Το κυπριακό δεν είναι διμερές ζήτημα αλλά θέμα διεθνούς δικαίου, εισβολής και κατοχής σε ένα κυρίαρχο κράτος, σήμερα μέλος της ΕΕ.
Η ανάγκη όμως να επιλυθεί δίκαια είναι εθνική ανάγκη και εύλογα βρίσκεται πάντοτε στην κορυφή των διπλωματικών προτεραιοτήτων της χώρας. Για τον λόγο αυτό αποτελεί πρωτοφανές και ασυγχώρητο ατόπημα η παράλειψη του κ. Μητσοτάκη να αναφερθεί σε αυτό, να πει έστω μία λέξη για την Κύπρο στην πρόσφατη ομιλία του στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών. Τα μηνύματα που έστειλε προς κάθε κατεύθυνση η απαράδεκτη αυτή παράλειψη ήταν ακριβώς τα αντίθετα από αυτά που έπρεπε να απευθύνει η ελληνική διπλωματία.
Ακολούθησε η τουρκική πρόκληση στα Βαρώσια – η πρόθεση επέκτασης του παραλιακού μετώπου στην περιφραγμένη πόλη της Αμμοχώστου. Η προκλητική αυτή απόφαση παραβιάζει τα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ και πρέπει να αποκρουστεί και να καταγγελθεί στη διεθνή κοινότητα και ιδιαίτερα στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, στην Ευρωπαϊκή Ενωση και σε άλλα διεθνή φόρουμ προκειμένου να μη δημιουργήσει νέα τετελεσμένα.
Το κυπριακό, σχεδόν μισό αιώνα μετά την τραγωδία του πραξικοπήματος και της τουρκικής εισβολής, παραμένει χαίνουσα πληγή για τον ελληνισμό. Χωρίς να θέλω να μηδενίσω θετικές εξελίξεις, όπως η αναμφισβήτητη επιτυχία της ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, υπάρχει η διαδεδομένη αίσθηση, που ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα των κειμένων και της εξέλιξης των συσχετισμών, ότι κάθε πέρσι και καλύτερα. Κάθε νέο σχέδιο «επίλυσης» δηλαδή ήταν και θα είναι χειρότερο από το προηγούμενο. Με άλλα λόγια, ενώ προσεγγίζουμε τα βιολογικά όρια όσων θυμούνται ακόμη το νησί ενωμένο, η πολυπόθητη κάθαρση της τραγωδίας δεν φαίνεται να είναι κοντά.
Η διαδικασία του Κραν Μοντανά αποτέλεσε θετική εξαίρεση στην παραπάνω ζοφερή εικόνα. Είναι αλήθεια ότι δεν κατέληξε σε λύση, ενίσχυσε όμως καθοριστικά τις εθνικές μας θέσεις και επανατοποθέτησε το κυπριακό στις πραγματικές του διαστάσεις. Για πρώτη φορά τέθηκε επιτέλους στην ατζέντα της διαπραγμάτευσης ως πρωταρχικό το θέμα της ασφάλειας, της αποχώρησης των στρατευμάτων κατοχής και της κατάργησης του αναχρονιστικού καθεστώτος των εγγυήσεων. Προφανώς δεν είναι ανεκτό να διαιωνίζονται ρυθμίσεις που προσιδίαζαν στην περίοδο της αποικιοκρατίας και είναι πλήρως ασύμβατες με το νέο σύστημα εγγυήσεων του διεθνούς δικαίου των Ηνωμένων Εθνών. Με αυτό τον τρόπο αναδείχτηκε η διεθνής διάσταση στο κυπριακό ζήτημα ως πρόβλημα
Το όπλο της Τουρκίας προφανώς δεν είναι το διεθνές δίκαιο, αλλά η προσπάθεια αμφισβήτησής του με δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων και ρητορικούς λεονταρισμούς. Το θέμα είναι τι κάνουμε εμείς εισβολής και κατοχής, όπως τόνισε και ο Αλέξης Τσίπρας κατά τη συνέντευξη Τύπου με τον Τούρκο πρόεδρο στην Αθήνα τον Δεκέμβριο του 2017.
Η πρόοδος που επιτελέστηκε στο Κραν Μοντανά αποτυπώθηκε στο λεγόμενο «πλαίσιο Γκουτέρες» και αποτελεί σημαντικό κεκτημένο. Η επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων θα πρέπει να βασιστεί στο πλαίσιο αυτό και όχι, όπως επιδιώκει η Τουρκία, σε εντελώς νέα βάση, η οποία ενδεχομένως αποσκοπεί στη νομιμοποίηση της διχοτόμησης και τη διαιώνιση του σημερινού status quo. Το όπλο της Τουρκίας προφανώς δεν είναι το διεθνές δίκαιο, αλλά η προσπάθεια αμφισβήτησής του με δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων και ρητορικούς λεονταρισμούς. Το θέμα είναι τι κάνουμε εμείς.
Απαιτείται να πραγματοποιηθεί αμέσως μετά τις «εκλογές» στα Κατεχόμενα ένας ενδελεχής συντονισμός Ελλάδας – Κύπρου για τη στρατηγική της επόμενης περιόδου. Παράλληλα, ιδιαίτερα σημαντική είναι η ευρωπαϊκή διάσταση. Εχουμε πολλές φορές τονίσει ότι ο μόνος τρόπος με τον οποίο ο ελληνοτουρκικός διάλογος και η επανεκκίνηση του κυπριακού μπορούν να δρομολογηθούν αποτελεσματικά είναι εφόσον βασιστούν σταθερά στην αναζωογόνηση του ευρωτουρκικού διαλόγου υπό νέους όρους που συμπεριλαμβάνουν την υιοθέτηση ενός ισχυρού μηχανισμού επιβολής κυρώσεων και μιας περιεκτικής θετικής ατζέντας.
Θα αποτελούσε σοβαρό λάθος εκ μέρους της ΕΕ να θεωρήσει ότι απλώς και μόνο η επανεκκίνηση ενός εύθραυστου ελληνοτουρκικού διαλόγου, ειδικά υπό τη σταθερή απειλή επιστροφής τουρκικών πολεμικών πλοίων, αποτελεί βιώσιμο πλαίσιο για έξοδο από την κρίση και επανεκκίνηση των συνομιλιών για δίκαιη και βιώσιμη λύση στο κυπριακό στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΟΗΕ. Είναι μεγάλες και σοβαρές οι ευθύνες της κυβέρνησης για την αποτυχία λήψης παρόμοιας απόφασης για μηχανισμό κυρώσεων και κατοχύρωσης της λίστας Μπορέλ στο πλαίσιο του πρόσφατου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αλλά πρέπει να ξαναπιάσει το νήμα αυτής της προσπάθειας το συντομότερο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία στηρίζει την άμεση επανεκκίνηση των συνομιλιών για δίκαιη και βιώσιμη λύση του κυπριακού στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΟΗΕ και του «πλαισίου Γκουτέρες» προς όφελος του συνόλου του κυπριακού λαού – Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Η κλιμάκωση της τουρκικής επιθετικότητας απέναντι στην Κυπριακή Δημοκρατία μέσω της συνέχισης των εξορύξεων εντός της κυπριακής ΑΟΖ αλλά και της πρόσφατης παράνομης απόφασης για άνοιγμα της παραλίας της Αμμοχώστου πρέπει να αντιμετωπιστεί συντονισμένα και αποφασιστικά σε διπλωματικό επίπεδο. Η στρατηγική της «μη λύσης» που εδράζεται στην εσφαλμένη αντίληψη ότι ο χρόνος τρέχει υπέρ της Ελλάδας ή της ελληνοκυπριακής πλευράς οδηγεί στην εδραίωση της διχοτόμησης επί του εδάφους, ενώ ενισχύει απόψεις περί συνομοσπονδίας ή ύπαρξης δύο κρατών. Είναι εξίσου επικίνδυνη με τη λογική της «λύσης με κάθε κόστος». Κατά την επόμενη περίοδο ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία θα εντείνει τη συνεργασία του με το ΑΚΕΛ και όσες άλλες δυνάμεις υποστηρίζουν με συνέπεια τις ανωτέρω θέσεις.