Διακοπές στο χωριό, τι δύσκολο πράγμα

Διακοπές στο χωριό, τι δύσκολο πράγμαΝα ονειρεύεσαι να πατήσεις ξανά το πόδι σου στο αγαπημένο χωριό, ν’ ακούσεις τα τζιτζίκια και τα πουλάκια να κελαηδούν, να πεις δυο χαλαρές κουβέντες με ανθρώπους που αγαπάς και έχεις να δεις τουλάχιστον έναν χρόνο και να την ακούς στερεοφωνικά…

*** Ανεβαίνω, που λέτε, να κάτσω μια εβδομάδα, να ηρεμήσει το κεφάλι μου, πάω στο μοναδικό καφενείο με φίλες από εκεί για να πιω την παγωμένη μπυρίτσα μου και ξεκινάει η κουβέντα χωρίς να το καταλάβω για το εμβόλιο. Στην αρχή σκέφτηκα να μη μιλήσω, αφού το 80% είναι ανεμβολίαστοι. Είπαν τη μια ψεκασμένη θεωρία, άναψα το τσιγαράκι μου, είπαν τη δεύτερη, ήπια την μπυρίτσα μου, στην τρίτη ξεκίνησα κουβεντολόι με έναν μπάρμπα από δίπλα, στην τέταρτη παρήγγειλα άλλη μια μπύρα, ε στην πέμπτη δεν άντεξα η γυναίκα. Τους τα έχωσα για τα καλά και έφυγα.
Γιατί άλλο ο φόβος και η αμφιβολία κι άλλo η ψέκα με τσιπάκια, παρακολουθήσεις, σχέδια εκείνων (που δεν ξέρουν ποιοι είναι) και νέα τάξη πραγμάτων.
Τόση ψέκα δεν την αντέχει ο οργανισμός μου.

*** Την επομένη, Δεκαπενταύγουστος, επέλεξα να κάτσω με τον ανεμβολίαστο ξάδερφο και την ανεμβολίαστη γυναίκα του, που τέλος πάντων τους αντέχω και με αντέχουν. Έλα όμως που ήρθε και έκατσε στο τραπέζι ένα ζευγάρι από το διπλανό χωριό και ξεκίνησε αναπάντεχα η κουβέντα ξανά για το εμβόλιο. Μάλλον πρέπει να μην είχαν βάλει στο μάτι, Αθηναία γαρ η ρουφιάνα. Δεν εξηγείται αλλιώς.
Πήγε, που λέτε, η κοπέλα στην εκκλησία να κοινωνήσει και τη ρωτάει ο ξάδερφος «δεν φοβήθηκες να κοινωνήσεις με το ίδιο κουτάλι;». «Όχι, δεν κολλάει τίποτα από το κουτάλι», απαντά αυτή με ύφος καθηγητή της Επιτροπής Λοιμωξιολόγων. Εκεί βάρεσα το πρώτο τιλτ, αλλά δεν είπα τίποτα. Δεν ήθελα να χαλάσω και δεύτερο βράδυ, στη σειρά.

*** Και ενώ εξελίσσεται η ψεκασμένη κουβέντα περί εμβολίων και κορονοϊού και έχω κρατηθεί για πολλή ώρα να μην πω καμιά χοντράδα, γυρνάω κάποια στιγμή στον ξάδερφο που έλεγε ότι ήθελε να μπει μέσα στην ασφυκτικά γεμάτη εκκλησία από θείες και θείους χωρίς μάσκες για να προσκυνήσει και του λέω «αν ήθελες να κολλήσεις έπρεπε να πας και εσύ μέσα». Πριν προλάβει ν’ απαντήσει πετάγεται η κοπελίτσα από δίπλα και μου λέει «και εσύ αν θες να κολλήσεις να πηγαίνεις στο σούπερ μάρκετ». Τινννν. «Είναι το ίδιο, αγάπη μου, τα είδη πρώτης ανάγκης με την εκκλησία;», τη ρωτώ «που εκεί απαγορεύεται να είσαι χωρίς μάσκα και στην τελική αν θες τα παραγγέλνεις κιόλας;». «Ναι», μου απαντά «ακριβώς το ίδιο. Όπως είναι για σένα το σούπερ μάρκετ, είναι για μένα η εκκλησία».
«Ε, τότε όταν πεινάσει το παιδί σου, να το πας να φιλήσει την εικόνα. Θα είναι το ίδιο», της απάντησα και έφυγα. Δεν άντεξα.
Από χθες ψάχνω τον επόμενο σταθμό των διακοπών μου που θα με ηρεμήσει γιατί αν μείνω εδώ με βλέπω να βαράω ενέσεις στο μάτι.
Μάλλον σε κανά βουνό, μόνη μου, με τη σκηνούλα μου.

*** Να συμβαίνουν αυτά μόνο στο δικό μου χωριό άραγε, ή αυτό είναι ο κανόνας;

***Όταν θέλεις να δώσεις τα διαπιστευτήρια σου ως άριστος καθηγητής της ελληνικής γλώσσας στο ιδιωτικό σου εκπαιδευτήριο, αλλά δυστυχώς είσαι λίγος (και σε αυτό). Νίκος Σαραντάκος, εγγύηση.

*** Να γίνεται της μουρλής στο Αφγανιστάν και εδώ κάποιοι ν’ αγχώνονται για αν θα μπουν στην πατριδάρα μας «λαθρομετανάστες». Ρε α στα διάλα, ρε. Αλήθεια.

***Ξεκίνησαν πάλι οι φωτιές. Μήπως να ξαναφωνάζαμε τους Ρουμάνους;

*** Όντως υπέροχη φωτογραφία.

https://twitter.com/varemaras/status/1426824350372663297?s=20

*** Δημοσίευμα για βραβείο Μπότση. Αναμφίβολα.

https://twitter.com/kostasithink/status/1426607906875711490?s=20

*** Περαστικά, τέλος, στον Νίκο Χαρδαλιά. Η υγεία είναι άλλο.

Η Ντάμα