«Το πρόγραμμα και οι θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αποτελούν σήμερα την πιο ολοκληρωμένη και ουσιαστική, θετική εναλλακτική πρόταση και πιστεύω ότι ο κοινός μας αγώνας θα επαληθευτεί στις κάλπες με ένα ποσοστό άνω του 20% που θα αποτελέσει τη «μαγιά» για ευρύτερες πολιτικές συμμαχίες στον προοδευτικό χώρο την επόμενη μέρα, με προοπτική την κυβερνητική αλλαγή στις επερχόμενες εθνικές εκλογές» τονίζει στο documentonews.gr η υποψήφια ευρωβουλέυτρια Δέσποινα Σίνου.
Η Επίκουρη Καθηγήτρια Δημοσίου Δικαίου και αναπληρώτρια Κοσμήτορας της Σχολής Νομικών, Πολιτικών και Κοινωνικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Sorbonne Paris Nord ασκεί σφοδρή κριτική στη ΝΔ με αφορμή τον νόμο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και καταθέτει τις προτάσεις της για να βελτιωθεί η δωρεάν δημόσια παιδεία στην Ελλάδα.
Η ίδια μιλά για τις προτεραιότητές της εφόσον εκλεγεί, για τα μηνύματα που λαμβάνει από την κοινωνία αλλά και για το χρέος της Αριστεράς να ανακόψει την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη.
– Για ποιον λόγο αποδεχτήκατε την πρόταση του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ για να συμμετέχετε στο ευρωψηφοδέλτιο;
Η ενασχόλησή μου με την πολιτική μέσα από τον χώρο της Αριστεράς χρονολογείται από παλιά, από την ενεργό συμμετοχή μου στα φοιτητικά και κοινωνικά κινήματα της δεκαετίας του 1990 και του 2000 στην Ελλάδα και τη Γαλλία. Παράλληλα, μέσα από τη δουλειά μου στο πανεπιστήμιο και την έρευνα αλλά και τις διάφορες αποστολές στις οποίες συμμετείχα ως εμπειρογνώμονας στο πεδίο του διεθνούς δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, έχω επιλέξει να πορεύομαι πάντα ως ενεργό πολιτικό υποκείμενο, ως πολίτης και όχι ως θεατής των εξελίξεων, όχι παράλληλα, αλλά μέσα στην κοινωνία και στην υπηρεσία των πλέον ευάλωτων. Με αυτή την «πυξίδα» ξεκίνησα να δραστηριοποιούμαι πολιτικά μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και ως μέλος της «δεξαμενής σκέψης» που συνέστησε ο Αλέξης Τσίπρας το 2021 και με την ίδια ακριβώς αφετηρία αποδέχθηκα την τιμητική πρόταση του Στέφανου Κασσελάκη να συμμετάσχω στο ευρωψηφοδέλτιο, με βασικό στόχο να συνεισφέρω, με την εμπειρία μου και τις θέσεις μου, στο δύσκολο αλλά δίκαιο και αναγκαίο αγώνα για την ανατροπή του νεοφιλελεύθερου καθεστώτος εξαθλίωσης της κοινωνίας και συρρίκνωσης των δημοκρατικών δικαιωμάτων των πολιτών που έχει επιβληθεί τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση.
– Πώς αντιδράσατε όταν ο Στέφανος Κασσελάκης σας ζήτησε να είστε υποψήφια;
Στην αρχή με έκπληξη, διότι δεν είχα φανταστεί την πιθανότητα έμπρακτης εμπλοκής μου στα κοινά στην παρούσα φάση, λόγω και των πολλών ανειλημμένων υποχρεώσεων στο πανεπιστήμιο όπου υπηρετώ στη Γαλλία, αλλά και του πολύ περιορισμένου χρόνου μέχρι τις εκλογές που δεν θα μου άφηνε το περιθώριο να απευθυνθώ στους εκλογείς όσο και όπως θα ήθελα. Στη συνέχεια με την αίσθηση της πολύ μεγάλης ευθύνης που ενέχει ένα τέτοιο εγχείρημα και φυσικά της τιμής που γίνεται στο πρόσωπό μου και τη μέχρι τώρα πορεία και προσφορά μου μέσα από τη δυνατότητα συμμετοχής σε ένα ψηφοδέλτιο δυναμικό και πολυσυλλεκτικό, που αντικατοπτρίζει την ελληνική κοινωνία αλλά με όρους εξωστρέφειας, ενσαρκώνοντας το όραμα για μια καλύτερη Ευρώπη, κοινωνική και αλληλέγγυα – τόσο αναγκαία στην παρούσα, κομβική για το μέλλον μας, χρονική στιγμή.
– Τι να περιμένει ο κόσμος από εσάς εφόσον σας στείλει στην Ευρωβουλή;
Η πολιτική μου ατζέντα στο Ευρωκοινοβούλιο – εφόσον οι πολίτες με τιμήσουν με την ψήφο τους – θα επικεντρωθεί στα ζητήματα για τα οποία αγωνίζομαι χρόνια τώρα, μέσα από τη δουλειά μου στο πανεπιστήμιο, τον δημόσιο λόγο και την κινηματική μου δράση: τη θεσμική προστασία και διεύρυνση του δημοκρατικού κεκτημένου και των κοινωνικών δικαιωμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που περνά μέσα από την ουσιαστική κατοχύρωση των βασικών δημόσιων και κοινωνικών αγαθών που ανταποκρίνονται στα «κοινά αγαθά» της ανθρωπότητας. Η δημόσια δωρεάν παιδεία, η δημόσια δωρεάν υγεία, το δικαίωμα στο νερό, η ενεργειακή δικαιοσύνη, το δικαίωμα στη σίτιση και τη στέγαση, η ελεύθερη πρόσβαση στα πολιτιστικά αγαθά δεν είναι πολυτέλεια· είναι θεμελιώδεις κατακτήσεις της ανθρωπότητας και του πολιτισμού, βασικές προϋποθέσεις για μια βιώσιμη ανάπτυξη και θα πρέπει να τεθούν επιτέλους εκτός του πλαισίου και των νόμων της αγοράς. Βασικός στόχος μου θα είναι επίσης η επαναδιαπραγμάτευση των ευρωπαϊκών Συνθηκών με άξονα το κράτος δικαίου, τον ειρηνευτικό ρόλο της Ένωσης στη διεθνή κοινότητα, την κοινωνική δικαιοσύνη και την προστασία των πιο ευάλωτων, Ευρωπαίων πολιτών αλλά και μεταναστών που διαμένουν στις χώρες της.
– Με ποιο ποσοστό θα είστε ικανοποιημένοι το βράδυ της 9ης Ιουνίου;
Ξεκινήσαμε μετά τις εθνικές εκλογές μια συλλογική προσπάθεια για τη μεγάλη πολιτική ανατροπή, που θα επαναφέρει στη χώρα μας και τον λαό της την κοινωνική δικαιοσύνη, το κράτος δικαίου και μια ουσιαστική δημοκρατία με διαφάνεια, ισότητα και θεσμούς που θα λειτουργούν με σεβασμό στον πολίτη και τις ανάγκες του. Τα μηνύματα που λαμβάνουμε στην επαφή μας με τον κόσμο ανά την Ελλάδα είναι ελπιδοφόρα: η κοινωνία μας διψάει για αλλαγή του πολιτικού σκηνικού γιατί πολύ απλά «δεν πάει άλλο». Το πρόγραμμα και οι θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αποτελούν σήμερα την πιο ολοκληρωμένη και ουσιαστική, θετική εναλλακτική πρόταση και πιστεύω ότι ο κοινός μας αγώνας θα επαληθευτεί στις κάλπες με ένα ποσοστό άνω του 20% που θα αποτελέσει τη «μαγιά» για ευρύτερες πολιτικές συμμαχίες στον προοδευτικό χώρο την επόμενη μέρα, με προοπτική την κυβερνητική αλλαγή στις επερχόμενες εθνικές εκλογές.
– Έχετε πλούσια ακαδημαϊκή καριέρα στο εξωτερικό… Με βάση την εμπειρία σας, ποια είναι η γνώμη σας για τον νόμο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα;
Πρόκειται για ένα εξαιρετικά αρνητικό νομοθέτημα, που επαναφέρει στην Ελλάδα το ταξικό πανεπιστήμιο του περασμένου αιώνα και παραδίδει στα χέρια των ολιγοπωλίων τη συνταγματικά κατοχυρωμένη δημόσια παιδεία – τη μέγιστη αυτή κατάκτηση της Μεταπολίτευσης. Έχει ενδιαφέρον να επισημάνουμε ότι η ίδια η ΝΔ που, ως αντιπολίτευση, αντέδρασε σθεναρά σε καινοτόμες πρωτοβουλίες στο πλαίσιο του δημόσιου πανεπιστημίου, όπως η ίδρυση Νομικής Σχολής στην Πάτρα από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, με το επιχείρημα του πληθωρισμού σχολών και αποφοίτων, είναι η ίδια παράταξη που δεν βρίσκει κανένα πρόβλημα στην ίδρυση ιδιωτικών νομικών σχολών. Χρησιμοποίησε μάλιστα για το σκοπό αυτό και το νομικοφανές επιχείρημα ότι την ιδιωτικοποίηση την επιτάσσει δήθεν το ευρωπαϊκό δίκαιο, ενώ μόνη ευρωπαϊκή επιταγή είναι η ελεύθερη πρόσβαση σε ποιοτική και χωρίς αποκλεισμούς εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες. Δυστυχώς με την εφαρμογή του νέου νομοθετικού πλαισίου θα δούμε να εντείνεται αντί να αναστρέφεται η φυγή επιστημόνων και φοβούμαι πως θα υποθηκευθεί σε βάθος χρόνου κάθε προοπτική προόδου και ευημερίας μέσω της πανεπιστημιακής παιδείας για τις μελλοντικές γενιές.
– Τι πρέπει να γίνει για να βελτιωθεί η δωρεάν δημόσια παιδεία;
Η δημόσια δωρεάν παιδεία αποτελεί θεμελιώδες κοινωνικό αγαθό και δικαίωμα – και ως τέτοιο προάγεται από το Σύνταγμά μας αλλά και από το διεθνές δίκαιο. Απαραίτητη προϋπόθεση για την υλοποίηση στην πράξη του δικαιώματος αυτού είναι η δημιουργία των κατάλληλων συνθηκών, μέσω της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας για το διδακτικό και ερευνητικό προσωπικό, της αύξησης των μισθών, της πρόβλεψης των απαιτούμενων υποδομών και της επαρκούς χρηματοδότησης του διδακτικού και ερευνητικού έργου. Η δημόσια παιδεία μας μπορεί επίσης να ενισχυθεί σημαντικά μέσα από καινοτόμα προγράμματα και θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως είναι ο θεσμός των «ευρωπαϊκών πανεπιστημίων» που αποτελούν συμμαχίες πανεπιστημιακών ιδρυμάτων γύρω από κοινούς στόχους που χρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
– Διαβάζουμε στο βιογραφικό σας ότι συμμετέχετε στην ομάδα εργασίας της Ευρωπαϊκής Αριστεράς στον αγώνα κατά της ακροδεξιάς… Πόσο πρέπει να μας ανησυχεί η άνοδος του σκοταδισμού και των ακραίων φωνών στην Ευρώπη;
Η ακροδεξιά βρέθηκε τα τελευταία χρόνια από το περιθώριο της ιστορίας και της πολιτικής, στα βουλευτικά έδρανα των κρατών της Ευρώπης αλλά και στο Ευρωκοινοβούλιο. Ενδύθηκε τον κοινοβουλευτικό μανδύα και «κανονικοποιήθηκε» στα μάτια των πολιτών με ευθύνη και των ευρωπαϊκών θεσμών που συχνά εργαλειοποίησαν τη θεωρία των «δύο άκρων» για να αντιμετωπίσουν τον ευρωσκεπτικισμό που μοιραία επέφεραν οι πολιτικές λιτότητας. Η κατακόρυφη άνοδος των φασιστικών πολιτικών σχημάτων και η ταυτόχρονη διάχυση των θέσεών τους στο δημόσιο λόγο είναι ίσως το πιο ανησυχητικό φαινόμενο αλλά και το μεγαλύτερο στοίχημα για τις ευρωπαϊκές δημοκρατίες την επόμενη μέρα. Το νεοφιλελεύθερο δόγμα και η επικυριαρχία της αγοράς έναντι των αρχών του ανθρωπισμού, της αλληλεγγύης και της κοινωνικής δικαιοσύνης στρώνουν αποδεδειγμένα το δρόμο στον φασισμό και η μόνη απάντηση σε αυτό, ιδίως από τα κόμματα της Αριστεράς, οφείλει να είναι πολιτική και θεσμική. Γι’ αυτό και έχουν σημασία και η ψήφος στις Ευρωεκλογές και η πολιτική δράση μέσα από το Ευρωκοινοβούλιο και τους άλλους θεσμούς.
– Πώς μπορεί να ανακοπεί η άνοδος της ακροδεξιάς;
Το «αυγό του φιδιού» τρέφεται από τον ιστορικό αναθεωρητισμό που έχει αναχθεί αρκετά συχνά τα τελευταία χρόνια σε κρατική πολιτική. Τρέφεται και από τη σταδιακή αποξένωση της Αριστεράς και των εκφραστών της από το φυσικό τους πεδίο που είναι η εργατική τάξη, ο λαός. Ο αγώνας κατά της ακροδεξιάς περνά, επομένως, κατά τη γνώμη μου, μέσα από δύο βασικούς άξονες. Ο ένας είναι η διατήρηση και εδραίωση της ιστορικής μνήμης μέσα από την καθιέρωση δημόσιας πολιτικής για τη μνήμη, με βασικά εργαλεία την παιδεία και τον πολιτισμό. Ο δεύτερος άξονας αφορά στο πώς θα επανανοηματοδοτήσουμε τη σχέση μας με τον λαό και τους πλέον ευάλωτους πολίτες, στο πώς θα αποτυπώσουμε τις αγωνίες και τα αδιέξοδά τους σε βιώσιμες πολιτικές λύσεις. Η Αριστερά έχει τις πιο αξιόπιστες και πλούσιες θεωρητικές και ηθικές αποσκευές. Μένει να τις θέσει – ξανά – στην υπηρεσία της κοινωνίας και του λαού που είναι και ο λόγος ύπαρξής της.