Πότε πέρασε ένας χρόνος; Ετσι δεν λένε; Δεν λέω λοιπόν έτσι. Να ξέρετε πως κάθε μέρα από αυτές τις 365 που είμαστε στον αέρα, στον φρέσκο αέρα του δικού μας κόσμου και του δικού μας δοβλετιού, ήταν γεμάτη. Θυμάμαι τις πρώτες συσκέψεις στην εφημερίδα που λέγαμε «πώς θα είμαστε» και κυρίως «τι θα πούμε στον κόσμο πως θα είμαστε».
Είχαμε πνιγεί κι εμείς μέσα σε αυτούς τους αδιόρατους, επιτακτικούς κανόνες της επικοινωνίας, στον φόβο πως ακόμη και αν δεν μας φάνε τα θηρία μπορούν σίγουρα να μας τσαλαπατήσουν και μετά να μας δείχνουν τραυματισμένους και ανήμπορους χρησιμοποιώντας όλα τα επίθετα του ασφαλούς παραδειγματισμού. Θυμάμαι, από την άλλη, τον ενθουσιασμό και την πίστη πως θα μας συντροφεύσει και θα μας σώσει η όψιμη ρομαντική μας μετεφηβεία.
Δεν μπορώ να σας μεταφέρω ούτε πώς βγαίνει μια εφημερίδα σε καιρούς δύσκολους ούτε πώς βγήκε η δική μας εφημερίδα. Εγιναν πάντως όσα περιμέναμε. Μας έκαναν λυσσαλέα επίθεση, προσπάθησαν να μας αποδομήσουν, να πλάσουν τη δήθεν ασημαντότητά μας. Αλλά την ίδια ώρα έτρεχαν στα περίπτερα για να αγοράσουν το Documento, για να διαβάσουν όσα γράφαμε για τη φάρα και τη συνομοταξία τους.
Οι μηνύσεις και οι αγωγές ήταν το μικρότερο από όσα ζήσαμε. Εκδότες έπαιρναν τα media shops και απειλούσαν πως αν μας δώσουν διαφήμιση θα τα ισοπεδώσουν. Διαφημιστές και επιχειρηματίες προσπάθησαν να μας εκμηδενίσουν και στη συνέχεια να εξαγοράσουν τη σιωπή μας. Πολιτικοί σκούπιζαν τον κρύο ιδρώτα που τους έλουζε μετά τα δημοσιεύματά μας και έβγαιναν για να δηλώσουν στις κάμερες πως θα μας εξαφανίσουν. Και ο Μητσοτάκης, αχ ο Μητσοτάκης, αφού πίστεψε πως θα φωτογραφιζόταν ως θηρευτής πάνω στο πτώμα του λέοντα που θα σκότωνε, κατέληξε να φωτογραφίζεται δίπλα στον Αδωνη ως επίτιμος πρόεδρος της ΝΔ.
Δεν υπάρχει εφημερίδα που στον έναν χρόνο ζωής της να συζητήθηκε τόσο πολύ όσο το Documento. Είτε μετρήσουμε όσα κάναμε με χρόνο είτε με φύλλα είτε με ρεπορτάζ, το συμπέρασμα είναι το ίδιο. Μεγαλώσαμε γρήγορα έχοντας στις πλάτες μας την ευθύνη για έναν διαφορετικό Τύπο. Δεν δημιουργηθήκαμε για να αρέσουμε σε όλους. Σε όλους αρέσουν οι απατεώνες και οι δημοσιοσχεσίτες. Η ζωή είναι γεμάτη αντιθέσεις, στο πλαίσιο των οποίων μοιραία παίρνεις θέση.
Αρνηθήκαμε συνειδητά να υπηρετήσουμε τη μετριοπάθεια των συμψηφισμών που θα μας έκανε ευθέως αποδεκτούς. Καθήκον μας ήταν να δείξουμε τι και ποιοι ευθύνονται για την κατάντια μιας χώρας που τα τελευταία χρόνια δέχθηκε βία παρόμοια με αυτή του πολέμου. Επρεπε λοιπόν να μιλήσουμε με ονόματα, διευθύνσεις και πρωτοσέλιδα, όχι με μισόλογα ούτε με υπονοούμενα. Διαφορετικά η απολογία μας δεν θα αφορούσε τη δημοσιογραφία αλλά τη συνενοχή.
Εκτός από τους εχθρούς, υπήρξαν και πονηροί φίλοι που περισσότερο ψιθύριζαν και λιγότερο τολμούσαν να πουν πως διαταράσσουμε την πολιτική ησυχία και δεν προάγουμε την πολιτική. Δουλειά μας όμως δεν είναι η πολιτική αλλά η καταγραφή της πραγματικότητας και η αλήθεια πάνω στην οποία ο καθένας από αυτούς οφείλει να κάνει πολιτική. Στην πραγματικότητα και όχι στην αφήγησή του για την πραγματικότητα στην οποία μπαίνουν εμπόδιο η δημοσιογραφία και το Documento. Οποιος φοβάται την αλήθεια, θέλει να τη φτιασιδώσει ή να την καλουπώσει για να ταιριάζει κάπου, απλώς δεν ταιριάζει ο ίδιος στην αλήθεια.
Οταν ξεκινήσαμε υπήρξαν προφήτες και Κασσάνδρες που προέβλεπαν το τέλος. Δεν είχαμε κανένα λογικό επιχείρημα να τους αντικρούσουμε, παρά μόνο τη διάθεσή μας να αλλάξουμε όσα συνέβαιναν στη δημοσιογραφία. Τελικά όχι μόνο υπάρχουμε ακόμη, αλλά και άλλες εφημερίδες γεννήθηκαν διεκδικώντας –χωρίς απαραίτητα να το επιδιώκουν– μια άλλη κατάσταση στον ελληνικό Τύπο.
Σήμερα το Documento αποτελεί δύναμη στην ελληνική πραγματικότητα. Μπορεί να μην είμαστε σε θέση να περιγράψουμε ποιο είναι το όνειρο, αλλά αποτελούμε τον εφιάλτη αυτών που θέλουν και επιδιώκουν να μην ονειρευόμαστε.
Σε κάθε μας φύλλο επιστρατεύονται δεκάδες δημοσιεύματα για να αποδείξουν πως κάτι ύποπτο συμβαίνει με όσα γράφουμε. «Πού τα βρήκαν;» ρωτάνε οι πονηροί. «Ποιους εξυπηρετούν;» ξαναρωτούν οι εξυπνάκηδες. «Γιατί τα έχουν μόνο αυτοί;» σημειώνουν με νόημα όσοι ακόμη και αν τα είχαν δεν θα δημοσίευαν τίποτα. Ας δώσουμε την απάντηση. Τα έχουμε γιατί μας τα δίνουν όσοι δεν μπορούν να βρουν το δίκιο τους πουθενά. Αλλά κυρίως τα έχουμε γιατί μας τα δίνουν οι ίδιοι οι «εχθροί», εθισμένοι σε έναν αέναο πόλεμο εξόντωσης μεταξύ τους. Τα δημοσιεύουμε γιατί είναι ο μοναδική εγγύηση για τη δημοκρατία.
Για μας η δημοσιογραφία δεν είναι έννοια συνεδρίων για να την αναλύσουμε. Είναι έρευνα και αποφασιστικότητα. Θάρρος και άποψη. Συμπληρώσαμε έναν χρόνο. Πενήντα τρία φύλλα. Δεκάδες μηνύσεις, πάνω από 150 αποκλειστικά και χιλιάδες αναγνώστες που μας αντιλαμβάνονται ως τη φωνή τους. Ακόμη και όταν διαφωνούν μαζί μας.
Σας ευχαριστούμε