Οταν ο Σκάι ρωτάει Ελληνοαμερικανό γιατρό για τις αγωνίες των πολιτών στη Νέα Υόρκη σχετικά με την πανδημία, όλες οι ερωτήσεις –και σωστά– επιτρέπονται.
Οταν το Documento ρωτά τον κ. Τσιόδρα για τα προβλήματα που έχει ο κόσμος εδώ, το τροπάρι αλλάζει και δεν είναι ανεκτές όλες οι ερωτήσεις, εξού και η πρόσφατη ενόχληση του αρχιλοιμωξιολόγου και οι επιθέσεις των τρολ στο διαδίκτυο που ακολούθησαν. Ετσι όμως πληροφορηθήκαμε ότι οι Νεοϋορκέζοι ζορίζονται, φοβούνται, δεν γνωρίζουν τι τους ξημερώνει και πώς θα τα βγάλουν πέρα τον άλλο μήνα, αλλά εδώ εξακολουθούμε να αναζητούμε τον «οικογενειακό γιατρό» στον οποίο πρέπει να απευθυνθούμε εάν παρ’ ελπίδα αντιμετωπίσουμε πρόβλημα, χωρίς κανείς κυβερνητικός «αρμόδιος», είτε γιατρός είτε… Χαρδαλιάς είτε οι άλλοι οι εξαφανισμένοι, να μας λέει πού και πώς θα τον πετύχουμε. Με αυτή την τακτική… Ιανού, με το ένα πρόσωπο να κοιτάζει… έξω και τότε –σε γενικές γραμμές έστω– να θυμάται τι είναι δημοσιογραφία και το άλλο να κοιτάζει… μέσα, οπότε πρέπει να αυτολογοκρίνεται, να εξωραΐζει ή να συγκαλύπτει και σε κάθε περίπτωση να κάνει ό,τι του ορίζουν οι κυβερνητικοί «επιστάτες» των ΜΜΕ, τα προβλήματα θα τα βρούμε μπροστά μας, παρά τους περιορισμούς.
Γιατί στις έκτακτες συνθήκες χρειάζεται περισσότερο από ποτέ η κανονική δημοσιογραφία που ελέγχει την εξουσία, χωρίς «ναι μεν αλλά» και «δώσε μου να σου δώσω». Και η κανονική δημοσιογραφία δεν χρειάζεται ειδικά επιδόματα… σίτισης όπως αυτά που θεσμοθέτησε πρόσφατα η κυβέρνηση ούτε ειδικές χορηγίες καθεστωτισμού ούτε τους δεκάδες διορισμούς σε κάθε είδους «επικοινωνιακούς» μηχανισμούς.
Η πραγματική δημοσιογραφία χρειάζεται απλώς δημοσιογράφους και όχι παλαμακιστές.