Οι «New York Times» αποκάλυψαν ότι η κυβέρνηση έδωσε τουλάχιστον μία άδεια εξαγωγής του Predator
«Ξέρεις πώς λέγονται οι καλοί τύποι που δεν συμπεριφέρονται καλά; Κακοί τύποι» έγραψε στο Twitter ο Eντουαρντ Σνόουντεν για το δημοσίευμα των «New York Times» σχετικά με το πώς η «παγκόσμια κατασκοπευτική βιομηχανία ξέφυγε από τον έλεγχο».
Το επίμαχο πρόσφατο δημοσίευμα αφενός διέσυρε τον Κυριάκο Μητσοτάκη αποκαλύπτοντας πως η ελληνική κυβέρνηση έδωσε τουλάχιστον μία άδεια εξαγωγής του Predator της Intellexa, ενώ στην πορεία έφτασε σε πανομοιότυπα συμπεράσματα με την έρευνα που διεξήγαγε το Documento (20/11/2022) όσον αφορά την εμπλοκή οκτώ Ισραηλινών υπηκόων. Ειδικότερα, οι Einat Semana, Itai Rudi, Bari Lavi Yarden, Erez Offir, Hetzroni Eitan Shmuel, Hayot Roey, Norich Ofer και Veiner Amir Hay απασχολήθηκαν από την Intellexa ιδιοκτησίας Ταλ Ντίλιαν από το 2020 έως το 2021, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τα «εμπιστευτικά εργοδοτικά στοιχεία που είδαν οι “Times” αλλά και από το προφίλ στο LinkedIn», όπως σημειώνουν οι δημοσιογράφοι του ιστορικού αμερικανικού Μέσου, συμπληρώνοντας πως «η εταιρεία προσέλαβε τουλάχιστον οκτώ Ισραηλινούς, αρκετοί από τους οποίους είχαν υπόβαθρο στις υπηρεσίες πληροφοριών της χώρας».
Ο διοικητής, ο λοχαγός και οι εργαζόμενοι
Το Documento είχε αποκαλύψει πως «τον Ιούλιο του 2021 ένας πρώην λοχαγός της UNIT 81 φτάνει στην Αθήνα ως στέλεχος της Intellexa και το σύστημα μπαίνει σε πλήρη λειτουργία». Αυτός δεν ήταν άλλος από τον Erez Offir, ο οποίος «δεν είναι ούτε τυχαίο ούτε άγνωστο πρόσωπο. Είναι πρώην λοχαγός της UNIT 81, της μυστικής ομάδας ηλεκτρονικής κατασκοπείας». Με την άφιξή του στην Ελλάδα ο Erez δημοσιοποιεί στο προφίλ του στο LinkedIn ότι εργάζεται για µια «μυστική εταιρεία κυβερνοασφάλειας». Η UNIT 81 δεν είναι μια οποιαδήποτε μονάδα. Πρόκειται για επίλεκτη μονάδα κυβερνοπολέμου του ισραηλινού στρατού, η οποία χρησιμοποιεί προηγμένες τεχνικές και τεχνολογίες αιχμής για την παρακολούθηση, παγίδευση και εκβιασμό αντιπάλων ή και φίλων του Τελ Αβίβ. Η μονάδα έχει κριθεί ιδιαίτερα πετυχημένη τόσο στις επιχειρησιακές δυνατότητές της όσο και στην επιχειρηματική της δραστηριότητα. Ενδεικτικά, το έγκριτο μέσο τεχνολογίας CTech που πραγματοποίησε έρευνα (8/1/2021) για την εν λόγω μονάδα έγραψε πως 100 πρώην αξιωματούχοι και στρατιώτες της την επταετία 2003-10 είχαν ιδρύσει 50 εταιρείες, «επιχειρηματική αναλογία την οποία οι απόφοιτοι του MIT δεν μπορούν να ανταγωνιστούν». Συνολικά οι εταιρείες που έχουν ιδρυθεί από τους βετεράνους της Unit 81 έχουν συσσωρεύσει κέρδη ύψους 4 δισ. δολαρίων, ενώ η αξία αυτών των εταιρειών ξεπερνά τα 10 δισ. δολάρια.
Η επιλογή του βραβευμένου πρώην λοχαγού δεν ήταν καθόλου τυχαία. Αντιθέτως, συνδεόταν με την προηγούμενη εμπειρία του Ντίλιαν ως διοικητή της Unit 81. Σύμφωνα με ρεπορτάζ της ισραηλινής εφημερίδας «Haaretz», ο τελευταίος θεωρούνταν ένας από τους πλέον υποσχόμενους αξιωματικούς των ισραηλινών αμυντικών δυνάμεων τη δεκαετία του 1990. Ξεκίνησε την καριέρα του το 1979 στη Sayeret Matkal (επίλεκτη μονάδα ειδικών επιχειρήσεων του ισραηλινού στρατού), στην οποία υπηρέτησε ως διμοιρίτης και στη συνέχεια ως διοικητής λόχου, απ’ όπου αναρριχήθηκε στις κορυφές του ισραηλινού στρατού. Το 1998 έφτασε να διοικεί τη συγκεκριμένη μονάδα, κερδίζοντας μάλιστα το «βραβείο άμυνας του Ισραήλ για ένα από τα έργα που διαχειρίστηκε εκεί, τα στοιχεία του οποίου παραμένουν απόρρητα», όπως γραφόταν στη «Haaretz». Παρά ταύτα, η «πολλά υποσχόμενη καριέρα του […] εκτροχιάστηκε το 2002, όταν η στρατιωτική αστυνομία άρχισε να τον ερευνά για οικονομικές ατασθαλίες στη Μονάδα 81, συμπεριλαμβανομένης της χρήσης από τον Ντίλιαν των μιλίων των συχνών πτήσεων τα οποία συγκέντρωνε μέσω της εργασίας του για ιδιωτικά ταξίδια. Επιπλέον, υπό τις διαταγές του η μονάδα ξόδεψε χρήματα για έπιπλα και ανακαινίσεις που όπως ισχυρίστηκε ήταν απαραίτητες για μυστικές επιχειρήσεις, ενώ στην πραγματικότητα δεν υπήρχε τέτοια ανάγκη».
Ο Amir Eshel, γενικός επιθεωρητής του ισραηλινού υπουργείου Αμυνας, σε δηλώσεις του στους «New York Times» για τη δράση του Ντίλιαν ανέφερε πως «σίγουρα με ενοχλεί πως ένας βετεράνος των μονάδων κυβερνοπολέμου και πληροφοριών που απασχολεί πρώην ανώτερους αξιωματικούς επιχειρεί στην υφήλιο χωρίς επίβλεψη». Αυτά τα ανέφερε ο Ισραηλινός αξιωματούχος παρόλο που, σύμφωνα με τη «Haaretz» (16/8/2022), ο ισραηλινός νόμος απαγορεύει ρητά τη χωρίς επίβλεψη εξαγωγή τέτοιου είδους κατασκοπευτικών λογισμικών.
Αμερικανικό μπλόκο στα ισραηλινά προϊόντα
Πηγές που επικαλείται η «Washington Post» αναφέρουν πως το Ισραήλ διαθέτει πρόσβαση σ’ αυτά τα κατασκοπευτικά λογισμικά από την «πίσω πόρτα» (back door). Με αυτό τον τρόπο εξασφαλίζει χωρίς κανέναν κόπο δίοδο στις ευαίσθητες πληροφορίες όλων των υπηρεσιών πληροφοριών που έκαναν το λάθος να αγοράσουν τα συγκεκριμένα προϊόντα. Ετσι γίνεται υπερδύναμη στις μυστικές υπηρεσίες, σε αντιδιαστολή με το μικρό μέγεθός του. Γι’ αυτό τον λόγο οι ΗΠΑ έχουν απαγορεύσει την πώληση και αγορά τέτοιων λογισμικών στην επικράτειά τους, όπως επίσης και την οποιαδήποτε χρήση τέτοιων λογισμικών από τις ομοσπονδιακές αρχές, μια και ελλοχεύει ο κίνδυνος να ανοίξει η πόρτα για τη μεταφορά κρίσιμων πληροφοριών των Αμερικανών στους Ισραηλινούς. Υπ’ αυτό το πρίσμα… διαβάζεται και η πρόσφατη νομοθετική πρωτοβουλία του Καπιτωλίου NDAA με την οποία απαγορεύτηκαν όχι μόνο οι πωλήσεις τέτοιων προϊόντων στις ΗΠΑ, αλλά και η χρήση τους με οποιονδήποτε τρόπο από οποιαδήποτε ομοσπονδιακή αρχή, ακόμη και από τις υπηρεσίες πληροφοριών.