Για «στημένο παιχνίδι» με «εθνικές διαστάσεις» κάνει λόγο σε δήλωση του ο δικηγόρος ο δικηγόρος Σπύρος Χριστόφιλος, γιος της πρώην προέδρου του Αρείου Πάγου, Βασιλικής Θάνου σε ότι αφορά την ανάσυρση της δικογραφίας με το ηχητικό Βγενόπουλου από το αρχείο.
Όπως επισημαίνει ο «δημόσιος διάλογος που κατασκευάζουν έχει φτάσει στην απόλυτη εξαχρείωση», ενώ υπογραμμίζει πως «επιβάλλεται η αυτεπάγγελτη δίωξη της υποκλοπής».
Διαβάστε αναλυτικά τη δήλωση του δικηγόρου Χριστόφιλου:
«Με χαροποιεί ιδιαίτερα το γεγονός ότι η καρικατούρα ραδιουργίας – συνομιλίας Βγενόπουλου κατ’ αρχήν ήρθε στο φως και διερευνάται από την Εισαγγελία. Διότι το φως, η δημοσιότητα, είναι η μόνη ελπίδα, συνθήκη απονομής της Δικαιοσύνης, και γι’ αυτό θέλουν πολλοί να τη στρέψουν σε διαδικασίες που θα λαμβάνουν χώρα στις σκιές. Διότι τί αποδεικνύει περίτρανα η καρικατούρα συνομιλίας Βγενόπουλου επί της οποίας αποπειράθηκαν να επενδύσουν πάρα πολύ πολιτικά, συγκεκριμένα ΜΜΕ. Ότι στα κορυφαία ζητήματα περί τηv δικαιοσύνη που είναι και εθνικά ζητήματα, ο δημόσιος διάλογος που κατασκευάζουν, έχει φθάσει στην απόλυτη εξαχρείωση, που όπως λέει ο Πλάτων «η αισχρότερη οίηση (ξιπασιά) της αδικίας … υπάρχει όταν οι άδικοι παρουσιάζονται ως ευεργέτες και γίνονται τιμητές του δικαίου και κατηγορούν» {. Πολιτεια. 360}. Οι υποθέσεις Βγενόπουλου δεν αφορούσαν απλώς δικαστικές υποθέσεις με τεράστιες οικονομικές προεκτάσεις. Πρόκειται κυριολεκτώντας, για μείζον εθνικό θέμα, αφού συνδέεται κατά πολλούς με τη χρεωκοπία και τα δεινά τόσο του ελληνικού λαού όσο και του ανάδελφου κυπριακού ελληνισμού. Συγκεκριμένα ΜΜΕ επιχείρησαν ν’ αφήσουν στο σκοτάδι τα κρισιμότερα στοιχεία αυτής της δικαστικής υποθέσεως των εθνικών διατάσεων.
Απέκρυψαν συγκεκριμένα μέσα και δεν ανέφεραν, παρ’ ότι είναι ακόμη και σήμερα δημοσιευμένα σε δεκάδες μέσα ηλεκτρονικού τύπου ότι o Βγενόπουλος, στη συνομιλία αναφέρεται σε υπόθεση που ήτο κατηγορούμενος στην Κύπρο για τεράστιο τραπεζικό σκάνδαλο, σύμφωνα με το κατηγορητήριο και πάμπολλα δημοσιεύματα, για ενεργό δωροδοκία δημοσίων αξιωματούχων, δεκασμό δημοσίου λειτουργού, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες κ.α.
Αποσιώπησαν πως ένα μόνο δάνειο σχετιζόμενο με την υπόθεση αφορούσε ποσό επτακοσίων εκατομμυρίων ευρώ!
Απέκρυψαν την απόφαση καταπέλτη του Διεθνούς Διαιτητικού Δικαστηρίου (ICSID) έναντι του επιχειρηματία με αναφορά σε δάνεια δισεκατομμυρίων ευρώ! Απόφαση που στις 158 σελίδες της παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον με την εξιστόρηση συγκεκριμένων γεγονότων για τη χρεωκοπία της Ελλάδας και της Κύπρου και για αθέμιτες τραπεζικές πρακτικές.
Λησμόνησαν, όλως τυχαίως, και δεν ανέφεραν ότι σε άλλη υπόθεση του Βγενόπουλου στην Ελλάδα του ασκήθηκαν κακουργηματικές κατηγορίες από την Εισαγγελία Διαφθοράς για απάτη, απιστία και ξέπλυμα χρήματος που και πάλι αφορούσαν πακτωλούς κι εκατοντάδες εκατομμυρίων!
Διερωτάται κανείς τί δικαιοσύνη επιθυμούν συγκεκριμένα ΜΜΕ; Τί πρέπει να πει κανείς για τους δικαστές και τους εισαγγελείς αυτών των υποθέσεων; Μήπως ήσαν ήρωες που χωρίς να διαβρωθούν, εξύψωσαν το δικαστικό ήθος απέναντι στην υψηλότερη πρόκληση που αντιμετωπίζει στη σύγχρονη δικαιϊκή πραγματικότητα, που είναι να σταθεί ακέραιο απέναντι σε κολοσσιαία ποσά και οικονομικά συμφέροντα που συντρίβουν και ολόκληρα κράτη ακόμα; Ή θα ήθελαν συγκεκριμένα ΜΜΕ να βγαίνουν τα μεγάλα οικονομικά σκάνδαλα που ταλανίζουν χρόνια τώρα την Ελλάδα, λάδι κατά την έκφραση, από τη Δικαιοσύνη;
Ας μας πουν ευθέως τι θέλουν να πράττει η ελληνική δικαιοσύνη για όποιους κρίνει ότι νοσφίστηκαν τα εκατομμύρια του ελληνικού λαού που τα πληρώνει ακόμα σε ανακεφαλαιοποιήσεις και στην αποπληρωμή του εθνικού χρέους. Έφθασαν στην απόλυτη ύβρη κατά της Δικαιοσύνης να αναπαράγουν συνομιλία που ο ίδιος ο κατηγορούμενος αποκαλεί «τέρας» την πρόεδρο του Αρείου Πάγου, γιατί δεν συγκάλυψε όλες αυτές τις κατηγορίες σε Ελλάδα και Κύπρο για κάποιον που κατηγορείτο ότι σφετερίστηκε, ότι άρπαξαν και «τα τσιμέντα» από την περιουσία του ελληνικού λαού μέσω των τραπεζών.
Λησμόνησαν επίσης, να συζητήσουν ότι η υποκλοπή συνομιλίας συνιστά ποινικό αδίκημα, άρ. 370 Α παρ. 3 ΠΚ περί παραβίασης απορρήτου προφορικής συνομιλίας, για το οποίο ασκείται αυτεπαγγέλτως ποινική δίωξη. Είναι διακριτό το ζήτημα της διερεύνησης του περιεχομένου της συνομιλίας από την Εισαγγελία, γεγονός που, ως είπα, με χαροποιεί. Η αυτεπάγγελτη δίωξη της υποκλοπής επιβάλλεται, ιδίως δε, αφού η υπόθεση αυτή είναι εθνική υπόθεση, για να βγουν όλα στο φως, για να βγάλει από τις σκιές το δόλιο εκείνο πρόσωπο που επί χρόνια είχε στο συρτάρι του τη συνομιλία κι εκτίμησε ίσως ότι οι ενεστώσες πολιτικές συγκυρίες μπορεί να ευνοήσουν αυτή την καρικατούρα ραδιουργίας που τόσα χρόνια απέκρυπτε. Η ενεστώσα σκευωρία αφορά σε μεγάλο βαθμό το πρόσωπο αυτό, με ποιους και πόσο υψηλά ιστάμενους είχε προσυνεννοηθεί; Ο ίδιος ο Βγενόπουλος ποτέ δεν επικαλέστηκε αυτή την αθλιότητα, πιθανόν συνειδητοποιώντας ότι με τις κραυγαλέες αντιφάσεις που εμπεριέχει επιβάρυνε μόνον τη δική του θέση. Άλλωστε ερωτώ, και μόνον το ότι κάποιοι επέλεξαν να δημοσιοποιήσουν ένα μέρος της καταγεγραμμένης συνομιλίας, κατόπιν επεξεργασίας ενδεχομένως, η οποία είναι 5 ωρών απ’ ότι μαθαίνουμε!, δεν συνιστά την αθέμιτη χρήση που προβλέπεται για την εφαρμογή του προρρηθέντος άρθρου:
Όσον αφορά εμένα προσωπικά, τα πραγματικά περιστατικά και την ουσία, απέκρυψαν τις δηλώσεις μου που είχαν δημοσιοποιήσει {προς τιμήν τους} πλείστα μέσα ηλεκτρονικού τύπου. Δηλώσεις που απέστειλα και στους ίδιους δημοσιογράφους συγκεκριμένων καναλιών και που σε προσωπική συνομιλία μετ’ αυτών τους κάλεσα να δημοσιοποιήσουν αλλά και όπως επιτάσσει το θεμέλιο της δημοσιογραφικής δεοντολογίας να με καλέσουν στον αέρα του δελτίου τους, προκειμένου να παρουσιάσω τα αληθινά γεγονότα και να αποδομήσω αυτήν την προπαγάνδα που εκπονήθηκε σε σκοτεινά κέντρα.
Δηλώσεις που αποκάλυπταν με ενάργεια, πεντακάθαρα, γιατί επρόκειτο για κακέκτυπο βυζαντινής συνωμοσίας. Για τρεις προφανείς λόγους και απλούς, λογικούς συνειρμούς. Τόσο εις τη συνομιλία όσο και στη μήνυση περιγράφεται εμφατικά, ότι η συνομιλήτρια είναι υπάλληλος, αμειβομένη του Βγενόπουλου που της έχει εκχωρήσει μέρος του catering της MIG ενδεχομένως προσχηματικά, με πάμπολλες επισκέψεις και σχέσεις μεταξύ τους, ήτο καταφανώς δική του φίλη κι όχι ετέρου προσώπου. Δεύτερο και κυριότατο. Ο ίδιος ο Βγενόπουλος γράφει στη μήνυσή του ότι μήνες πριν την συνομιλία είχε συνομιλήσει μαζί μου. Η συνομιλήτριά του μου είχε παρουσιαστεί τότε και αφού μου πρότεινε να αναλάβω υποθέσεις άλλων προσώπων μου είπε ότι είναι φίλη και του Βγενόπουλου κι ότι έχει αναλάβει κι ένα μέρος του catering των εταιρειών του κι αν μπορώ να του τηλεφωνήσω γιατί ήθελε να με ρωτήσει για κάποιο νομικό θέμα. «Γειά σας, είμαι ο Σ. Χριστόφιλος, η φίλη σας . . μου είπε ότι με θέλατε για κάποιο νομικό θέμα.» – «Είμαι στο εξωτερικό, θα σας καλέσω όταν επιστρέψω». Αυτό ήτο, δεν συνομιλήσαμε ποτέ ξανά.
Τι αποδεικνύει όμως αυτό περίτρανα και για τη μήνυση και για τη συνομιλία; Ότι είναι απολύτως στημένες! Στην συνομιλία ρωτάει δήθεν ο Βγενόπουλος δέκα φορές και μάλιστα δυνατά, «ο γιός ξέρει κάτι;», «ο γιός ξέρει κάτι απ’ αυτά που μου λες;» ξανά και ξανά απευθυνόμενος στην . . Εφόσον είχε το τηλέφωνό μου και είχε μιλήσει προσωπικά ο ίδιος μαζί μου, πώς και δεν λέει σε μία τυχάρπαστη που δήθεν του λέει τέτοιες τρομερές ιστορίες «τον καλώ τώρα {εμένα} να μου πει ο ίδιος αν λες αλήθεια»! Άλλωστε και ο ίδιος με δημόσια δήλωση του δικηγόρου του την χαρακτήρισε με ιδιαίτερα απαξιωτικό τρόπο Πώς και δε με κάλεσε, έστω μία φορά, ώστε να διαπιστώσει αν αυτά τα αισχρά που δήθεν του μετέφεραν ήταν αληθινά; – Δε με κάλεσαν ποτέ διότι όλη αυτή η κακοσχεδιασμένη ραδιουργία ήταν προσχηματική για να στραφούν κατά εντίμων κι ακέραιων δικαστών. – Δεν με κάλεσε ποτέ διότι ήξερε ότι αν θα μου ζητούσαν οι ίδιοι κάτι παράνομο θα τους έστελνα στον … εισαγγελέα. Εις την δε καρικατούρα μηνύσεώς του το μόνο που επικαλείται εναντίον μου είναι ο ισχυρισμός ότι η αμοιβομένη του είπε ότι έχει σχετικά μηνύματα, ο Βγενόπουλος της είπε δείξτα μου αλλά τελικά λέει δεν πήγε κοντά και δεν είδε τίποτα. Αυτό το τραγελαφικό απονενοημένο διάβημα αυτών που συνειδητοποίησαν ότι έπεσαν σε ακέραιους δικαστές, απέκτησε με τα έξι χρόνια συνθήκες συζήτησης. Τούτα βέβαια, ετέθησαν υπ’ όψιν της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου και αξιολογήθηκε τι αναδεικνύεται προφανέστατο ψέμα. Η δημοσιοποίηση της συνομιλίας ήρθε να αποκαλύψει ακόμα πιο ξεκάθαρα ότι πρόκειται για καρικατούρα πλεκτάνης όπου τον πρωταγωνιστικό ρόλο τον είχε ο ίδιος ο Βγενόπουλος αφού ανά πάσα στιγμή θα μπορούσε να γνωρίζει από εμένα ο ίδιος την αλήθεια και δε θα χρειαζόταν να υποδύονται ρόλους σε αυτή τη στημένη συνομιλία. Η δημοσιοποίησή της είναι που ξεκαθάρισε πλήρως το τοπίο και τους έπνιξε στα ψέματα τους. Αυτή είναι η ουσία της αλήθειας και όχι βέβαια, αν ήταν γνήσια η ταινία του μαγνητοφώνου.
Aκόμη και εντός της καταγεγραμμένης συνομιλίας ομολογούν πολλές φορές (το λένε 3- 4 φορές) ότι οι ίδιοι μετ’ επιτάσεως ήθελαν να κανονίσουν συνάντηση μεταξύ εμού και του Βγενόπουλου, πιθανόν για να επιδιώξουν κάποια βρωμοδουλειά για να επιτύχουν ευνοϊκή μεταχείριση από τη δικαιοσύνη. Συνάντηση την οποία δεν πραγματοποίησα ποτέ διότι είχα απόλυτο κώλυμα στο πρόσωπο της μητέρας μου. Δεν ετολμησε να μου προτείνει ποτέ βέβαια, η συνομιλήτριά του οτιδήποτε για διεφθαρμένα βιβλία διότι γνώριζε ότι θα τους τα πέτΑττό είανι αγα στα μούτρα. Η μόνη σχέση που έχω εγώ με τα βιβλία είναι ότι συγγράφω και τα διαβάζω. Ένα θα πω ενδεικτικά, που το καταδεικνύει : ας αναζητήσει κάποιος στο google το λήμμα «ιδέα του δικαίου» και θα δει μέρος βιβλίου και της διατριβής μου που η ποιότητά του το ανέδειξε πρώτο έναντι πολύ σπουδαίων και σεβαστών προσώπων. Αυτή είναι η μοναδική σχέση που έχω κι εγώ αλλά και η οικογένειά μου με τα βιβλία. Αυτά είναι τα δικά μου εκατομμύρια και η δικιά μου κληρονομιά, το ότι είμαι στον κόσμο μου, στον κόσμο δηλαδή, των ιδεών, όπως είπα και στις ανακοινώσεις μου, του Πλάτωνα, του Κάτωνα και του Επαμεινώνδα. Εις αυτό το άρθρο θα πω ένα ακόμα, για να μαθαίνουν τα λαμόγια και κάτι αληθινό από τα βιβλία. Ρωτούν τον Ρουσσώ, «ποιος είναι ο σημαντικότερος άνθρωπος που έζησε ποτέ;» {Εγώ, θα απαντούσα ο Σωκράτης, αλλά ποιός είμαι εγώ απέναντι στον φιλόσοφο εκείνο που αποκλήθηκε «θείος.»} Απαντά λοιπόν, ο Ρουσσώ στους «Λόγους» – «Ο Κάτων ! », «το ζωντανό άγαλμα της αρετής!’». Από αυτά τα πρότυπα αντλεί κανείς αρετή και περιφρονεί τα «βιβλία» των κάθε Βγενόπουλων και τους αποφεύγει όταν επιβάλλεται.
Υ.Γ. Το μείζον θέμα φυσικά, δεν είμαι εγώ. Άλλωστε σε γίγαντες της ιστορίας έχουν λάβει χώρα και πολύ δραματικότερα. Στη διασημότερη δίκη της νεοελληνικής ιστορίας, τη δίκη του Κολοκοτρώνη, ως γνωστόν, δύο δικαστές, και ιδίως ο πρόεδρος Πολυζωίδης, είχαν στάση ήρωα – δικαστή, όμως μειοψήφησαν. Πλειοψήσαν τρείς δικαστές – σκουπίδια της ιστορίας, βγάζοντας δικαστική απόφαση να κρεμαστεί την επομένη ημέρα ο μέγιστος των ηρώων της νεότερης Ελλάδας, για να ικανοποιήσουν τον τότε υπουργό, ονόματι Σχινά, κατόπιν των πιέσεων που ασκούσε ο Maurer. Στην ενεστώσα εποχή, το σοκαριστικό και μείζον εθνικό θέμα, είναι το πως επιχειρούν συγκεκριμένα ΜΜΕ να χειραγωγήσουν την κοινή γνώμη και να επηρεάσουν τη Δικαιοσύνη, φθάνοντας στην αισχρότερη οίηση της αδικίας που ανέφερα. Τους προτείνω λοιπόν, ένα πιο ξεκάθαρο σενάριο, απολύτως φανταστικό. Θα παρουσιάσουν τη συνομιλία ενός μεγαλεμπόρου ναρκωτικών με έναν από τους διακινητές του. Θα πατάει ο μεγαλέμπορος το μαγνητόφωνο, γνήσια θα είναι η ταινία του μαγνητοφώνου, και θα λέει μεγαλόφωνα στο βαποράκι : «ώστε σου ζήτησε ο Χριστόφιλος και γιος της προέδρου του ΑΠ, δύο σακούλες ηρωίνης;». – «Ε, όχι, όχι, ε, δηλαδή κάτι για τον Πυθαγόρα μου είπε αλλά δεν το κατάλαβα, αλλά ναι, μου ζήτησε για να τις πουλήσει» θα απαντάει το βαποράκι. – «Πώ, πω, που έχει φθάσει η ελληνική κοινωνία!» θα αποφαίνεται ο μεγαλέμπορος ναρκωτικών.
Την επόμενη ημέρα θα σχολιάζουν μεγαλόσχημα, συγκεκριμένα δελτία ειδήσεων με τα λοιπά μέλη της συνομοταξίας του μεγαλεμπόρου «Πω πω που είχε φθάσει η κοινωνία και οι θεσμοί την εποχή διακυβέρνησης Συριζα – Ανελ. Αυτά είναι στοιχεία, το εάν υπήρχαν ορφανές καταθέσεις εκατοντάδων χιλιάδων ή βιλάρες στα νησιά ή στο εξωτερικό, δεν σημαίνει.
Είναι να απορεί κανείς σε τί εκφαυλισμό περιήγαγαν το δημόσιο λόγο στην Ελλάδα που κάποτε εκφραζόταν στην τελειότερη μορφή που πήρε ποτέ ο Λόγος.
Σπυρίδων Γ. Χριστόφιλος
Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω»