιβάλλει στη δημόσια ατζέντα ένα ευαίσθητο εθνικό θέμα όπως αυτό της μουσουλμανικής μειονότητας;
Το θέμα της μουσουλμανικής μειονότητας είναι ευαίσθητο θέμα που έχει διευθετηθεί μέσα από διεθνείς συνθήκες και αφορά ένα ζωτικής σημασίας ζήτημα εθνικής κυριαρχίας. Φυσικά και δεν θα έπρεπε στον βωμό της προεκλογικής σύγκρουσης να αποτελεί μέρος της δημόσιας ατζέντας. Βλέπουμε, όμως, πως και σε αυτή την περίπτωση η ΝΔ αξιοποιεί κάθε διαθέσιμη ευκαιρία για να αποδομήσει κάθε αντίπαλό της στο κυνήγι της αυτοδυναμίας, μετατρέποντας ένα τόσο ευαίσθητο θέμα σε αντικείμενο προεκλογικής διαμάχης. Τέτοια θέματα δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να αξιοποιούνται πολιτικά από καμία παράταξη.
Και μία ακόμη ερώτηση για το ίδιο ζήτημα: Η παρέμβαση της πρώην υπουργού Αννας Διαμαντοπούλου συμβαδίζει με τις θέσεις του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ;
Είναι αυτονόητο και επιβεβλημένο όσοι διεκδικούν το βουλευτικό αξίωμα να δείχνουν εμπράκτως τον σεβασμό τους στο ελληνικό σύνταγμα αλλά και στις διεθνείς συνθήκες που καθορίζουν το πλαίσιο συνύπαρξης των λαών μεταξύ τους. Οπως επίσης πολύ σημαντικό είναι τέτοια ευαίσθητα εθνικής σημασίας θέματα που μπορεί να δημιουργήσουν ανεξέλεγκτα προβλήματα και να αξιοποιηθούν κατά το δοκούν να μην αποτελούν σημείο τριβής και ιδιαίτερα σε μια προεκλογική περίοδο. Δεν χρειάζεται τέτοια ευαίσθητα θέματα, που πρέπει να τα χειριζόμαστε με μεγάλη λεπτότητα και προσοχή και με βάση το διεθνές δίκαιο, να μετατρέπονται σε ζητήματα προεκλογικής αντιδικίας με απώτερο σκοπό κομματικά οφέλη.