Στον «φόβο» που ένιωσε για τη ζωή του καθώς ο Έλληνας κατηγορούμενος, στον οποίο απέδωσε όσα φρικτά συνέβησαν και οδήγησαν στην δολοφονία της φοιτήτριας, Ελένης Τοπαλούδη, απείλησε τον ίδιο και την οικογένεια του, απέδωσε ο Αλβανός κατηγορούμενος την στάση του τις ώρες του μαρτυρίου της κοπέλας αλλά και τις επόμενες ημέρες.
Απολογούμενος σήμερα στο δικαστήριο ο νεαρός κατηγορούμενος, υποστήριξε ότι μοναδικός υπεύθυνος για την κατάληξη της κοπέλας είναι ο Έλληνας συγκατηγορούμενος του, ενώ ζήτησε συγγνώμη από τον παριστάμενο πατέρα του θύματος.
«Θέλω να ζητήσω μια μεγάλη συγγνώμη. Δεν έχω τη δύναμη να κοιτάξω αυτόν τον άνθρωπο», είπε..
Περιγράφοντας το τι συνέβη όταν το θύμα και οι δύο κατηγορούμενοι , βρέθηκαν μαζί στο σπίτι του ενός, του Ροδίτη, με προθεση ,κατά τα λεγόμενα του να συνευρεθούν ερωτικά , υποστηριξε ,μεταξύ άλλων:
«Η Ελένη μπήκε μπροστά στο αμάξι και ο Μανώλης κάθισε πίσω. Είπαμε να φάμε κάτι και σταματήσαμε στο σουβλατζίδικο. Πήγαμε να πληρώσουμε εγώ κι η Ελένη αλλά έφυγε κατευθείαν και μετά γύρισε και μας είπε ότι ήταν κλειστά.
Πήγαμε στο σπίτι. Βγήκαμε από το αυτοκίνητο ανέβηκε ο Μανώλης, άνοιξε την πόρτα και μπήκαμε μέσα . Έβαλα τη βότκα πάνω στο τραπέζι. Ο Μανώλης άνοιξε την τηλεόραση και έβαλε μουσική και μας έλεγε για ναρκωτικά.
Πήρα δυο χάπια.
Μετά είπε να παίξουμε θάρρος ή αλήθεια. Η Ελένη έλεγε συνέχεια θάρρος είναι να κάνεις κάτι όχι να πεις.
Κάποια στιγμή της είπε έχεις το θάρρος να μου πιάσεις το πουλί; Η Ελένη δεν το έκανε. Μετά όταν γύρισα εγώ και τη ρώτησε ακριβώς το ίδιο για εμένα το έκανε.
Μετά νιώθοντας πιο άνετα της πρότεινα να πάμε στο δωμάτιο και μου είπε πάμε. Ανεβήκαμε στο κρεβάτι, αρχίσαμε να φιλιόμαστε και ήρθαμε σε σεξουαλική επαφή. Μετά ήρθε και ο Μανώλης, γδύθηκε, στην αρχή η Ελένη δεν ήθελε .
Κοίταξε μια στιγμή τα νύχια της η Ελένη και του είπε άντε τελείωνε. Αυτός εξοργίστηκε ,άρχισε να την χαστουκίζει, να τη χτυπάει, να την κλοτσάει. Εγώ καθόμουν σαν μαλάκας. Δεν ήξερα ποιον να υποστηρίξω, την κοπέλα ή το φίλο μου. Μετά έφυγε και γύρισε με ένα μαχαίρι, άρχισε να την μαχαιρώνει και μετά το πέταξε κάτω με δύναμη. Έπιασε το σίδερο από δίπλα και άρχισε να την χτυπάει.
Τον έσπρωξα και μου είπε εσύ κάτσε στη γωνία. Φοβήθηκα για τη ζωή μου.
Μετά κατέβηκε κι έκανε γύρους. Η Ελένη ήταν λιπόθυμη. Όταν συνήλθε,την πήγα στο μπάνιο.
Ξεκινήσαμε για το νοσοκομείο, ξαφνικά όμως μπήκε σε έναν χωματόδρομο. Βγήκε έξω και μου είπε «θα την τελειώσω αυτή,θα με κλείσει φυλακή» Την πήρε στον ώμο του και γύρισε μετά από δέκα λεπτά και μου είπε «εντάξει Αλβανέ τελείωσε μπες μέσα».
Γυρίσαμε σπίτι και μου είπε Αλβανέ μάζεψε ότι έχει αίματα και στοιχεία.
Μετά μπήκε στο μπάνιο,γέμισε έναν κουβά με νερό και χλωρίνη. Μου είπε ξεκίνα να καθαρίζεις. Όταν είδε ότι αργούσα επειδή είχε πολύ αίμα ήρθε κι αυτός με ένα σφουγγάρι.
Μετά το καθάρισμα πήρα το πλαστικό δοχείο και το έβαλα στο καρότσι και αργότερα βγήκα και τα πέταξα. Μου είπε μπράβο και φύγαμε.
Μου είπε αν αυτό το πεις πουθενά θα σου κάνω τα ίδια και χειρότερα και στην οικογένεια σου.
Είναι λάθος μου που το άφησα να γίνει. Δεν προστάτεψα την Ελένη».