Ο γερμανικός Τύπος για την αντιμετώπιση της Τουρκίας στην επικείμενη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, την τελική ευθεία των διαπραγματεύσεων ΕΕ-Βρετανίας και τις γερμανικές προσδοκίες από τους πρώτους εμβολιασμούς στη Μ. Βρετανία.
«Όταν βρεθούν τη Πέμπτη οι ηγέτες της ΕΕ θα τους απασχολήσει για μια ακόμα φορά ένα επίπονο ερώτημα: Ποια στάση να τηρήσουμε απέναντι στην Τουρκία;», σχολιάζει η Süddeutsche Zeitung με τίτλο «Σταράτα λόγια με τη Τουρκία». Η γερμανική εφημερίδα παρατηρεί: «Ελλάδα και Κύπρος ζητούν επιβολή κυρώσεων. Με τη στήριξη της Γαλλίας θέλουν να δουν την Άγκυρα να πληρώνει επιτέλους ένα τίμημα για την θρασεία πολιτική της. Όταν ο Ταγίπ Ερντογάν στέλνει ερευνητικά σκάφη σε θαλάσσιες περιοχές για τις οποίες εγείρουν αξιώσεις οι χώρες-μέλη Ελλάδα και Κύπρος δεν μπορεί να αναμένει αποδοχή ή ενδεχομένως και ενθάρρυνση. Πόσο μάλλον όταν αποστέλλει πολεμικά πλοία για να υπογραμμίσει τις αξιώσεις του. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η ΕΕ θα πρέπει να αποδεχθεί τις μαξιμαλιστικές θέσεις Ελλήνων και Κυπρίων στη διένεξη για τα θαλάσσια σύνορα στη Μεσόγειο. Όμως στην επίλυση πρέπει να φθάσουμε με διπλωματικά μέσα ή ενώπιον δικαστηρίων. Η προσπάθεια επιβολής δια της στρατιωτικής ισχύος δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή. Αν η ΕΕ θέλει η Τουρκία να τη λαμβάνει υπόψη οφείλει να αντιδράσει με αποφασιστικότητα. Είναι αλήθεια ότι η Ευρώπη χρειάζεται την Τουρκία. Αλλά και η Τουρκία χρειάζεται την Ευρώπη. Σε λίγο ο ένοικος στο Λευκό Οίκο θα αλλάξει, την ώρα που οι διαφωνίες Ουάσιγκτον-Άγκυρας είναι πιο έντονες από ποτέ. Τότε θα αποδειχθεί ωφέλιμο για τον πρόεδρο Ερντογάν αν έχει κάποιους φίλους στην Ευρώπη».
Κοντά στο τέλος οι διαπραγματεύσεις ΕΕ-Βρετανίας
Η Frankfurter Allgemeine Zeitung σχολιάζει με τίτλο «Κοντά στο τέλος» την τελική φάση των διαπραγματεύσεων ΕΕ-Λονδίνου για μια εμπορική συμφωνία: «Τρία σημεία απομένουν για να κλείσει η συμφωνία. Από την αρχή των διαπραγματεύσεων τα σημεία αυτά στέκονταν εμπόδιο στην επίτευξη συμφωνίας. Τώρα ο βρετανός πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι τις επόμενες μέρες θα μεταβεί στις Βρυξέλλες για να κάτσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Λίγο θέατρο είναι ακριβώς αυτό που χρειάζεται ο παίκτης Μπόρις Τζόνσον. Μετά τoν “γλυκό και ηρωικό” θρίαμβο των πρώτων εμβολιασμών στη Βρετανία, δεν αποκλείεται να κάνει λίγες παραχωρήσεις στους Ευρωπαίους για να διασφαλίσει μια ακόμα “επιτυχία” πριν φθάσει στο τέλος της αυτή η -όχι και τόσο επιτυχημένη για το βρετανό πρωθυπουργό- χρονιά. Σε αυτή τη φάση, τόσο η ΕΕ, όσο και η Βρετανία θα πρέπει σε αναρωτηθούν ποιο είναι το πραγματικό τους συμφέρον. Διότι αυτό πιέζει και τις δύο πλευρές να καταλήξουν σε μια εμπορική συμφωνία από την οποία όλοι βγαίνουν κερδισμένοι. Αν όμως το χάσμα μεταξύ Λονδίνου και Βρυξελλών παραμείνει αγεφύρωτο τότε το παιχνίδι τελειώνει εδώ. Το τίμημα για ένα game over θα καταβάλλεται για πολλά χρόνια».
Υπερβολικές προσδοκίες από τους πρώτους εμβολιασμούς
«Οι πρώτοι εμβολιασμοί κατά της πανδημίας σε ευρωπαϊκό έδαφος είναι γεγονός», γράφει η Handelsblatt με τίτλο «Υπερβολικές προσδοκίες». Η εφημερίδα του Ντίσελντορφ σημειώνει: «Την ώρα που στη Γερμανία εξετάζουμε την επιβολή ενός αυστηρότερου λοκντάουν, παρατηρούμε γεμάτοι ελπίδες, ίσως και με ζήλια τους πρώτους εμβολιασμούς με το εμβόλιο των Biontech και Pfizer στο Ηνωμένο Βασίλειο. Δεν χωρά αμφιβολία ότι οι εμβολιασμοί είναι μια αχτίδα φωτός, την ώρα που οι αριθμοί των κρουσμάτων και των νεκρών καταρρίπτουν ρεκόρ. Όμως η κοινωνία μας δεν θα διασφαλίσει τόσο εύκολα και γρήγορα μια ζωή χωρίς κορωνοϊό, όπως ελπίζουν πολλοί. Και το 2021 θα υπάρξουν εστίες υπερμετάδοσης σε τοπικό, περιφερειακό, ίσως και εθνικό επίπεδο. Οι λόγοι είναι πολλοί: Κατ΄ αρχήν τα αδειοδοτημένα εμβόλια είναι ακόμα λίγα, έτσι ώστε θα χρειαστεί χρόνος μέχρι να εμβολιαστεί δύο φορές περίπου το 65% του πληθυσμού για να σταματήσει η εξάπλωση της πανδημίας. Μετά είναι οι πιθανές παρενέργειες, οι οποίες ενδέχεται να προκαλέσουν καθυστερήσεις στα προγράμματα εμβολιασμού ή να δράσουν αποτρεπτικά σε όσους θέλουν να εμβολιαστούν. Επιπλέον δεν αποκλείεται να υπάρξουν στενωποί στη παραγωγή, όπως ανακοίνωσαν πρόσφατα ορισμένες φαρμακοβιομηχανίες. Οι προσδοκίες για μια γρήγορη δράση των εμβολίων είναι τόσο υψηλές που υπάρχει κίνδυνος μεγάλης απογοήτευσης. Θα πρέπει να υπολογίζουμε με μικρές ήττες. Δεν είναι τυχαίο ότι ο οίκος αξιολόγησης Fitch αποδίδει καθοριστικό ρόλο στα προβλήματα και τις καθυστερήσεις κυκλοφορίας των εμβολίων για τις οικονομικές του προβλέψεις των επόμενων δύο ετών».