Διάλογος Documento για την Κεντροαριστερά – Αποστολόπουλος: Ο προοδευτικός χώρος, το ΠΑΣΟΚ, και το θεμέλιο της νίκης

Διάλογος Documento για την Κεντροαριστερά – Αποστολόπουλος: Ο προοδευτικός χώρος, το ΠΑΣΟΚ, και το θεμέλιο της νίκης

Προσωπικότητες από όλο το φάσμα της δημόσιας ζωής, πολιτικοί, στελέχη κομμάτων και άνθρωποι εκτός κομματικής ένταξης μετέχουν στον διάλογο που άνοιξε και συνεχίζει το Documento σχετικά με την ανασύνθεση της κεντροαριστεράς και ευρύτερα του λεγόμενου προοδευτικού χώρου. Γύρω από το ερώτημα «Ποια κεντροαριστερά;» αναπτύσσονται θέσεις (και αντιθέσεις) για τα πολιτικά επίδικα της επόμενης μέρας των ευρωεκλογών, για την κρίση του πολιτικού συστήματος, για την προοπτική διαμόρφωσης ενός αξιόπιστου κεντροαριστερού πόλου απέναντι στη ΝΔ του Κυριάκου Μητσοτάκη, που όπως έδειξαν τα εκλογικά αποτελέσματα της ευρωκάλπης υπέστη συντριπτικό πλήγμα.

Τον κώδωνα του κινδύνου για το πολιτικό σύστημα αλλά και για τα τρία μεγαλύτερα κόμματα έκρουσε το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Οι διαχρονικά λανθασμένες επιλογές, τα σοβαρά κοινωνικοοικονομικά προβλήματα και η ακρίβεια, η επιδείνωση των προβλημάτων της καθημερινότητας, η εμμονή για μια Ευρώπη που δεν θυμίζει σε καμία περίπτωση τις κλασικές δυτικοευρωπαϊκές αξίες, η υποβάθμιση της παιδείας και της υγείας, η αποκλειστική προσήλωση στον δικαιωματισμό, η ένταση της εγκληματικότητας, το υποβαθμισμένο περιβάλλον είναι μόνο ορισμένα από τα ζητήματα που οδηγούν το πολιτικό σύστημα σε κρίση.

Συνεπώς, η γιγαντιαία αποχή των εκλογέων μόνο τυχαία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί. Οπως δεν είναι καθόλου τυχαία και η αύξηση του ποσοστού των σκληρών δεξιών κομμάτων που προσπορίζονται την αγανάκτηση του εκλογικού σώματος.

Ωστόσο η αποδοκιμασία του πολιτικού συστήματος είναι πολύ πιο επικίνδυνη απ’ ό,τι διακρίνεται επιφανειακά. Εκτός από θέματα συνταγματικής νομιμότητας της εκλογικής διαδικασίας που θα τεθούν αργά ή γρήγορα αφού το ποσοστό αποχής ήδη υπερβαίνει το 50%, ενδέχεται να δημιουργηθούν και άλλα ζητήματα. Η απομάκρυνση των πολιτών από τους θεσμούς και τη συμμετοχικότητα δημιουργεί περιβάλλον εκκόλαψης της βίας και επανεμφάνισης της τρομοκρατίας. Ας μην ξεχνάμε ότι το πλειοψηφικό ρεύμα των πολιτών κινείται πλέον σε εξωσυστημικές λογικές.

Η κεντροαριστερά ακολουθεί και αυτή την ίδια περιδίνηση και μάλιστα με έντονους ρυθμούς. Για παράδειγμα η καινοφανής σύνδεση lifestyle και Αριστεράς αποδυναμώνει τον ευρύτερο δημοκρατικό χώρο ευνοώντας περαιτέρω την αποχή και τις ακραίες ιδεολογικές τάσεις. Σε παρόμοια αποτελέσματα οδηγούν και τα χαρακτηριστικά ηγετικών προσώπων, είτε σχετίζονται με «γιαπισμό» είτε με «εσωστρέφεια» είτε με «κλειστές ομάδες εξουσίας» είτε ακόμη και με εμφύλια «ανθρωποφαγία» στελεχών.

Επιπρόσθετα ο περιορισμός της επικοινωνίας που έχει καταφέρει η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν μπορεί να υποκατασταθεί σε καμία περίπτωση μόνο από τα «απολιτίκ» μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή την «υπεύθυνη» και «σοβαρή» αντιπολίτευση που ως ανέμπνευστη και «υπέρβαρη» αδυνατεί να βοηθήσει στην εκτόνωση των κραδασμών της οργής της κοινωνίας.

Αλλωστε σε παρεμφερείς συνέπειες οδηγούν και πολιτικές επιλογές των τελευταίων ετών από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ.

Ενδεικτικά, οι παλινωδίες στο θέμα της υπεράσπισης του δημόσιου πανεπιστημίου, η υποστήριξη της κατάργησης του βέτο στην Ευρωπαϊκή Ενωση, οι όψιμες ταλαντεύσεις για τη Συμφωνία των Πρεσπών σε αντίθεση με την πολιτική της Φώφης Γεννηματά, ο δογματισμός για την υποχρεωτικότητα των εμβολιασμών την περίοδο της Covid, η υπερψήφιση του νομοσχεδίου για τις απαγορεύσεις στις πορείες, έστω και με διαφοροποιήσεις, η απεμπόληση του ηθικού πλεονεκτήματος της ψήφου κατά συνείδηση στο νομοσχέδιο για τα άτομα ΛΟΑΤΚΙ, η περισσή ευγένεια στον αντιπολιτευτικό λόγο για τις καταστροφικές πυρκαγιές, όπως στο δάσος της Δαδιάς ή σε άλλες περιοχές, δεν είναι καθόλου εύκολο να ξεχαστούν από τους πολίτες.

Ακόμη πιο ανορθόδοξο και στρεβλό είναι –και αυτό αφορά και τον ΣΥΡΙΖΑ– κάποιοι να προσπαθούν να βαφτίσουν εμμονικά τη δεξαμενή ψηφοφόρων του παραδοσιακού δημοκρατικού χώρου ως κάτι άλλο από «αυτό που είναι» και από «αυτά που πιστεύει», προσβλέποντας σε ένα κοινό που απλώς δεν υπάρχει στην Ελλάδα.

Με αυτή την έννοια αναδεικνύεται θεμέλιο νίκης η πολιτική που έχει τη δυνατότητα σε μεγάλο βαθμό να αποκαταστήσει την επιρροή του ΠΑΣΟΚ στο 48% που ψήφισε κάποτε τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Εντούτοις θα πρέπει να σημειωθούν και τα λάθη στρατηγικής και οργάνωσης.

Για να ανεβάσεις ποσοστά στα μεγάλα αστικά κέντρα πρέπει να ασχοληθείς με αυτά και να έχεις ενεργούς βουλευτές. Αυτό προϋποθέτει ενασχόληση με τα καθημερινά προβλήματα, με το περιβάλλον και την ποιότητα ζωής, με τους μικρομεσαίους, με την ασφάλεια και τα ναρκωτικά, επιδιώκοντας συνθήκες ευημερίας.

Τέλος, προϋποθέτει σύνδεση των οργανώσεων με την τοπική αυτοδιοίκηση αλλά και τον συνδικαλισμό, τομείς που απαξιώνονται διαχρονικά μέσα στο ΠΑΣΟΚ προς χάριν μιας «νομενκλατούρας» από την οποία προκύπτουν συχνά «πολιτικοί γενίτσαροι» με προορισμό τόσο τη Νέα Δημοκρατία όσο και διάφορα σχήματα της Αριστεράς.

Το πρόβλημα είναι πολυσύνθετο αλλά αφορά πρωτίστως πολιτικές, ακολούθως πρόσωπα και σίγουρα όχι αθροίσματα επιμέρους κομμάτων. Αυτά ακόμη και εάν ενωθούν χωρίς να υπάρξει «στροφή» δεν θα οδηγήσουν ποτέ σε αύξηση ποσοστού.

Οι πρωταγωνιστές των ημερών θυμίζουν εκείνο το τραγούδι του Νίκου Ξυλούρη: «Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί, μοιράσαν δώρα οι οχτροί και εμείς γελούσαμε σαν τα παιδιά… Μπήκαν στην πόλη οι οχτροί, κρατούσαν δίκιο οι οχτροί κι εμείς φωνάζαμε ζήτω και γεια σαν κάθε μέρα…».

 

Documento Newsletter