Διεθνής Τύπος: Προβάδισμα Γιάνγκκιν στη Βιρτζίνια – Πεινά ένας στους δύο μαθητές στη Γαλλία

Διεθνής Τύπος: Προβάδισμα Γιάνγκκιν στη Βιρτζίνια – Πεινά ένας στους δύο μαθητές στη Γαλλία

Στις ΗΠΑ, το ενδιαφέρον του Τύπου εστιάζεται στις εκλογές για την κυβέρνηση της πολιτείας της Βιρτζίνια. Η Washington Post γράφει σχετικά: «Ο Γιάνγκκιν κρατάει το προβάδισμα στην Βιρτζίνια». Η εστίαση στα σχολεία είναι αυτή που δίνει το προβάδισμα στον ρεπουμπλικάνο υποψήφιο. Επίσης η αλλαγή της τάσης στα προάστια, που επέλεξαν το ρεπουμπλικανικό κόμμα, μπορεί να είναι σημάδι για αλλαγή σε όλη την χώρα. Η νίκη του Γιάνγκκιν είναι ένα πλήγμα στους Δημοκρατικούς, καθώς η Βιρτζίνια τα τελευταία χρόνια ήταν σταθερά Δημοκρατική. Στη Wall Street Journal διαβάζουμε: «Ο ρεπουμπλικάνος Γιάνγκκιν προηγείται με βραχεία κεφαλή στη μάχη για τη Βιρτζίνια». Ο επιχειρηματίας Γκλεν Γιάνγκκιν ήταν μπροστά από τον Δημοκρατικό πρώην κυβερνήτη Τέρι Μακόλιφ, καθώς οι πολίτες της Βιρτζίνια ψήφισαν την Τρίτη για νέο κυβερνήτη. Οι New York Times ασχολούνται με τις τοπικές εκλογές: «Ο Άνταμς εκλέχθηκε για να ηγηθεί της Νέας Υόρκης σε καιρούς αλλαγής». Ο Έρικ Λίροϊ Άνταμς, ένας πρώην αρχηγός της αστυνομίας, εκλέχθηκε να γίνει ο 110ος δήμαρχος της πόλης και μόλις ο δεύτερος μαύρος αμερικανός που το καταφέρνει. Τέλος, οι Financial Times: «Οι τράπεζες δέχονται πυρά κριτικής για την ‘αραίωση’ των πράσινων υποσχέσεων της συμφωνίας των Παρισίων». Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δέχονται πιέσεις για να κόψουν τους χρηματοδοτικούς δεσμούς με «βρώμικες» βιομηχανίες. Οι τράπεζες λένε ότι «οι υποσχέσεις έχουν χώρο για ελλιγμούς», δεχόμενες τις κατηγορίες για δυο μέτρα και σταθμά.

Στη Γαλλία, η Humanité γράφει για την τραγική κατάσταση των μαθητών της χώρας: «Οι μαθητές πεινούν». Από την αρχή της πανδημίας, ένας στους δύο μαθητές δεν σιτίζεται σωστά. Πολλοί στρέφονται προς την αρωγή για τα τρόφιμα. Στη Le Monde διαβάζουμε: «COP26: Μετά τις προειδοποιήσεις για το επείγον της κατάστασης, η έκκληση για δράση». Παγκόσμιοι ηγέτες συγκεντρώθηκαν στην Γλασκώβη για την κλιματική σύνοδο, καλώντας για άμεση δράση, λίγες χώρες όμως έχουν κάνει πραγματικές νέες δεσμεύσεις. Η Le Figaro έχει σήμερα τίτλο: «Γιατί το Χρηματιστήριο των Παρισίων έχει κατακτήσει νέες κορυφές». «Ντοπαρισμένος» από τα δισεκατομμύρια που ρίχνουν οι κεντρικές τράπεζες στην οικονομία, ο δείκτης CAC 40 έσπασε την Τρίτη το ιστορικό ρεκόρ του, που κρατά από τις 4 Σεπτεμβρίου 2000, λίγο πριν σκάσει η φούσκα του ίντερνετ και της dot.com οικονομίας. Έφτασε τις 6.927,03 μονάδες. Τέλος, η Libération: «Σπάστε τα σχολικά γκέτο, είναι δυνατό». Στην Τουλούζ, χίλιοι μαθητές των φτωχών γειτονιών έχουν ξεκινήσει να παρακολουθούν σε εξεζητημένα κολέγια για να συνεχίσουν τις σπουδές τους, σε ένα πείραμα κοινωνικής μίξης που μπορεί να έχει αυξήσει τις αντιδράσεις, αλλά έχει απτά αποτελέσματα.

Στη Βρετανία, οι Times γράφουν: «Ο πρωθυπουργός χαιρετίζει την συμφωνία να μειωθούν οι εκπομπές μεθανίου». Οι παγκόσμιοι ηγέτες συμφώνησαν την Τρίτη να μειώσουν τις εκπομπές μεθανίου κατά 30%  μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Στη συμφωνία δεν συμμετάσχει η Κίνα. Στον Guardian διαβάζουμε: «Οι καταστροφικές πυρκαγιές του 2021 έχουν ως αιτία την παγκόσμια υπερθέρμανση». Οι πυρκαγιές φέτος δεν θα είχαν συμβεί αν δεν υπήρχε η υπερθέρμανση του πλανήτη. Οι ειδικοί υπολόγισαν ότι η συχνότητα για τόσο ζεστά ευρωπαϊκά καλοκαίρια όπως το φετινό είναι μια φορά κάθε 10.000 χρόνια, όμως τώρα είναι πραγματικότητα. Ο Independent κυκλοφορεί με κύριο τίτλο: «Κύματα καύσωνα με 50C κάθε χρόνο: η πραγματικότητα της Ευρώπης χωρίς κλιματική πρόοδο». Χωρίς άμεσα μέτρα, η Ευρώπη θα βιώνει κάθε χρόνο ακραίες καταστάσεις ζέστης, σύμφωνα με ανάλυση της Μετεωρολογικής Υπηρεσίας. Τέλος, η Daily Telegraph: «Ο πρωθυπουργός επιζητά την αντικατάσταση του επιτηρητή προτύπων». Ο Μπόρις Τζόνσον θέλει να αντικαταστήσει την επιτροπή στη Βουλή των Κοινοτήτων για τα πρότυπα του κοινοβουλίου, μετά την απόφασή της να αποβάλλει τον Όουεν Πάτερσον. Ο Πάτερσον κατηγορείται ότι χρησιμοποίησε το γραφείο του στην Βουλή για την επαγγελματικούς λόγους.

Στη Γερμανία, η Frankfurter Allgemeine Zeitung γράφει: «Ο νέος επικεφαλής του CDU θα εκλεγεί στα τέλη Ιανουαρίου». Η συμμετοχή των μελών στη διαδικασία, είτε από το διαδίκτυο είτε μέσω επιστολής, θα έχει ολοκληρωθεί μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου. Στη Süddeutsche Zeitung διαβάζουμε: «Τα δέντρα σώζουν το κλίμα». Περισσότερα από εκατό κράτη έχουν υποσχεθεί να σταματήσουν την μείωση των δασών μέχρι το 2030. «Έχει πιθανότητες η σύνοδος της Γλασκώβης να είναι επιτυχημένη;», αναρωτιέται η εφημερίδα. Τέλος, η Die Welt: «Οι εκπρόσωποι ιατρικών συλλόγων ασκούν δριμεία κριτική στον Γενς Σπαν». Οι ιατροί απορρίπτουν την πίεση που δέχονται από τους πολιτικούς. Η μόνιμη επιτροπή εμβολιασμών έχει τον πρώτο λόγο.

Στην Ιταλία, η La Repubblica γράφει: «Περισσότερα δάση και λιγότερο αέριο». Εκατό κράτη δεσμεύτηκαν ότι μέχρι το 2030 θα βάλουν στοπ στις αποψιλώσεις των δασών και ότι θα μειώσουν τις εκπομπές ρύπων. Στη La Stampa διαβάζουμε: «Τσινγκολάνι: εμπρός με την πυρηνική ενέργεια». Ο Ρομπέρτο Τσινγκολάνι, ο ιταλός υπουργός Πράσινης Μετάβασης, μιλώντας στην σύνοδο για το κλίμα είπε ότι: «δεν μπορούμε να αφήσουμε ακόμα το αέριο». Η Il Messaggero έχει τίτλο: «Ο στρατός των ανέργων που προτιμά τα επιδόματα». Σύμφωνα με έρευνα της εφημερίδας, 200 χιλιάδες ανειδίκευτοι προτιμούν το επίδομα ανεργίας και άλλα επιδόματα που παρέχει το κράτος, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν πολλές κενές θέσεις εργασίας. Τέλος, η Corriere de la Sera: «Η μάχη του Κιρινάλε». Ο υπουργός Οικονομικής Ανάπτυξης, Τζανκάρλο Τζορτζέτι, που προέρχεται από την Λέγκα, αμφισβητεί την πολιτική του Ντράγκι λέγοντας ότι η στροφή προς την Ευρώπη είναι ελλιπής. Παράλληλα, επικρίνει την στρατηγική του Σαλβίνι, ο οποίος συνάντησε τον Μπολσονάρο στην Τοσκάνη.

Στην Ισπανία, η El País γράφει: «Ο Εσκριβά θέλει να γίνουν περισσότερες εισφορές για την προστασία των συντάξεων». Ο υπουργός Κοινωνικής Προστασίας, Χοσέ Λουίς Εσκριβά, προτείνει αύξηση 0,5% στις εισφορές, που θα μοιραστεί μεταξύ εργαζόμενων και εργοδοτών, για να γεμίσει τον «κουμπαρά» για τα επόμενα δέκα χρόνια. Και η El Mundo: «Ο Εσκριβά προτείνει την αύξηση των εισφορών για 10 χρόνια για να πληρώσει τις συντάξεις». Ο υπουργός θέλει οι εργαζόμενοι να συνεισφέρουν ένα επιπλέον 0,5% των εισοδημάτων τους.

Documento Newsletter