Διαπραγματεύσεις με φόντο τον βαρύ φόρο αίματος

Διαπραγματεύσεις με φόντο τον βαρύ φόρο αίματος

Η υποχώρηση Ζελένσκι από το αίτημα για ένταξη της χώρας του στο ΝΑΤΟ ανοίγει μια χαραμάδα ελπίδας για συμφωνία, όμως οι βομβαρδισμοί ουκρανικών πόλεων συνεχίζονται

Την εβδομάδα που μας πέρασε ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι παραδέχτηκε ότι η Ουκρανία δεν μπορεί να γίνει μέλος του ΝΑΤΟ, στέλνοντας έτσι ένα μήνυμα υποχώρησης προς τη Μόσχα. Από την πλευρά του Βλαντίμιρ Πούτιν οι απαιτήσεις του για να προχωρήσει η Ρωσία σε κατάπαυση του πυρός έγιναν απολύτως ξεκάθαρες σε τηλεφώνημά του προς τον Τούρκο ομόλογό του Ταγίπ Ερντογάν το βράδυ της Πέμπτης.

Οι απαιτήσεις της Ρωσίας φαίνεται να χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Στην πρώτη είναι η υποχώρηση της Ουκρανίας όσον αφορά την πρόθεσή της για ένταξη στο ΝΑΤΟ, γεγονός που ήδη έχει πέσει στο τραπέζι από τον ίδιο τον Ζελένσκι. Οι υπόλοιπες απαιτήσεις αυτής της κατηγορίας εξυπηρετούν τη δικαιολόγηση της αφορμής που επικαλέστηκε η Ρωσία για την εισβολή: τον αφοπλισμό της Ουκρανίας και τη διαβεβαίωση ότι δεν θα αποτελεί απειλή για τη Ρωσία. Επίσης, στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η λεγόμενη «αποναζιστικοποίηση» της Ουκρανίας, την οποία η χώρα μπορεί να κάνει σχετικά εύκολα με την καταδίκη όλων των μορφών και μορφωμάτων που πρόσκεινται στον νεοναζισμό. Παράλληλα, η Ρωσία ζητά να αναγνωριστεί και να προστατευτεί η ρωσική γλώσσα στην Ουκρανία.
Τα δύσκολα σημεία βρίσκονται στη δεύτερη κατηγορία αιτημάτων, που ήταν εξαρχής το κύριο σημείο τριβής: το καθεστώς των δύο αποσχισμένων περιοχών του Ντονμπάς και της Κριμαίας. Η Ουκρανία έχει δηλώσει ότι «δεν θα δώσει σπιθαμή γης», αφού ενδεχόμενη αναγνώριση της ανεξαρτησίας των δύο «λαϊκών δημοκρατιών» στο Ντονμπάς θα σημαίνει μείωση του εθνικού της εδάφους.

Ενας εκ των συμβούλων του Ζελένσκι που συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις, ο Μιχαΐλο Ποντόλιακ, δήλωσε ότι υπάρχει το ενδεχόμενο «διαμερισματοποίησης» (compartmentalisation) των ακανθωδών ζητημάτων ώστε να επιτευχθεί συνεννόηση. Επίσης, η Ρωσία ζητά να της αναγνωριστεί και επίσημα ότι κατέχει την Κριμαία, πράγμα που αποτελεί ένα πολύ πικρό ποτήρι το οποίο ο Ζελένσκι πρέπει να πιει.

Τεράστιο κόστος

Οι δυο άντρες συμφωνούν ότι τα ζητήματα αυτά πρέπει να τα συζητήσουν διά ζώσης, ενώ οι ομάδες τους εργάζονται ώστε οι διατυπώσεις να είναι τέτοιες που να μη χρησιμοποιηθούν στο μέλλον για νέα επέμβαση. Οπως είναι κατανοητό, μια ειρηνευτική συμφωνία θα πάρει πολύ χρόνο για να οριστικοποιηθεί, ακόμη κι αν στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα συμφωνηθεί κατάπαυση του πυρός για να σταματήσει η αιματοχυσία – η οποία όμως δεν φαίνεται να έχει τέλος.

Οσο προχωρούν οι μέρες το κόστος σε ζωές και πόνο αυξάνεται. Οι βομβαρδισμοί αμάχων από τους Ρώσους συνεχίζονται, ενώ όσοι καταφέρνουν να ξεφύγουν από τον εφιάλτη δίνουν ανατριχιαστικές μαρτυρίες από τις πολιορκημένες πόλεις. Πάνω από 3 εκατομμύρια πολίτες έχουν καταφύγει στις γειτονικές χώρες, με την Πολωνία να δέχεται τον μεγαλύτερο αριθμό προσφύγων. Οι περισσότερες πόλεις πολιορκούνται από αέρος, ενώ ο στρατός στο έδαφος φαίνεται ότι αντιμετωπίζει μεγάλο πρόβλημα.

Προβλήματα εισβολέων

Ο ρωσικός στρατός φαίνεται να μην είναι η πολεμική μηχανή που θα ισοπέδωνε σε μερικές ώρες την Ουκρανία. Αντίθετα, οι απώλειές του σε τρεις εβδομάδες επιχειρήσεων εκτιμώνται σε αρκετές χιλιάδες, κοντεύοντας να φτάσουν τις απώλειες του αμερικανικού στρατού στα είκοσι χρόνια εισβολής και επιχειρήσεων στο Αφγανιστάν.

Ο Αμερικανός στρατηγός Ντέιβιντ Πετρέους μιλώντας στο CNN, αφού εξήρε το θάρρος των ουκρανικών δυνάμεων, εντόπισε τουλάχιστον τρεις καθοριστικές αδυναμίες του ρωσικού στρατού: καταρχάς, υπολογίζεται ότι το ένα τέταρτο των δυνάμεων του Πούτιν αποτελείται από εφέδρους, παρά το γεγονός ότι η Ρωσία έχει δηλώσει ότι θα χρησιμοποιήσει μόνο επαγγελματίες στρατιώτες, όπως εκείνοι της Wagner και οι «εθελοντές» από τη Συρία και την Κεντροαφρικανική Δημοκρατία. Ο Ρώσοι είχαν επίσης ζητήματα με τις πληροφορίες, τις επικοινωνίες και τα οχήματα που κολλούσαν σε μποτιλιαρίσματα στον αστικό ιστό, με αποτέλεσμα να σφυροκοπούνται από ουκρανικά αντιαρματικά, ενώ άλλα κόλλησαν στη λάσπη και χάλασαν.

«Ετσι, σε κάθε τομέα αξιολόγησης, ξεκινώντας από τις εκτιμήσεις πληροφοριών και την κατανόηση του πεδίου μάχης και του αντιπάλου τους και στη συνέχεια σε κάθε πτυχή της εκστρατείας μέχρι τις επιχειρήσεις μικρών μονάδων, οι Ρώσοι έχουν αποδειχτεί θλιβερά ανεπαρκείς» είπε ο Πετρέους. Η ανεπάρκεια αυτή του ρωσικού στρατού δεν συνιστά «καλά νέα» για τον ουκρανικό λαό, καθώς η ανικανότητα και η έλλειψη επαγγελματισμού μπορεί να κάνουν τον πόλεμο ακόμη πιο καταστρεπτικό από ό,τι ήδη είναι.

Εξώθηση σε χρεοκοπία;

Παράλληλα με τον πόλεμο οι δυτικές χώρες προσπαθούν να πιέσουν προς ένα τέλος «πνίγοντας» τη ρωσική οικονομία ώστε να τιμωρήσουν τον Πούτιν για την εισβολή. Την εβδομάδα που πέρασε όλα τα φώτα έπεσαν στην πληρωμή που είχε να κάνει η Ρωσία σε δύο κουπόνια ομολόγων που κατέχουν ξένοι επενδυτές ύψους 117 εκατ. δολαρίων. Η Ρωσία ανακοίνωσε την Πέμπτη ότι εξυπηρέτησε κανονικά την υποχρέωσή της. Εδώ όμως περιπλέκονται τα πράγματα. Ο υπουργός Οικονομικών της Ρωσίας Αντόν Σιλουάνοφ είπε στο κρατικό δίκτυο Russia Today ότι «η ικανότητα ή όχι της εκπλήρωσης των υποχρεώσεών μας σε ξένο νόμισμα δεν εξαρτάται από εμάς», αφού οι ΗΠΑ διατηρούν το δικαίωμα να κάνουν δεκτή ή όχι την πληρωμή. Αν και στο υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ δύσκολα θα θελήσουν να φανούν υπαίτιοι αθέτησης πληρωμών σε επενδυτές, αφού η κίνηση θα θεωρηθεί επέμβαση στην ελεύθερη αγορά, η δυνατότητα αυτής της «επιλεξιμότητας» που διατηρούν οι ΗΠΑ λειτουργεί ως μοχλός πίεσης στη ρωσική οικονομία.

Εάν δεν επιτραπεί στη Ρωσία να πληρώσει σε δολάρια, μπορεί να επιλέξει να πληρώσει σε ρούβλια, καθώς υπάρχει σχετική πρόβλεψη στις συμφωνίες ομολόγων που έχει συνάψει τα τελευταία χρόνια. Ωστόσο τυπικά αυτό αποτελεί παύση πληρωμών που οδηγεί σε πιστωτικό γεγονός, σύμφωνα με τον οίκο αξιολόγησης Fitch. Αυτό το περιστατικό υπογραμμίζει τη στενωπό στην οποία έχουν βάλει οι δυτικοί τη Ρωσία: η χώρα διαθέτει τα αποθεματικά της σε ξένο νόμισμα προκειμένου να εξυπηρετήσει τις υποχρεώσεις της, αφού το σύνολό τους αποτιμάται σε πάνω από 640 δισ. δολάρια, σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών Αντον Σιλουάνοφ. Ομως η κήρυξη ή όχι στάσης πληρωμών δεν είναι στο χέρι της αλλά σε εκείνο των ΗΠΑ, αφού υπολογίζεται ότι μετά τις κυρώσεις δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει περίπου τα μισά αποθεματικά της.

Ηδη οι οίκοι αξιολόγησης της Δύσης έχουν χαρακτηρίσει την πιστοληπτική της ικανότητα «σκουπίδια» (junk), παρά το γεγονός ότι μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου η αξιολόγηση που έδιναν ήταν καλή. Μάλιστα η Morgan Stanley ήδη αναφέρεται σε χρεοκοπία «τύπου Βενεζουέλας». Ετσι, αν η Ρωσία κηρυχθεί σε κατάσταση παύσης πληρωμών, θα πληγεί περισσότερο η οικονομία της παρά οι ξένοι επενδυτές που έχουν «ανοιχτεί» στην αγορά της. Ηδη ρωσικές εταιρείες έχουν ξεκινήσει να αποσύρουν εκδόσεις ομολόγων τους αφού δεν μπορούν να συνεχίσουν να αντλούν ρευστότητα από τα χρηματιστήρια της Δύσης με απώλειες εκατοντάδων εκατομμυρίων.

Από την άλλη πλευρά, οι δυτικοί επενδυτές έχουν αποθαρρυνθεί από το να «ρίξουν λεφτά» στη Ρωσία μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014. Πριν από την εισβολή στην Ουκρανία οι διεθνείς θεσμικοί επενδυτές είχαν λαμβάνειν από τη Ρωσία περίπου 121 δισ. δολάρια, σύμφωνα με την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS). Από αυτά, τα 38,5 δισ. είναι πληρωτέα σε δολάρια, ενώ το ήμισυ αυτού το ποσού κατέχεται από ξένους επενδυτές. Παρά τη δυνατότητα πληρωμής σε ρούβλια, η Ρωσία τελικά μπορεί να μην καταφέρει να εξυπηρετήσει τις υποχρεώσεις της καθώς το νόμισμά της είναι εξαιρετικά υποτιμημένο και κανείς δυτικός επενδυτής δεν θα δεχτεί να πληρωθεί σε πληθωριστικό νόμισμα. Τα ομόλογα αυτά έχουν περίοδο χάριτος 30 ημερών, επομένως δεν μπορούν να χαρακτηριστούν απλήρωτα μέχρι τις 15 Απριλίου.

Το ζήτημα της οικονομίας

Σε τηλεοπτικό του μήνυμα την περασμένη εβδομάδα ο Βλαντίμιρ Πούτιν, μέσα στο τρομολαγνικό του παραλήρημα ενάντια στην «πέμπτη φάλαγγα» μέσα στον ρωσικό λαό, παραδέχτηκε ότι οι κυρώσεις έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην παγκόσμια οικονομία, ρίχνοντας το φταίξιμο στη Δύση. Η Ρωσία υποτίθεται ότι είναι προστατευμένη απέναντι στις κυρώσεις καθώς δημοσιονομικά είναι σε καλή θέση, με χαμηλό χρέος και αρκετά αποθεματικά σε ξένο συνάλλαγμα που μπορούν να στηρίξουν την οικονομία της για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αυτή η πολιτική της δημιουργίας μιας Ρωσίας-φρούριο ήρθε ως αποτέλεσμα της προηγούμενης εμπειρίας από την Κριμαία, η προσάρτηση της οποίας προκάλεσε την επιβολή κυρώσεων από τη Δύση.

Η επιτυχία των κυρώσεων της Δύσης θα κριθεί από τον βαθμό που θα πληγεί το κύριο εξαγωγικό προϊόν της Ρωσίας, το πετρέλαιο. Το εμπάργκο των ΗΠΑ στο ρωσικό πετρέλαιο έχει μικρό αντίκτυπο στην παραγωγή και διανομή του πετρελαίου σε παγκόσμιο επίπεδο. Η εξάρτηση της Ρωσίας από τις εισαγωγές για καταναλωτικά προϊόντα δεν κρίνεται σημαντική, όμως ο μεταποιητικός και βιομηχανικός τομέας της αναμένεται να πληγούν σημαντικά καθώς είναι εξαρτημένοι από τη διεθνή προμηθευτική αλυσίδα για ενδιάμεσα προϊόντα που χρησιμοποιούνται στη βιομηχανία.

Documento Newsletter