Δικηγόροι ζητούν να προσαχθεί η ΕΕ ενώπιον του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για τους θανάτους μεταναστών στη Μεσόγειο

Δικηγόροι ζητούν να προσαχθεί η ΕΕ ενώπιον του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου για τους θανάτους μεταναστών στη Μεσόγειο

Δύο δικηγόροι προέτρεψαν χθες Δευτέρα το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο (ΔΠΔ) να ασκήσει δίωξη σε βάρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κρατών-μελών της για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας εξαιτίας των θανάτων στη Μεσόγειο χιλιάδων μεταναστών που προσπαθούσαν να φύγουν από τη Λιβύη.

Ο γαλλοϊσπανός νομικός Χουάν Μπρανκό και ο ισραηλινός συνάδελφός του Ομέρ Σατς, που εδρεύουν στο Παρίσι, διευκρίνισαν ότι διαβίβασαν έναν φάκελο έκτασης 245 σελίδων στην εισαγγελέα του ΔΠΔ, τη Φατού Μπενσουντά.

Ο φάκελος, εξήγησαν, περιέχει «επαρκή αποδεικτικά στοιχεία που εμπλέκουν ανώτερους αξιωματούχους και λειτουργούς της ΕΕ και κρατών μελών της σε εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας που διαπράχθηκαν κατ’ εφαρμογή των πολιτικών της ΕΕ για τη μετανάστευση στη Μεσόγειο και στη Λιβύη» μετά το 2014.

Πάνω από 12.000 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους έκτοτε στην κεντρική Μεσόγειο, στην προσπάθειά τους να φθάσουν στην Ευρώπη από τη Λιβύη, κάτι που σημαίνει ότι η συγκεκριμένη θαλάσσια οδός μετανάστευσης έχει μετατραπεί στη φονικότερη στον κόσμο, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.

Για τους δύο δικηγόρους, η ΕΕ κατέφυγε σε «μια μεταναστευτική πολιτική θεμελιωμένη στην αποτροπή»: αυτή προέβλεπε «να θυσιάζονται ζωές μεταναστών οι οποίοι κινδύνευαν στη θάλασσα». Στόχος, κατ’ αυτούς, ήταν να «αποτραπούν άνθρωποι σε παρόμοια κατάσταση να αναζητήσουν ασφαλές καταφύγιο στην Ευρώπη», σύμφωνα με τον φάκελο, αντίγραφα του οποίου επιδόθηκαν στο Γαλλικό Πρακτορείο και στο Γερμανικό Πρακτορείο.

Και όταν η στρατηγική αυτή φάνηκε να αποτυγχάνει εξαιτίας των επιχειρήσεων διάσωσης των ΜΚΟ, επιχειρηματολογούν, η ΕΕ ζήτησε από τη λιβυκή ακτοφυλακή να αναχαιτίζει και να οδηγεί τους μετανάστες πίσω σε καταυλισμούς κράτησης υπό απάνθρωπες συνθήκες στη Λιβύη. Παρότι είχαν «πλήρη γνώση» του γεγονότος ότι στελέχη της ακτοφυλακής και παραστρατιωτικοί που ελέγχουν τα κέντρα κράτησης «κατηγορούνται για εγκλήματα πολέμου» και «εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας», η ΕΕ «χρηματοδότησε τους ανθρώπους αυτούς», τόνισε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Χουάν Μπρανκό, άλλοτε συνεργάτης του ΔΠΔ και δημοσιογράφος.

Μεταξύ του 2016 και του 2018, σύμφωνα με τον φάκελο, περίπου 40.000 πρόσφυγες και μετανάστες οδηγήθηκαν σε καταυλισμούς που παραπέμπουν πάντα κατά τους δύο νομικούς σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Σε αυτούς επικρατούν φοβερές συνθήκες και εκεί διαπράχθηκαν φρικιαστικά εγκλήματα — φόνοι, βιασμοί, βασανισμοί και υπαγωγή των ανθρώπων αυτών σε σκλαβιά, καταγγέλλουν οι νομικοί.

«Γνωρίζουμε πολύ καλά ότι προσπαθούμε να επιτεθούμε σε έναν πανίσχυρο μηχανισμό εξουσίας, την ΕΕ, η οποία έχει καταρτίσει μια μελετημένη στρατηγική για να συγκαλύψει τις ευθύνες της», για να παρουσιάσει την κατάσταση αυτή περίπου σαν «αναπόφευκτη», σαν «τον καρπό μιας τραγωδίας» για την οποία υπάρχει παντελής «έλλειψη ευθυνών», τόνισε εξάλλου ο Μπρανκό κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στο Παρίσι χθες.

Ωστόσο «οι ηγέτες της ΕΕ φάνηκαν διατεθειμένοι να θυσιάσουν ανθρώπους εσκεμμένα για να επιτύχουν την αποτροπή, που εξυπηρετούσε τους πολιτικούς τους σκοπούς», επέμεινε ο ίδιος.

Το ΔΠΔ ήδη διενεργεί έρευνα κατ’ εντολή του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για τα εγκλήματα στους καταυλισμούς κράτησης προσφύγων και μεταναστών στη Λιβύη. Το 2017, η Μπενσουντά διαπίστωνε πως χιλιάδες άνθρωποι κρατούνται υπό «απάνθρωπες συνθήκες» εκεί και ότι «εγκλήματα όπως ανθρωποκτονίες, βιασμοί και βασανισμοί πιστεύεται ότι βρίσκονται στην ημερησία διάταξη».

Πριν αρχίσουν διαδικασίες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε μια τέτοια δίκη, πρέπει να υπάρξει έγκριση από τους δικαστές του ΔΠΔ.

Δεν είναι πάντως σαφές πώς σκοπεύει να μεταχειριστεί το γραφείο της εισαγγελέως Μπενσουντά τον φάκελο αυτό, ο οποίος βάζει στο στόχαστρο τόσο ηγετικά στελέχη και λειτουργούς της ΕΕ όσο και κρατών μελών της, ιδίως της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ιταλίας — χωρών μελών του ΔΠΔ.

Οι δύο δικηγόροι διατείνονται ότι επειδή η ΕΕ ήταν ενήμερη για τα εγκλήματα που διαπράττονταν αλλά συνέχισε να συνεργάζεται με τις αρχές της Λιβύης, είναι συνένοχη βάσει του διεθνούς δικαίου.

Οι κατηγορίες που περιέχονται στον φάκελο είναι «παράλογες», «δεν έχουν καμία νομική βάση», ήταν η αντίδραση του γαλλικού υπουργείου Εξωτερικών. Το Κε ντ’ Ορσέ υπενθύμισε τη «σθεναρή κινητοποίηση» της Γαλλίας στον αγώνα «εναντίον της εμπορίας ανθρώπων και των διακινητών», ιδίως μέσω της «συνεργασίας με τις χώρες προέλευσης και διέλευσης» των προσφύγων και των μεταναστών.

«Με πρωτοβουλία της Γαλλίας (…), το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ επέβαλε τον Ιούνιο του 2018 κυρώσεις σε βάρος προσώπων που ενέχονταν στην εμπορία ανθρώπων και στη διακίνηση μεταναστών στη Λιβύη», προσέθεσε το ΥΠΕΞ της Γαλλίας, υπενθυμίζοντας παράλληλα τη δέσμευση σε ευρωπαϊκό επίπεδο να υπάρξει αντίδραση «στην πρόκληση της μετανάστευσης με σεβασμό του δικαιώματος στο άσυλο» και τη συμμετοχή της Γαλλίας «στην υποδοχή διασωθέντων στη θάλασσα».

Documento Newsletter