Περί… «κεντροαριστεράς» ξανά ο λόγος. Αίφνης (ή µήπως όχι τόσο;) µετά τις ευρωεκλογές του Ιουνίου, κι ενώ το 41%, σύµβολο της αλαζονείας της νεοδεξιάς κυβέρνησης, αποτελεί παρελθόν µε όλο και περισσότερους πολίτες να εκφράζουν τη δυσαρέσκειά τους απορρίπτοντας τις πολιτικές της Ν∆, κάποιοι/ες επέλεξαν να επικαιροποιήσουν το… όραµα της κεντροαριστεράς. Της µόνης, θαυµατουργικής όπως πιστεύουν, λύσης ικανής να βάλει τέλος στην παντοδυναµία της νεοδεξιάς κυβέρνησης.
Τι κι αν η ακρίβεια συνεχίζει να κάνει ράλι; Τι κι αν οι µισοί συµπολίτες µας δεν µπορούν να κάνουν φέτος διακοπές; Τι κι αν το «ελληνικό θαύµα» συναγωνίζεται τη Βουλγαρία ως η φτωχότερη χώρα της ΕΕ; Τι κι αν οι πολίτες είναι καθηµερινά εκτεθειµένοι στη γενικευµένη ανασφάλεια; Τι κι αν το ΕΣΥ απαξιώνεται από την κυβέρνηση; Τι κι αν οι µικροµεσαίοι επιχειρηµατίες δίνουν άνισο αγώνα επιβίωσης καθώς η εξαφάνισή τους προβλέπεται από το «ευαγγέλιο» Πισσαρίδη που εφαρµόζει πιστά η κυβέρνηση; Τι κι αν επέστρεψε η εξαήµερη εργασία που δεν είναι fake news αλλά νεοφιλελεύθερη πολιτική Μητσοτάκη; Τι κι αν το 2023 είχαµε 179 νεκρούς σε εργατικά δυστυχήµατα µε µια αµέτοχη κυβέρνηση-παρατηρητή; Τι κι αν το κόστος της στέγης παραµένει απαγορευτικό για τους πολλούς; Τι κι αν οι πληµµυροπαθείς της Θεσσαλίας καλούνται να πληρώσουν τον ΕΝΦΙΑ εγκαταλειµµένοι από την κυβέρνηση; Τι κι αν οι ανισότητες πολλαπλασιάζονται και βαθαίνουν, µε τους λίγους και ισχυρούς να γίνονται πλουσιότεροι χάρη στα υπερκέρδη;
Κανένα από τα προβλήµατα αυτά δεν βρίσκεται στο επίκεντρο της δηµόσιας συζήτησης που φέρει την ονοµασία «κεντροαριστερά» – µια ονοµασία µε ιστορικά αρνητικό πρόσηµο µαζί µε τις «µεταρρυθµίσεις» και τον «εκσυγχρονισµό». Το γνωστό τρίπτυχο που οδήγησε την πατρίδα µας στη χρεοκοπία. Στην προσπάθειά τους να ορίσουν την πολιτική ατζέντα µέσα από τη συγκόλληση των κοµµάτων του προοδευτικού χώρου, ετερογενείς δυνάµεις καταφεύγουν σε επιφανειακούς παραλληλισµούς, π.χ. µε τη γαλλική εµπειρία του Νέου Λαϊκού Μετώπου (ΝΛΜ). Αγνοώντας τις ιδιαιτερότητες της γαλλικής σκηνής και ίσως την κυριότερη: την έντονη πίεση των συνδικάτων και των οργανώσεων. «Αυτή είναι η ιδιαιτερότητα της νέας ένωσης της Αριστεράς» σηµείωνε η «L’Humanité» στις 18/6. «∆εν προέρχεται από τα πάνω. Πρεσβεύει τη συµµετοχή των συνδικάτων και των οργανώσεων. Βέβαια το ΝΛΜ δεν κατάφερε να φτάσει την ενσωµάτωση των ενώσεων και των οργανώσεων εργαζοµένων στο ίδιο επίπεδο µε αυτό του προγόνου του το 1936. Αλλά τότε το µέτωπο είχε δύο χρόνια για να δοµηθεί. Εδώ όλα έγιναν σε µια εβδοµάδα. Και δεν τελείωσαν τα πράγµατα». Σύµφωνα µε τον Ιγκόρ Ζαµιχιέι, συντονιστή του ΚΚΓ, το πρόγραµµα θα εξελιχθεί «µε διαβούλευση µε τα συνδικάτα και τις ενώσεις».
Για µια τέτοιου είδους δυναµική από τα κάτω εργάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, η αξιωµατική αντιπολίτευση της χώρας, ο πόλος συσπείρωσης των δηµοκρατικών, προοδευτικών δυνάµεων στη βάση τεκµηριωµένου, αξιόπιστου εναλλακτικού κυβερνητικού προγράµµατος. Μιας συσπείρωσης που είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για το µέλλον της πατρίδας µας για να αποτελεί πεδίο προσωπικών στρατηγικών και κοµµατικών εγωισµών. Η ενότητα των προοδευτικών δυνάµεων δεν ανακοινώνεται µέσα σε κοµµατικά γραφεία. Ούτε εκπονείται σε παρακάµερες. Χτίζεται δηµόσια, στη βάση της κοινωνίας, µε αντιπαραθέσεις και συνθέσεις. Χτίζεται µε κοινούς αγώνες στους χώρους δουλειάς, στα πανεπιστήµια, τα επιµελητήρια, στην τοπική αυτοδιοίκηση. Μακριά από σενάρια ρευστοποίησης κοµµάτων που διαιωνίζουν την εξουσία Μητσοτάκη. Εµείς, ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, είµαστε εδώ: µε ανοιχτές πόρτες στους πολίτες για να ακούσουµε, να µοιραστούµε, να συνδιαµορφώσουµε τις πολιτικές για τη µεγάλη προοδευτική, δηµοκρατική, πατριωτική παράταξη που θα βάλει τέλος στη νεοδεξιά διακυβέρνηση, ανοίγοντας προοπτική ελπίδας και αλλαγής.