«Διάλογοι Καρμηλιτισσών» του Ζορζ Μπερνανός – Νέα κυκλοφορία

«Διάλογοι Καρμηλιτισσών» του Ζορζ Μπερνανός – Νέα κυκλοφορία

Το βιβλίο του Ζορζ Μπερνανός με τίτλο «Διάλογοι Καρμηλιτισσών» κυκλοφορεί σε μετάφραση του Αχιλλέα Κυριακίδη και με επίμετρο του Σταύρου Ζουμπουλάκη από τις εκδόσεις Πόλις.

Τις πρώτες ώρες της Γαλλικής Επανάστασης, η Μπλανς ντε λα Φορς απαρνείται τα προνόμια της υψηλής αριστοκρατίας προς χάριν της λιτής μοναστικής ζωής. Στη Μονή των Καρμηλιτισσών, η νεαρή γυναίκα βρίσκει τη γαλήνη που αναζητά. Όταν οι μοναχές αρνούνται να αναγνωρίσουν το επαναστατικό καθεστώς και συλλαμβάνονται, η Μπλανς δραπετεύει. Μα πώς να δεχτεί να μείνει ζωντανή την ώρα που οι αδελφές της οδηγούνται στη λαιμητόμο;

Ένα εκπληκτικό κείμενο γύρω από την αυταπάρνηση, τη θυσία, τον φόβο, ένα από τα σημαντικότερα έργα του Ζορζ Μπερνανός, γραμμένο παραμονές του δικού του θανάτου.

Το κείμενο χαρακτηρίζεται από μοναδική απλότητα και μεγάλη δύναμη ταυτόχρονα. Οι κεντρικοί χαρακτήρες είναι εξίσου ισχυροί και μεγαλειώδεις με τους ήρωες των άλλων κορυφαίων έργων του Μπερνανός. Ο φόβος του θανάτου αναπαριστά τον φόβο και τον αγώνα του Ιησού και προβάλλει εδώ με όλη του τη σπαρακτική δύναμη.
Laffont-Bompiani, Le Nouveau dictionnaire des œuvres

***
Στο τέλος του καλοκαιριού ή αρχές του φθινοπώρου του 1947, ο αιδεσιμότατος Bruckberger στέλνει στον Μπερνανός το σενάριο μιας ταινίας που έχει εμπνευστεί μαζί με τον Philippe Agostini από μια νουβέλα της Gertrud von Le Fort, La Dernière à l’échafaud (1931). Η ιστορία αποτίει φόρο τιμής στις δεκαέξι Καρμηλίτισσες της Κομπιέν που εκτελέστηκαν το 1794· στηρίζεται στο χειρόγραφο της αδελφής Μαρίας της Ενσαρκώσεως, της μόνης που διέφυγε. Για τους διαλόγους της ταινίας, ο Bruckberger απευθύνθηκε πρώτα στον Αλμπέρ Καμύ, ο οποίος του απάντησε: «Δεν είμαι ο Μοντερλάν ώστε να τολμήσω να βάλω τους ήρωες μου να μιλούν μια γλώσσα που δεν καταλαβαίνω σε βάθος. Γιατί δεν περιμένετε να γυρίσει ο Μπερνανός; Αυτός μπορεί να υπηρετήσει καλύτερα την ταινία σας». Ο Μπερνανός, ο οποίος βρίσκει το σενάριο «πολύ σκοτεινό, πολύ σπαρακτικό και πολύ όμορφο», δέχεται να συντάξει τους διαλόγους και αρχίζει να τους δουλεύει αρχές Νοεμβρίου.
Ο Bruckberger, ο οποίος έφερε στο φως τους πρώτους σκηνικούς διαλόγους του έργου La Dernière à l’échafaud, κρίνει ότι πρόκειται «για πολύ σπουδαίο έργο του Μπερνανός». Αλλά, στις 15 Ιανουαρίου του 1948, ο παραγωγός Gaspard de Cugnac του στέλνει κατηγορηματικό τηλεγράφημα: Οι προτεινόμενοι διάλογοι εντελώς αντι-κινηματογραφικοί – Στοπ – Αδύνατον να βρεθεί σκηνοθέτης ή διανομέας ή καλλιτέχνες για να τους γυρίσουν – Στοπ – Σας παρακαλώ να ανακοινώσετε στον συγγραφέα την απόφασή μου να διακόψω το συμβόλαιο – Στοπ. Ο Bruckberger, ο οποίος σκέπτεται ότι πάντα μπορεί να περικόψει και να προσαρμόσει το κείμενο, αποκρύπτει το τηλεγράφημα και ψεύδεται «ασύστολα στον Μπερνανός διαβεβαιώνοντάς τον ότι οι διάλογοι είναι εξαιρετικοί και ενθουσίασαν όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένου και του παραγωγού». Αυτό το ψέμα κατά τη γνώμη του γλιτώνει τον Μπερνανός από μια δοκιμασία που θα είχε αναστατώσει τη συγγραφή του έργου του. Κι έτσι ο Μπερνανός συνεχίζει.
Τον Μάρτιο, ολοκληρώνει τους «διαλόγους» του, πραγματική πνευματική διαθήκη, ο τελικός τίτλος της οποίας δεν θα γραφτεί από τον ίδιο. Το χειρόγραφο θα βρεθεί σ’ ένα μπαούλο και το βιβλίο θα εκδοθεί από τον οίκο Seuil το 1949 χάρη στη δουλειά που έκανε ο Albert Béguin. Το έργο Διάλογοι Καρμηλιτισσών θα γνωρίσει τεράστια επιτυχία πρώτα με τη θεατρική διασκευή των Albert Béguin και Marcelle Tassencourt και μετά με την όπερα που συνέθεσε το 1957 ο Φρανσίς Πουλένκ, η οποία διατηρεί πιστά τα λόγια του Μπερνανός και θα παιχτεί σ’ ολόκληρο τον κόσμο.
Gilles Bernanos

***

Από τις εκδόσεις Πόλις κυκλοφορεί επίσης το βιβλίο του Zορζ Μπερνανός Ημερολόγιο ενός επαρχιακού εφημερίου.
Ο ήρωας του Μπερνανός, εφημέριος σε ένα μικρό χωριό της Γαλλίας, είναι η εικόνα της ταπείνωσης, της θυσίας, του μαρτυρίου. Θύμα της αφέλειας και του αδύναμου χαρακτήρα του, βαριά άρ¬ρωστος –η ασθένειά του θα τον οδηγήσει σύντομα στον θάνατο–, δεν κατορθώνει σχεδόν ποτέ να πράξει το σωστό, παρά τον θερμό ζήλο του και την ένταση της πίστης του. Το μικρόβιο της απελπισίας, που τον μολύνει, τον κάνει να φοβάται ότι θα χάσει αυτή την πίστη. Επιπλέον, απειλείται από ισχυρούς εχθρούς: από τον κυνισμό της αριστοκρατίας, την αδιαντροπιά μιας νεαρής γυναίκας, την απόλυτη φτώχεια του. Το μόνο που μπορεί να αντιτάξει ο νεαρός εφημέριος σε όλα αυτά είναι η πηγαία αγάπη του και η ελπίδα του στη χάρη του Θεού.

* στο εξώφυλλο: Giacomo Jacquerio, Les neuf preuses (λεπτομέρεια τοιχογραφίας, μέσα του 15ου αιώνα).

 

Documento Newsletter