Deutsche Welle: Διαφθορά στη γερμανική δημόσια ραδιοτηλεόραση;

Deutsche Welle: Διαφθορά στη γερμανική δημόσια ραδιοτηλεόραση;
Φωτογραφία αρχείου

Σκιές σκανδάλου οδήγησαν σε παραίτηση την επικεφαλής του πρώτου καναλιού της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης (ARD) στη Γερμανία, η οποία πάντως αρνείται τις κατηγορίες. Παρέμβαση του εισαγγελέα.

Δεν είναι μόνο τα χρήματα η «πέτρα του σκανδάλου». Οι αιτιάσεις που οδήγησαν σε παραίτηση την Πατρίτσια Σλέζινγκερ εγείρουν υποψίες για πελατειακές σχέσεις, αλληλοεξαρτήσεις και αδιαφανείς συναλλαγές. Αλλά πριν απ’ όλα είναι απαραίτητο να εξηγηθεί πώς λειτουργεί ο θεσμός στη Γερμανία. Ακολουθώντας την ομοσπονδιακή δομή του κράτους το πρώτο κανάλι της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης (ARD) βασίζεται σε μία λογική αποκέντρωσης. Πρόκειται για ένα «ψηφιδωτό» από εννέα περιφερειακούς ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς, οι οποίοι έχουν διπλή αποστολή: αφενός να ενημερώνουν για τις τοπικές ειδήσεις, αφετέρου να συνεισφέρουν περιεχόμενο στο πανεθνικής εμβέλειας πρόγραμμα της ARD. Το μεγαλύτερο από αυτά τα δίκτυα είναι η Δυτικογερμανική Ραδιοφωνία (WDR) με έδρα την Κολωνία. Ένα από τα μικρότερα είναι η Ραδιοφωνία Βερολίνου-Βρανδεμβούργου (RBB), η οποία όμως αναβαθμίζεται τα τελευταία χρόνια, καθώς καλύπτει την κυβερνητική δραστηριότητα στο Βερολίνο. Την προεδρία της ARD ασκούν εκ περιτροπής (για έναν χρόνο με δικαίωμα ανανέωσης) οι γενικοί διευθυντές των εννέα περιφερειακών προγραμμάτων.

Έρχεται λοιπόν η σειρά της επικεφαλής του RBB, Πατρίτσια Σλέζινγκερ, να ασκήσει την προεδρία της ARD. Πρόκειται για μία δημοσιογράφο εγνωσμένης αξίας, η οποία, πριν απορροφηθεί από επιτελικά καθήκοντα, είχε διαπρέψει ως ανταποκρίτρια στο εξωτερικό και ως παρουσιάστρια της τηλεοπτικής εκπομπής Panorama. Στα 61 της χρόνια η Σλέσινγκερ ανέλαβε για πρώτη φορά το «τιμόνι» της ARD. Αλλά η θητεία της αποδείχθηκε σύντομη, μετά τις κατηγορίες που είδαν το φως της δημοσιότητας μέσω της ερευνητικής ιστοσελίδας Business Insider.

Παχυλοί μισθοί, λιμουζίνα και πολυθρόνες μασάζ

Σύμφωνα λοιπόν με δημοσιεύματα η κυρία Σλέζινγκερ έδωσε αύξηση στον …εαυτό της φτάνοντας τα 300.000 ευρώ (μεικτά) ετησίως, συν κάποιο μπόνους, το ύψος του οποίου παραμένει αδιευκρίνιστο. Επιπλέον φέρεται να έχει αγοράσει πολυτελή λιμουζίνα με «έκπτωση» που απολαμβάνουν μόνο μέλη της κυβέρνησης και να έχει διαθέσει ποσό 650.000 ευρώ για την ανακαίνιση του γραφείου της, αγοράζοντας μεταξύ άλλων ακριβά έπιπλα και πολυθρόνες μασάζ. Συν τοις άλλοις φέρεται να έχει χρεώσει στο RBB «τραπεζώματα» στην ιδιωτική κατοικία της, παρουσία του συζύγου της, ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω εργάζεται ως «σύμβουλος» για τη Διεθνή Έκθεση του Βερολίνου, της οποίας όλως τυχαίως ένα επιτελικό στέλεχος, ο Βολφ-Ντίτερ Βολφ, συμμετέχει στο Διοικητικό Συμβούλιο του ραδιοτηλεοπτικού οργανισμού RBB.

Κατόπιν αυτών η Σλέζινγκερ αναγκάστηκε να αποχωρήσει από το «τιμόνι» της ARD, αλλά όχι και από τη διεύθυνση του RBB. Το συμβόλαιό της λήγει το 2026. Την Πέμπτη έγινε γνωστό ότι απομακρύνεται «επιτελικό στέλεχος» της διεύθυνσης, όχι όμως η ίδια η γενική διευθύντρια. Η Σλέζινγκερ απειλεί με δικαστική προσφυγή και απαιτεί αποζημίωση. Στο μεταξύ η Εισαγγελία παρενέβη για να διερευνήσει τυχόν ποινικές ευθύνες. Μέχρι να αποφανθεί η δικαιοσύνη, ισχύει ασφαλώς το τεκμήριο της αθωότητας. Αλλά υπάρχει και κάτι άλλο που ενοχλεί τους επικριτές της Σλέζινγκερ και αυτό είναι η επικοινωνιακή της τακτική: αρχικά αγνόησε κλήση του τοπικού Κοινοβουλίου στο Πότσνταμ για να απολογηθεί, στη συνέχεια όμως άρχισε να δίνει συνεντεύξεις, αναλύοντας εν εκτάσει τα επιχειρήματά της. Κάποιοι λένε ότι αυτό ίσως αποδειχθεί το μοιραίο λάθος της.

Πανευρωπαϊκή συζήτηση για τα δημόσια ΜΜΕ

Αυτά συμβαίνουν σε μία εποχή που πληθαίνουν οι επικριτές της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης σε ολόκληρη την Ευρώπη. Στη Γαλλία ο πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν, υλοποιώντας προεκλογική του υπόσχεση, πέρασε από την Εθνοσυνέλευση την κατάργηση του «τέλους ραδιοτηλεόρασης». Στη Μ.Βρετανία το BBC βρίσκεται υπό διαρκή πίεση, με τον απερχόμενο πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον να προτείνει επίσης την κατάργηση του ραδιοτηλεοπτικού τέλους.

Αλλά και στη Γερμανία πληθαίνουν οι επικριτές της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης. Σήμερα τα υποχρεωτικό τέλος ραδιοτηλεόρασης αποφέρει οκτώ δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Η περσινή αύξηση του τέλους στα 18,36 ευρώ τον μήνα είχε προκαλέσει την αντίδραση της τοπικής κυβέρνησης στο ανατολικογερμανικό κρατίδιο Σαξονία-Άνχαλτ και τελικά υλοποιήθηκε μόνο μετά από παρέμβαση του Ανώτατου Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου. Το εθνολαϊκιστικό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD) ξιφουλκεί διαρκώς εναντίον της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, ενώ ισχυρές επικριτικές φωνές εκδηλώνονται και στο μέχρι πρότινος κυβερνών κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών (CDU). «Η δημόσια ραδιοτηλεόραση διέρχεται σήμερα τη μεγαλύτερη, μέχρι στιγμής, κρίση της» εκτιμά ο δημοσιογράφος του RBB Γιοργκ Βάγκνερ.

Διαφάνεια στη χρηματοδότηση

Σχολιάζοντας τα τεκταινόμενα η επικεφαλής της Κ.Ο. των Πρασίνων στην τοπική Βουλή του Βρανδεμβούργου, Πέτρα Μπούντκε, σημειώνει ότι η δημόσια τηλεόραση χρειάζεται κυρίως σαφείς κανόνες διαφάνειας για την αξιοποίηση των πόρων της. Σε διαφορετική περίπτωση, επισημαίνει, προσφέρει «έτοιμη τροφή» στους ορκισμένους εχθρούς της, που πάντοτε καραδοκούν και ασκούν κριτική – είτε για τις περισσότερες από 60 ραδιοφωνικές συχνότητες που διατηρεί σήμερα η ARD, είτε για υπέρογκα ποσά που δαπανά σε τηλεοπτικά δικαιώματα αθλητικών διοργανώσεων, είτε για το ραδιοτηλεοπτικό τέλος που υποχρεωτικά εισπράττει από όλα τα γερμανικά νοικοκυριά.

Ο εκπρόσωπος των κυβερνώντων Σοσιαλδημοκρατών (SPD) στην Ομοσπονδιακή Βουλή για θέματα ΜΜΕ, Χέλγκε Λιντ, τονίζει την ανάγκη για σύγχρονες εταιρικές προδιαγραφές συμμόρφωσης (compliance) σε όλα τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, ώστε να αποφεύγονται πελατειακές σχέσεις και εξαρτήσεις. «Ακόμη και αν το πρόβλημα δεν θεωρείται συστημικό, η δημόσια ραδιοτηλεόραση καλείται να καταβάλει προσπάθεια, ώστε να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη του κόσμου», προειδοποιεί από την πλευρά του ο εκπρόσωπος του Κόμματος των Φιλελευθέρων (FDP) Τόμας Χάκερ. Όσο για την Πατρίτσια Σλέσινγκερ, καλείται εκ νέου να δώσει εξηγήσεις «εφ’ όλης της ύλης» την ερχόμενη εβδομάδα στο τοπικό Κοινοβούλιο του Βρανδεμβούργου.

Άννα Ρίνγκλε (DPA)

Επιμέλεια: Γιάννης Παπαδημητρίου

Πηγή: Deutsche Welle

Ετικέτες

Documento Newsletter