Δήλωση πέντε πρώην υπουργών και βουλευτών της ΝΔ: Αποτύχαμε παταγωδώς στην πανδημία

«Το μείγμα πολιτικής που εφαρμόζεται για την αντιμετώπιση της πανδημίας έχει αποτύχει παταγωδώς», υποστηρίζουν σε ανακοίνωσή τους, πέντε πρώην υπουργοί και βουλευτές των κυβερνήσεων της ΝΔ επί Κώστα Καραμανλή, οι κ.κ. Χρήστος Ζώης, Κρινιώ Κανελλοπούλου, Άρης Σπηλιωτόπουλος, Σάββας Τσιτουρίδης και Ευάγγελος Αντώναρος.

Στην ανακοίνωσή τους τα πέντε στελέχη αποδομούν την πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη, υποστηρίζουν ότι τα μέτρα που επιβάλλει η κυβέρνηση έχουν οδηγήσει την χώρα σε υγειονομικό, κοινωνικό και οικονομικό αδιέξοδο και ζητούν από την κυβέρνηση να κινητοποιηθεί για την εξασφάλιση πόρων προκειμένου να αποτρέψει την διαφαινόμενη οικονομική καταστροφή.

Είναι η τρίτη παρέμβαση που κάνουν τα συγκεκριμένα στελέχη, παίρνοντας σαφείς αποστάσεις από την πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Η πρώτη ήταν στο νομοσχέδιο για τα πανεπιστήμια όπου τάχθηκαν κατά της Αστυνομίας στα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Η δεύτερη παρέμβασή τους ήταν για τα εθνικά θέματα όπου ζητούσαν από την κυβέρνηση να ανακόψει τον πλου του «Τσεσμέ» στο Αιγαίο. Με την σημερινή τοποθετούνται συνολικά για την πολιτική Μητσοτάκη στην αντιμετώπιση της καραντίνας αξιολογώντας την ως αποτυχημένη και ακολούθως εκτιμώντας ότι ενέχει κινδύνους για την υγεία των πολιτών, την οικονομία και την υποβάθμιση της δημοκρατίας. Οι πέντε που εκφράζουν τις μετριοπαθείς κεντροδεξιές απόψεις της ΝΔ -σε απόσταση από την νεοφιλελεύθερη και ακροδεξιά μετάλλαξη της ηγεσίας Μητσοτάκη υπό την πίεση Σαμαρά-, είναι γνωστοί για τις σχέσεις τους με τον Κώστα Καραμανλή. Είναι σαφές ότι εμφανίστηκαν στο πολιτικό τοπίο για να μείνουν ενώ διερευνούν τα περιθώρια για δημιουργία πολιτικού φορέα.

 

Η δήλωση των πέντε στελεχών έχει ως εξής:

«Η ανακοίνωση της νέας δέσμης μέτρων και η παράταση — για πέμπτο μήνα — ενός παράδοξου λοκνταουν αποδεικνύουν, πέρα από οποιαδήποτε αμφιβολία, ότι η διαχείριση της πανδημίας στη χώρα μας έχει αποτύχει δραματικά. Τα αποσπασματικά, αλληλοσυγκρουόμενα, αλλοπρόσαλλα και συνεπώς αναποτελεσματικά μέτρα δοκιμάζουν τις αντοχές των Ελλήνων πολιτών και τροφοδοτούν τη δικαιολογημένη οργή της κουρασμένης κοινωνίας. Μιας κοινωνίας που βράζει κι οδηγείται στην οργή.

Οι Έλληνες είναι, στην ουσία, οι μοναδικοί Ευρωπαίοι που

-εξακολουθούν να βγαίνουν από το σπίτι τους με άχρηστα sms,

-στοιβάζονται σε ουρές στα καταστήματα τροφίμων

-παρακολουθούν αποσβολωμένοι τη διαρκή ενοχοποίησή τους από ΜΜΕ και πολιτικούς για τη δήθεν “ανεμελιά” τους στην εξάπλωση του ιού

– Αναρωτιούνται γιατί η πολιτεία — αντίθετα με όσα συμβαίνουν σε όλο και περισσότερες χώρες της Ευρώπης — δεν φροντίζει να προμηθευτεί εμβόλια στην ελεύθερη αγορά αλλά και φάρμακα αντισωμάτων.

 

Την ίδια στιγμή βασικά ατομικά δικαιώματα περιορίζονται. Θεμελιώδεις ελευθερίες περιστέλλονται. Το Σύνταγμα και το Κοινοβούλιο εργαλειοποιούνται για τη ψήφιση αδιαφανών διατάξεων. Οι απαγορεύσεις διαδέχονται η μία την άλλη. Ο περίπατος στις πόλεις και στο ύπαιθρο εξισώνεται με αδίκημα και μετατρέπεται σε εισπρακτικό μέσο για το δημόσιο.

Το εμπόριο έχει κατεβάσει αναγκαστικά ρολά. Η εστίαση παραμένει κλειστή. Τα σχολεία το ίδιο. Η τουριστική οικονομία, η ατμομηχανή της χώρας, δοκιμάζεται σκληρά και μαζί εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι εκεί.

Οι Έλληνες πολίτες αδυνατούν να κατανοήσουν:

-Γιατί τα πολυδιαφημιζόμενα δάνεια δεν δίνονται από τις τράπεζες ποτέ

– Γιατί οι επιδοτήσεις γίνονται με το σταγονόμετρο και, φυσικά, δεν επαρκούν για επιβίωση επιχειρήσεων κι εργαζόμενων

– Γιατί οι εξαγγελίες για στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των επαγγελματιών παραμένουν κενές περιεχομένου.

– Γιατί δεν οργανώνεται αποτελεσματικά η τηλεργασία στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα.

 

Η χώρα βρίσκεται σε υγειονομικό, οικονομικό και κοινωνικό αδιέξοδο. Και σε συνθήκες «πολέμου» — τον οποίο συχνά επικαλείται ως όρο ο κ. Μητσοτάκης — οι αποφάσεις πρέπει να είναι τουλάχιστον «πολεμικές». Αντί γι’ αυτό κυβερνητικοί παράγοντες λένε όλο και πιο συχνά στην κοινωνία και στον επιχειρηματικό κόσμο ότι τα διαθέσιμα “σε λίγο στερεύουν”. Μας προετοιμάζουν άραγε ότι πρόκειται να κλείσουν τις στρόφιγγες — τη στιγμή μάλιστα που η κατάσταση επιδεινώνεται;

Είναι ανάγκη να συμβεί ακριβώς το αντίθετο. Πρέπει να γίνουν τα αδύνατα δυνατά για να εξασφαλισθούν επιπλέον πόροι. Εν ανάγκη και με εξωτερικό δανεισμό — όπως άλλωστε συστήνει εδώ και μήνες “λόγω των ειδικών συνθηκών” ακόμη και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο που έχει εγκαταλείψει εδώ και μήνες τη συνταγή της λιτότητας. Γιατί δεν συμμορφώνεται η κυβέρνηση;

Κυρίως όμως πρέπει να αξιοποιηθούν όλες οι δυνατότητες που μας παρέχει η συμμετοχή της χώρας στην Ευρωπαική ‘Ενωση που είναι κατά κύριο λόγο νομισματική ενότητα. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) εκδίδει ευρώ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να δανείζεται σε ευρώ, με μηδενικά επιτόκια χάρη στην εγγύηση της ΕΚΤ. Έτσι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να στηρίξει τα Κράτη-Μέλη που πλήττονται από την πανδημία και έχουν άμεση ανάγκη στήριξης. Αν η Ένωση δεν αναλάβει αυτό το κόστος τώρα, με εκατόμβες νεκρών ημερησίως στα εδάφη της, θα δείξει ότι έχει ξεχάσει τα ουμανιστικά ιδεώδη στα οποία στηρίχθηκε η εδραίωσή της.

Αντί λοιπόν να επικαλείται συνεχώς έλλειψη πόρων ώστε να αποφεύγει συνειδητά και εμμονικά τη γενναία αλλά και απαραίτητη στήριξη επιχειρήσεων κι ανέργων, ο Πρωθυπουργός έχει την υποχρέωση να αναλάβει πρωτοβουλίες. Στην προσεχή Σύνοδο Κορυφής, στις 25 Μαρτίου, να απαιτήσει και να κάνει τις απαραίτητες συμμαχίες ώστε να εγκριθούν αυξημένοι πόροι “ζεστού χρήματος”. Κυρίως προς τις πιο αδύναμες χώρες στις οποίες ανήκει κι η δική μας.

Η ζωή, η κοινωνία, η οικονομία απαιτούν δράσεις και λύσεις ΤΩΡΑ. Σήμερα. Όχι αύριο. Αν αυτό — παρ’ ελπίδα— δεν συμβεί, τότε η υπεύθυνη πολιτική ηγεσία θα έχει αποκοπεί οριστικά από την πραγματικότητα. Κάτι που είναι επικίνδυνο. Πάνω από όλα για τη Δημοκρατία».