Αυτήν τη φορά είναι εκλογές. Δεν είναι δημοσκόπηση, δεν είναι επικοινωνιακό τρικ, δεν είναι η ψεύτικη πληροφορία που προσπαθεί να γίνει πραγματικότητα διαμορφώνοντας την κοινή γνώμη. Καθένας θα πάει μόνος στην κάλπη, μπορεί όχι ανεπηρέαστος από όσα έχουν ακουστεί αλλά μόνος. Ακόμη και ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα είναι μόνος μέσα στο παραβάν και ίσως πολύ μόνος όταν ανοίξουν οι κάλπες.
Χωρίς τον Βαγγέλη Μαρινάκη και τα media του, χωρίς τους επικοινωνιολόγους να διαμορφώνουν την πραγματικότητα στην οποία φαντάζει καταλληλότερος και άριστος όπως πριν από χρόνια πλασάρονταν κάποιοι άλλοι.
Μπροστά στην κάλπη ο Κυρ. Μητσοτάκης δεν μπορεί να πείσει κανέναν πως περπατάει πάνω στη θάλασσα και κάνει θαύματα. Δεν υπάρχουν κάμερες, γραμμένες ομιλίες και χειροκροτήματα κονσέρβας. Φυσικά το ίδιο ισχύει για όλους τους πολιτικούς αρχηγούς. Ζούμε εκείνη τη σκληρή στιγμή της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην οποία ο πολίτης είναι έτοιμος να τιμωρήσει, να επιβραβεύσει και να εξουσιάσει. Οι εκλογές που γίνονται είναι οι πρώτες που θα καταγράψουν με φυσικό και ανόθευτο τρόπο τους πολιτικούς συσχετισμούς στην κοινωνία ακυρώνοντας τη διαμεσολάβηση των ειδικών, των αναλυτών και των δημοκόπων.
Ανήκω στην κατηγορία αυτών που πιστεύουν πως οι εκλογές θα ακυρώσουν το κυρίαρχο μιντιακό αφήγημα που προέρχεται από τη συμπόρευση του Κυρ. Μητσοτάκη με τον Μαρινάκη, τις διαθέσεις της ελίτ και τις offshore τους.
Ο Μητσοτάκης επαναλαμβάνει το ίδιο λάθος με την Ντόρα Μπακογιάννη, η οποία στην εσωκομματική αναμέτρησή της με τον Αντώνη Σαμαρά πίστεψε στην επικοινωνιακή εικόνα που η ίδια δημιουργούσε για τον εαυτό της και τιμωρήθηκε με την ανάληψη της ηγεσίας του κόμματος από τον μεγαλύτερο εχθρό του πατέρα της μέσα από την ψήφο των μελών της ΝΔ.
Το γεγονός ότι οι διαθέσεις μιας ομάδας εξουσίας συμπίπτουν και οι κινήσεις τους εναρμονίζονται για να δημιουργήσουν μια ιδεατή εικόνα για τον πορφυρογέννητο πρίγκιπα που τους εκπροσωπεί δεν αντιπροσωπεύει και τη διάθεση των «από κάτω».
Οι εποχές έχουν αλλάξει και μαζί τους άλλαξε η ευκολία με την οποία ο κάθε Μητσοτάκης κεφαλαιοποιεί σε ψήφους τις διαθέσεις του με βαφτιστήρια, ρουσφέτια και μεσσιανικές εξαγγελίες. Αλλωστε αν ρίξει κάποιος μια ματιά στις προβλέψεις της πολιτικής αριστείας του Κυριάκου θα διαπιστώσει ότι έχουν διαψευστεί όλες. Από εκείνη για τις πρόωρες εκλογές έως τις οικονομικές για τη μη έξοδο από τα μνημόνια και την τιμωρία των αγορών.
Μεταξύ της επιλογής του πολίτη και του αποτελέσματος δεν διαμεσολαβούν δεκαετίες της ίδιας διακυβέρνησης από τους ίδιους και τους ίδιους, από αυτούς και τους ομοίους τους. Η μοιρολατρική αντίληψη πως δεν γίνεται αλλιώς αυτοί κυβερνούν και θα κυβερνούν κονιορτοποιήθηκε το 2015 από τον Αλέξη Τσίπρα και τη διακυβέρνησή του. Συνεπώς το πρώτο είναι πως οι εκλεκτοί δεν είναι πια και τόσο εξ ανάγκης εκλεκτοί. Αντιθέτως τα χρόνια της κρίσης αποδείχτηκαν καταστροφικοί και άθλιοι και αυτό έγινε φανερό όταν άλλαξε χέρια η εξουσία. Εφεραν την Ελλάδα στο χείλος της καταστροφής και την έσπρωξαν κιόλας για να ικανοποιήσουν ανάγκες τρίτων και ξένων.
Το θέμα όμως είναι τι είχε αυτή η διακυβέρνηση Τσίπρα. Είχε επαναφορά στην κανονικότητα μέσα από μάχη. Η κυβέρνηση του Αλ. Τσίπρα –όσο και αν την αδικούν οι προσμονές κάποιων (πολλές φορές και κακομαθημένων οπαδών του αυτοματισμού)– επιστρέφει σιγά σιγά αυτά που αφαιρέθηκαν από τον κόσμο. Η προσπάθεια να εμφανιστούν οι επιστροφές ως ψίχουλα, ειδικά όταν γίνεται από τη ΝΔ η οποία ήταν αυτή που έκανε τις περικοπές και από τον Μητσοτάκη που υπόσχεται νέες, είναι τουλάχιστον ατυχής. Οσα έχει πει ο Κυρ. Μητσοτάκης, από τη θέσπιση της επταήμερης εργασίας έως τις απολύσεις και τη θέση της γυναίκας στο σπίτι, δεν είναι γκάφες. Αντιπροσωπεύουν την πίστη του σε πολιτικές που εκφράζονται από τα υβρίδια νεοφιλελευθερισμού και ακροδεξιάς στην Ευρώπη.
Οι επικοινωνιολόγοι του Μητσοτάκη δεν μπορούν να εξαφανίσουν αυτή την απειλή που αφήνει πίσω του σαν προσωπικό άρωμα ούτε και την υπεροψία που προσπαθεί να λειάνει με την επιτηδευμένη και όψιμη λαϊκότητα.
Υπάρχει όμως κάτι πιο σημαντικό το οποίο συνοδεύει την καλοστημένη επιχείρηση για την «αριστερή παρένθεση» που απέτυχε. Οι οικονομικές απολαβές, η χώρα που επανέρχεται, η Ελλάδα που έπαψε να έχει και να δημιουργεί τεχνητούς εχθρούς ολόγυρα για να αυτοϊκανοποιείται με έναν μαζοχιστικό εθνικισμό, όλα αυτά συνοδεύονται από μια διαρκή υπόσχεση που δεν μπορεί να δώσει ο Μητσοτάκης. Είναι η πρακτική του Τσίπρα για αντιπαράθεση με την ελίτ και όσους εκμεταλλεύονται τη χώρα. Με αυτούς που τη διακυβέρνησαν ως ιδιοκτησία και προσωπική υπόθεση. Οχι, ο Τσίπρας δεν εχθρεύεται την επιχειρηματικότητα όπως θέλει να ισχυρίζεται ο Μητσοτάκης. Είναι αντίθετος με την επιχειρηματικότητα των offshore, της φοροδιαφυγής, με την αυθαιρεσία ενός δικού τους κράτους.
Οσο ο Κυριάκος αγκαλιάζει χωρίς όρους τους Μαρινάκηδες και είναι έτοιμος να ανέβει στο κατάστρωμα οποιουδήποτε πλοίου ακόμη και παράνομου για να κερδίσει την εξουσία τόσο ο Τσίπρας καταδεικνύει την αιμομικτική σχέση της ακροδεξιάς πλέον ΝΔ με τους χρηματοδότες της.
Στην κοινωνία πια δεν είναι αρκετή η καθοριστική έστω οικονομική ενίσχυση. Θέλει κράτος δικαίου, κοινωνικό κράτος και πολιτική που θα είναι αποφασισμένη να τα βάλει με τα συμφέροντα. Οσα εχθρεύεται και το δείχνει ο Κυρ. Μητσοτάκης.
Οπως ακριβώς έγινε στο δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015 ο πολίτης μπορεί πλέον να αποφασίσει βάζοντας στην άκρη την προσπάθεια πολιτικής επιβολής από τα κανάλια της ελίτ γιατί τώρα ξέρει. Μπορεί μόνος του όταν βρεθεί μπροστά στην κάλπη. Αν αυτό επιβεβαιωθεί, τότε ο Κυριάκος να βρεθεί μόνος μετά την κάλπη. Πολύ μόνος.