«Εγώ κατάλαβα τον ρατσισμό το 2010, από αυτούς που μας χτύπαγαν και μας λέγανε “σκουπίδια” και πως αυτοί ήταν καλύτεροι. Μετά, το 2011, ήρθαν και τα μαχαίρια και έμαθα τον φασισμό».
Δεκάδες περιστατικά επιθέσεων μελών της Χρυσής Αυγής κατά ομοεθνών του, περιέγραψε στην δίκη της Χρυσής Αυγής ο πρόεδρος της πακιστανικής κοινότητας, Javed Aslam.
Ο μάρτυρας υποστήριξε ότι συνολικά οι επιθέσεις της οργάνωσης κατά Πακιστανών σε όλη την χώρα φθάνουν τις 300, ενώ, όπως κατέθεσε, τα θύματα των ενεργειών αυτών είναι περίπου 900.
Ο πρόεδρος της πακιστανικής κοινότητας είπε στο δικαστήριο ότι οι δράστες των επιθέσεων αυτών, μετά το 2010, δρούσαν φορώντας μπλούζες της Χρυσής Αυγής. «Το δήλωναν ότι είναι Χρυσή Αυγή» όπως είπε χαρακτηριστικά και τόνισε πως σε όλες τις περιπτώσεις «έρχονταν οργανωμένοι και με σύστημα».
Επίσης, αναφέρθηκε εκτενώς στις προεκλογικές καμπάνιες της οργάνωσης, κατά την διάρκεια των οποίων «το έλεγαν ότι θα μας διώξουν γιατί είμαστε “σκουπίδια”, όπως το έλεγαν και στην Βουλή» και συμπλήρωσε πως «μέχρι το 2012 δεν είχε γίνει ούτε μία σύλληψη και αυτό είναι το μεγάλο μας παράπονο».
Εξέφρασε επίσης την απόλυτη πεποίθησή του πως όλες οι επιθέσεις κατά συμπατριωτών του ήταν σε γνώση της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής: «Πιστεύω πως οι βουλευτές έλεγαν στα μέλη τι να κάνουν».
Απαντώντας σε ερώτηση της υπεράσπισης της βουλευτού Ελένης Ζαρούλια, σχετικά με το «τι είναι ρατσισμός», ο μάρτυρας απάντησε: «Εγώ κατάλαβα τον ρατσισμό το 2010, από αυτούς που μας χτύπαγαν και μας λέγανε “σκουπίδια” και πως αυτοί ήταν καλύτεροι. Μετά το 2011 ήρθαν και τα μαχαίρια και έμαθα τον φασισμό».
Στην κατάθεσή του, ο κ. Aslam αναφέρθηκε σε πολλά περιστατικά επιθέσεων, με κορυφαία την εν ψυχρώ δαλοφονία του εργάτη Σαχζάτ Λουκμάν, για την οποία έχουν καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη οι Διονύσης Λιακόπουλος και Χρήστος Στεργιόπουλος, οι οποίοι στην παρούσα δίκη δικάζονται ως μέλη εγκληματικής οργάνωσης.
Να σημειωθεί ότι το Κακουργιοδικείο, που δίκασε τους δύο, δέχθηκε ότι οι δράστες της δολοφονίας είχαν ρατσιστικό κίνητρο, αναφέροντας στο σκεπτικό ότι «η πράξη τους τελέστηκε από μίσος προκαλούμενο λόγω της διαφορετικότητας των εξωτερικών χαρακτηριστικών του θύματος».
Ο μάρτυρας αναφέρθηκε σε πολλές απειλές και επιθέσεις που είχαν σημειωθεί στη Νίκαια, σε μαγαζιά που είχαν συμπατριώτες του, αντίστοιχες ενέργειες στον Ασπρόπυργο και στον Άγιο Παντελεήμονα, ενώ τόνισε πως αρκετοί αστυνομικοί ανέχονταν ή ενεργούσαν αντίστοιχα με τους χρυσαυγίτες.
Ως δείγμα αστυνομικής αυθαιρεσίας, ο μάρτυρας ανέφερε το περιστατικό θανάτου συμπατριώτη του μέσα στο Τμήμα Νίκαιας το 2009. (σσ σύμφωνα με καταγγελίες ο θάνατος προήλθε από βασανιστήρια, ωστόσο η υπόθεση έχει τεθεί στο αρχείο, καθώς σύμφωνα με την ΕΛΑΣ δεν προέκυψαν ευθύνες αστυνομικών).
Τέλος, ο κ. Aslam κατέθεσε και για περιπτώσεις εμπρησμών και επιθέσεων από μέλη της Χρυσής Αυγής σε χώρους που χρησιμοποιούν οι Πακιστανοί ως τζαμιά, όπως στα Βασιλικά Χαλκίδας, στον Κολωνό και στον Άγιο Παντελεήμονα, τονίζοντας πως πολλές φορές μετά από αυτές τις επιθέσεις βοήθησαν τους συμπατριώτες του οι Έλληνες γείτονες και άλλοι.
Στο δικαστήριο κατέθεσε και ο επί οκτώ χρόνια πρόεδρος της τανζανικής κοινότητας, Francis Salum, ο οποίος αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, σε επίθεση που είχε δεχθεί ο χώρος των γραφείων της, το 2012, όταν ομάδα Τανζανών που βρισκόταν εκεί είχε εγκλωβιστεί από κάποιους μαυροφορεμένους που είχαν συγκεντρωθεί απ’ έξω. Το επεισόδιο είχε λήξει, καθώς επενέβη έγκαιρα η αστυνομία, ωστόσο όπως κατέθεσε ο μάρτυρας, αργότερα την ίδια μέρα κάποιοι είχαν μπει στον χώρο «και είχαν καταστρέψει τα πάντα». Ο μάρτυρας είπε πως είχε δει στην αστυνομία το βίντεο από το περιστατικό και ότι οι δράστες φορούσαν μπλούζες που είχαν επάνω σβάστικα. Είπε επίσης, ότι ένα μήνα μετά είχε τοποθετηθεί βόμβα με δυναμίτη που εξερράγη, χωρίς θύματα, έξω από την πόρτα των γραφείων της κοινότητας.