Ποια κεντροαριστερά;
Πολιτικά στελέχη και πανεπιστημιακοί τοποθετούνται για την ανασυγκρότηση του προοδευτικού χώρου και τη διαμόρφωση ενός αξιόπιστου πόλου απέναντι στη ΝΔ
Για την προοπτική ανασυγκρότησης του χώρου της κεντροαριστεράς τοποθετούνται µε φόντο το Νέο Λαϊκό Μέτωπο της Γαλλίας ως πυξίδα και για την Ελλάδα ο Νικόλας Φαραντούρης, ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ και καθηγητής Ευρωπαϊκού ∆ικαίου στο Πανεπιστήµιο Πειραιώς, και η ∆έσποινα Σίνου, επίκουρη καθηγήτρια ∆ηµοσίου ∆ικαίου, αναπληρώτρια κοσµήτορας της Σχολής Νοµικών, Πολιτικών και Κοινωνικών Επιστηµών του Πανεπιστηµίου Sorbonne Paris Nord και µέλος της Γραµµατείας του τµήµατος Εξωτερικής Πολιτικής και ∆ιεθνών Σχέσεων του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ. Στη σηµερινή νέα προσπάθεια συνεννόησης και συνεργασίας ο Γιάννης Σαρακιώτης, βουλευτής Φθιώτιδας και συντονιστής τοµεαρχών του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, σηµειώνει ότι το κόµµα του «δηλώνει και πάλι έτοιµο να συµβάλει µε όλες τις δυνάµεις του, αλλά διατηρώντας παράλληλα την ταυτότητά του».
Επίσης, η βουλευτής Λάρισας Ευαγγελία Λιακούλη, γραµµατέας της κοινοβουλευτικής οµάδας του ΠΑΣΟΚ και µαχόµενη ποινικολόγος, αναλύει τα πολιτικά επίδικα στο πλαίσιο των εσωκοµµατικών εκλογών στη Χαριλάου Τρικούπη. Ουσιαστικά καλεί τους υποψήφιους για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ να σκιαγραφήσουν άµεσα τη στρατηγική τους για το εγχείρηµα της εδραίωσης της κεντροαριστεράς ως εναλλακτικής κυβερνητικής επιλογής «απέναντι στην ψευδεπίγραφα µεταρρυθµιστική και “κεντρώα” Ν∆».
Παράλληλα, το Documento παραθέτει τη συζήτηση που είχε για την υπόθεση της ανασύνθεσης του σοσιαλδηµοκρατικού/
Μιχάλης Σπουρδαλάκης
Ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Κοινωνιολογίας στο ΕΚΠΑ
Ενότητα με κοινωνικές αναφορές και χωρίς φθαρμένο πολιτικό προσωπικό
Τι καθηλώνει το ΠΑΣΟΚ παρά τη συνεχή (µικρή) άνοδό του;
Εκείνο που καθηλώνει το ΠΑΣΟΚ πέρα από τον µετασχηµατισµό του σε κόµµα-καρτέλ είναι το γεγονός ότι παραβίασε ή καλύτερα αποµακρύνθηκε από την αντιδεξιά ιδρυτική και καταστατική του δέσµευση. Πρόκειται για διαδικασία που µπορεί µεν να εντάθηκε µετά το 2010 και τη συγκυβέρνηση µε τον Σαµαρά, αλλά δεν υπάρχει αµφιβολία ότι είχε ξεκινήσει από τη δεκαετία του 1990 µε την υλοποίηση της στρατηγικής του εκσυγχρονισµού.
Το αίτηµα για τροχιά κυβερνησιµότητας του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, σε συνδυασµό µε πρωτοβουλίες για ανασύνθεση της σοσιαλδηµοκρατίας, µπορεί να οδηγήσει σε ρευστοποιήσεις;
Εχω την εντύπωση ότι οι πρωτοβουλίες, οι οποίες µάλιστα µέχρι τώρα φαίνεται ότι περιορίζονται στο πλαίσιο των κοµµατικών, πολιτικών ακόµη και οικονοµικών ελίτ, δεν µπορεί να αναστείλουν την τάση ρευστοποιήσεων του πολιτικού αυτού χώρου. Θα έλεγα µάλιστα ότι οι διαδικασίες αυτές είναι πολύ πιθανό να αποδειχθούν διαλυτικές γιατί δεν είναι δυνατόν να έχουµε δεσµεύουσα και µε διάρκεια ενότητα χωρίς ακόµη και γενικές κοινωνικές αναφορές και συγκρότηση και µε πολιτικό προσωπικό φθαρµένο και γερασµένο. Τέλος, θα πρέπει να υπογραµµίσω ότι αυτή η διαδικασία ανασύνθεσης δεν µπορεί παρά να συνοδεύεται από ένα συµµετοχικό φορέα που θα διασφαλίζει τη συµµετοχή, τον διάλογο και τη λογοδοσία και κυρίως θα αντιστοιχεί και θα ανταποκρίνεται στον σηµερινό κοινωνικό καταµερισµό εργασίας.
Πώς µπορεί να αποκτήσουν νόηµα τα περί ενότητας για δηµιουργία κυβερνητικού πόλου απέναντι στη Ν∆ του Κυριάκου Μητσοτάκη;
Οι πρωτοβουλίες αυτές για να είναι αποτελεσµατικές δεν πρέπει να εστιάζουν και να προσωποποιούν τον κ. πρωθυπουργό. Αντίθετα, θα πρέπει να στοχεύουν στην έµπρακτη αµφισβήτηση της κυβερνητικής λογικής, που διασφαλίζει και υπηρετεί πρωτίστως την αναπαραγωγή της καπιταλιστικής κοινωνικής οργάνωσης της χώρας, κάτι φυσικά που προϋποθέτει την ένταξή της στο κυρίαρχο πλαίσιο των διεθνών δεσµεύσεων της χώρας.
Μετά τις εκλογές του Ιουνίου 2023 είχατε σηµειώσει στο Documento ότι απέναντι στην κυβέρνηση Ν∆ που έχει στοιχεία alt-right δεν µπορεί να απαντήσει µια διαχειριστική λογική, ότι αυτό δεν αλλάζει είτε µε δύο κόµµατα στην κεντροαριστερά είτε µε ένα, εκτός αν το ΠΑΣΟΚ θυµηθεί τα νιάτα του πολιτικά, που δεν φαίνεται, ή αν ο ΣΥΡΙΖΑ –που µπορεί να το κάνει– το αποφασίσει. Ενα χρόνο µετά τι λέτε;
∆υστυχώς φοβάµαι ότι δεν είναι δυνατό να παραµένω έστω και συγκρατηµένα απαισιόδοξος. Εκείνο που φαίνεται σήµερα µε ακόµη µεγαλύτερη ενάργεια είναι ότι η πολυεπίπεδη, πολυδιάστατη και συνεχώς επιδεινούµενη (πολυ)κρίση δεν µπορεί να αντιµετωπιστεί ούτε από τον ΣΥΡΙΖΑ ούτε από το ΠΑΣΟΚ ούτε από τους εξ αυτών παραγόµενους νέους κοµµατικούς φορείς. Και τούτο γιατί η προβληµατική και η πρακτική αυτού του πολιτικού χώρου εξακολουθεί να κινείται στο πλαίσιο του κυρίαρχου διαχειριστικού υποδείγµατος, που παράγει έναν ιδιότυπο τεχνοκρατικό κυβερνητισµό, που κρύβει κάτω από τα αιτήµατα και τις ανάγκες των λαϊκών κοινωνικών στρωµάτων.
Η αποχή στις ευρωεκλογές ήταν ηχηρό πολιτικό σήµα για βαθιά κρίση του πολιτικού συστήµατος;
Τα σοβαρά ελλείµµατα, οι αντιφάσεις και γενικά τα συµφέροντα ουσιαστικά αποτελούν τις βασικές αιτίες για το µεγαλύτερο ποσοστό αποχής. Η αποχή δεν φαίνεται να είναι συγκυριακή και σίγουρα επ’ ουδενί δεν πρόκειται για απολίτικη αντίδραση στην πολυκρίση που επιδεινώνει καθηµερινά όχι µόνο την ποιότητα της καθηµερινότητας αλλά και στερεί τα στοιχειώδη για την επιβίωσή µας. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο επείγουν σοβαρές πολιτικές, προγραµµατικές και οργανωτικές πρωτοβουλίες που θα ανατρέψουν το κλίµα του πολιτικού αναχωρητισµού και δεν θα αφήσουν την επίλυση της κρίσης στην πολύµορφη και πολυδιάστατη ακροδεξιά.
Κατά συνέπεια, η προσπάθεια για την αντιµετώπιση της ακροδεξιάς δεν µπορεί να περιορίζεται στην επίκληση της δηµοκρατικής και φιλελεύθερης ευαισθησίας πολιτών και πολιτικών φορέων. Το σηµαντικό αυτό εγχείρηµα θα πρέπει να περιλαµβάνει: πρώτον, τη συρρίκνωση των συναισθηµάτων ανασφάλειας και φόβου µε πρακτικές που ενδυναµώνουν την αυτοπεποίθηση των λαϊκών στρωµάτων (λ.χ. µέσα από την αλλαγή του προτύπου κοινωνικής/οικονοµικής οργάνωσης της χώρας) και, δεύτερον, µε τον σεβασµό εκείνων των αντιλήψεων των πολιτών που απέναντι στον ισοπεδωτικό κοσµοπολιτισµό αναζητούν ταυτότητες και παρηγορητικές ταυτίσεις στην προάσπιση της «εθνικής κυριαρχίας και αξιοπρέπειας».