Με μια «πιλοτική» απόφαση ύμνο στην ελευθεροτυπία, την ελεύθερη έκφραση και την δημοσίευση στοιχείων της ακροαματικής διαδικασίας ως εχέγγυο δίκαιης δίκης, Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών, δικαιώνει περίτρανα το Documento, σε βάρος του οποίου είχαν στραφεί ο Ιωάννης Βαρδινογιάννης του Σήφη και δύο συνεργάτες του.
Με διάταξη της η εισαγγελική λειτουργός απέρριψε την έγκληση των τριών που ζητούσαν να μας ασκηθεί ποινική δίωξη για αθέμιτη επιρροή σε δικαστικούς λειτουργούς δια του Τύπου, χρήση υπηρεσιακού απορρήτου, και παραβίαση προσωπικών δεδομένων για όσα είχαμε αποκαλύψει σε δημοσιεύματα μας για την υπόθεση κακουργηματικής υπεξαίρεσης στην οποία εμπλέκονταν αλλά και για τους χειρισμούς της Δικαιοσύνης, τόσο στο στάδιο της ανάκρισης όσο και της δίκης που ανέδυαν «άρωμα παραδικαστικού» κι εν τέλει οδήγησαν στην απαλλαγή τους.
Με μια άκρως νομικά εμπεριστατωμένη διάταξη, που θα τη «ζήλευε» ακόμη και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, που έχει εκδώσει πλήθος αποφάσεων υπέρ της ανεξάρτητης ερευνητικής δημοσιογραφίας ορίζοντας ότι οφείλει και πρέπει να ασκεί σκληρή και οξύτατη κριτική όταν πρόκειται για το δημόσιο συμφέρον, η αντεισαγγελέας Πρωτοδικών Δέσποινα Χατζήπαπα, καταρρίπτει με αποστομωτικό τρόπο, ένα προς ένα τα νομικά επιχειρήματα των μηνυτών.
Οι οποίοι ζητούσαν, μεταξύ άλλων, την ποινική δίωξη του Documento γιατί… τόλμησε να δημοσιεύσει ονόματα κατηγορουμένων σε δημόσια δίκη, την κατηγορία σε βάρος τους, τα ονόματα των δικαστών που είχαν εκδώσει το παραπεμπτικό βούλευμα της υπόθεσης, φωτογραφία του Ιωάννη Βαρδινογιάννη του Σήφη, που ήταν ο βασικός εμπλεκόμενος, αλλά και εμπεριστατωμένες κρίσεις για όσα διαδραματίζονταν κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας.
Η εισαγγελέας στην εξ ολοκλήρου απορριπτική της διάταξη αναφέρει για μια προς μια από τις αιτιάσεις των εγκαλούντων:
Οι δημοσιογραφικές αποκαλύψεις δεν είναι αθέμιτη πρακτική
*Ως προς το πρώτο επιχείρημα των μηνυτών ότι οι δημοσιογράφοι διέπραξαν το αδίκημα της αθέμιτης επιρροής σε δικαστικούς λειτουργούς, οι οποίοι επρόκειτο να δικάσουν την υπόθεση του συγκεκριμένου επιχειρηματία,κάνοντας αναφορά στο επίμαχο δημοσίευμα για “οσμή παραδικαστικού”, υπογραμμίζει: «Αναφορικά με το αδίκημα της αθέμιτης επιρροής σε δικαστικούς λειτουργούς( άρθρο 167Α ΠΚ) δεν είναι δυνατή η πλήρωση της αντικειμενικής υπόστασης του αδικήματος με τη δημοσίευση ενός άρθρου σε εφημερίδα, καθώς αυτό δεν δύναται να θεωρηθεί αθέμιτη πρακτική, δεδομένου ότι πρόκειται για έκφραση δημοσίου λόγου,( αν στο άρθρο περιέχονται εκφράσεις που υπερβαίνουν το επιβαλλόμενο και αντικειμενικά αναγκαίο μέτρο για την άσκηση του δικαιώματος έκφρασης και ελευθεροτυπίας, ενδεχομένως να πληρούται η αντικειμενική υπόσταση της εξύβρισης ή της συκοφαντικής δυσφήμισης, αλλά όχι της αθέμιτης επιρροής σε δικαστικούς λειτουργούς».
Σε δημόσια δίκη τα ονόματα των κατηγορουμένων δεν είναι προσωπικό δεδομένο
*Όσον αφορά στην κατηγορία κατά των δημοσιογράφων για παραβίαση των προσωπικών δεδομένων επειδή δημοσίευσαν την πρώτη σελίδα του παραπεμπτικού βουλεύματος με το όνομα του επώνυμου κατηγορουμένου (δηλαδή του Ιωάννη Βαρδινογιάννη του Σήφη), τα ονόματα των δικαστών, και την κατηγορία που τον βάρυνε η αντεισαγγελέας την αποδομεί πλήρως, με ένα σκεπτικό κόλαφο, όπου εξηγεί:
“Αναφορικά με το αδίκημα της παραβίασης προσωπικών δεδομένων με τη γνωστοποίηση της πρώτης σελίδας του παραπεμπτικού βουλεύματος, όπου εμφαίνεται το ονοματεπώνυμο και πατρώνυμο του εγκαλούντος, καθώς και ο αριθμός του Βουλεύματος, οι δικαστές της σύνθεσης και η κατηγορία που τον βαρύνει δεν συνιστά παραβίαση ,οποιουδήποτε προσωπικού δεδομένου. Το ονοματεπώνυμο και πατρώνυμο σε δημόσια ποινική διαδικασία δεν πρόκειται για δεδομένο που χρήζει προστασίας, πρόκειται για στοιχείο της αναγνώρισης -ταυτοποίησης ενός προσώπου που δεν περιλαμβάνει κάποια ενδόμυχη πληροφορία (το ίδιο το ονοματεπώνυμο).
«Η δε ποινική δίκη διέπεται από την αρχή της δημοσιότητας και εν προκειμένω ήδη βρισκόταν εν εξελίξει η ποινική διαδικασία ,στην οποία ήταν κατηγορούμενος για την συγκεκριμένη κατηγορία, η οποία ήταν ήδη γνωστή. Επομένως κανένα προσωπικό δεδομένο δεν παραβιάστηκε»
Και συνεχίζει, η αντεισαγγελέας την άρτια νομική τεκμηρίωσή της: «Το κάθε βούλευμα συνιστά απόφαση δικαστηρίου και δεν επρόκειτο για κάτι απόρρητο, όταν οι εγκαλούντες βρίσκονταν ήδη στην επ ́ ακροατηρίω διαδικασία, ήτοι σε δημόσια συνεδρίαση( όχι κεκλεισμένων των θυρών) και ήταν γνωστό στο Πανελλήνιο ότι δικάζονταν για το συγκεκριμένο κακούργημα. Αφού βασική αρχή που διέπει, άλλωστε, την ποινική δίκη αποτελεί αυτή της δημοσιότητας,ως θεμελιακό στοιχείο της δίκαιης δίκης».
Η δημοσίευση της φωτογραφίας δεν είναι παραβίαση προσωπικών δεδομένων
*Ως προς το σκέλος που αφορά στη δημοσίευση φωτογραφίας του επώνυμου κατηγορουμένου και τους ισχυρισμούς περί παραβίασης προσωπικών δεδομένων ,η αντεισαγγελέας, δίνει τη “χαριστική βολή” στην προσπάθεια φίμωσης των δημοσιογράφων, αναφέροντας επί λέξη στη Διάταξή της:
«Η δε απλή δημοσίευση της φωτογραφίας ενός προσώπου σε δημόσιο χώρο( δεν προκύπτει να μην τραβήχτηκε σε δημόσιο χώρο) που εν τις πράγμασι αποτελεί δημόσιο πρόσωπο στην Ελλάδα, από γνωστή οικογένεια επιχειρηματιών, δεν πληροί την αντικειμενική υπόσταση της παραβίασης των προσωπικών δεδομένων».
Διαβάστε επίσης: