Δασμοί Τραμπ: Στήνουν σκηνικό παγκόσμιου τρόμου και κέρδους – Εξοπλιστική φρενίτιδα στη γηραιά ήπειρο

Οι αναταράξεις στη διεθνή σκηνή μετά την έλευση του Τραμπ και η εξοπλιστική φρενίτιδα που εξαπλώνεται στη γηραιά ήπειρο

Σε ένα ταχέως εξελισσόμενο γεωπολιτικό τοπίο, όπου η μεταπολεμική διεθνής τάξη αμφισβητείται τόσο από τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και το Ισραήλ όσο και από την Ευρώπη και την Κίνα με διαφορετικό τρόπο, ο φόβος για έναν νέο παγκόσμιο πόλεμο έχει αρχίσει να εκφράζεται όλο και συχνότερα σε δηλώσεις, αναλύσεις και συζητήσεις, με τον αριθμό των ειδικών και των πολιτών που εκφράζουν στα σοβαρά την ανησυχία αυτή να αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο.

Σύμφωνα με δημοσκόπηση του αμερικανικού think tank Atlantic Council, περίπου το 40% των ειδικών θεωρεί πλέον ότι θα ξεσπάσει ένας πόλεμος μεταξύ των ισχυρότερων κρατών μέσα στην επόμενη δεκαετία. Κατ’ αυτούς, ο πόλεμος που θα έρθει θα είναι πυρηνικός και θα επεκταθεί και στο Διάστημα. Ενδιαφέρον είναι ότι το ποσοστό αυτό είναι σχεδόν διπλάσιο σε σύγκριση με προηγούμενη μέτρηση. Παράλληλα, το 28% θεωρεί ότι ο πόλεμος αυτός θα είναι η βασική αιτία της κατάρρευσης της παγκόσμιας οικονομίας.

Βάσιμες ανησυχίες

Παρότι αυτά είναι εκτιμήσεις που θα μπορούσαν σε αντίστοιχο ποσοστό να αποδειχθούν λανθασμένες, η ανησυχία που εκφράζεται πλέον για την κατάσταση των διεθνών εξελίξεων δεν είναι ανεδαφική. Η δυναμική επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο είναι ένας από τους βασικούς λόγους που επικρατούν ανησυχία και αβεβαιότητα παγκοσμίως.

Ο Τραμπ έχει επιτεθεί σε διεθνείς οργανισμούς, έχει αποσύρει τη χρηματοδότηση των ΗΠΑ από αυτούς κι έχει διατυπώσει ανοιχτά εδαφικές απαιτήσεις από τους συμμάχους του, όπως η προσάρτηση του Καναδά και της Γροιλανδίας στις ΗΠΑ. Για τη Γροιλανδία μάλιστα είχε δηλώσει τα εξής: «Νομίζω ότι θα την αποκτήσουμε – με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, θα την αποκτήσουμε… Θα σας κρατήσουμε ασφαλείς. Θα σας κάνουμε πλούσιους και μαζί θα φέρουμε τη Γροιλανδία σε ύψη που δεν έχετε φανταστεί ποτέ πριν».

Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, μαζί με την κυβέρνηση των δισεκατομμυριούχων, μέσα σε 100 μέρες έχει διαλύσει εντός των ΗΠΑ όλα τα θεσμικά αντίβαρα, έχει διασπείρει με νόμους φυλετικό και κοινωνικό μίσος απέναντι σε μετανάστες, πρόσφυγες, γυναίκες, τρανς, γκέι, ανάπηρους, ομοσπονδιακούς υπαλλήλους, ενώ παράλληλα έχει αναγορεύσει την κομμουνιστική Κίνα σε νούμερο ένα στόχο των ΗΠΑ και παρομοιάζει τον υπόλοιπο πλανήτη, μαζί με εχθρούς και «συμμάχους», με τσιμπούρια που απομυζούν τον πλούτο των ΗΠΑ, τους χρωστούν και πρέπει να… πληρώσουν. Παράλληλα, έχει σφίξει τα λουριά στους κόλπους της βορειοατλαντικής συμμαχίας, ζητώντας από τα μέλη να εισφέρουν περισσότερα κονδύλια για λιγότερη εμπλοκή των ΗΠΑ, και έχει ωθήσει τους Ευρωπαίους σε μια κούρσα εξοπλισμών (με σημαντικό κόστος για τους πολίτες της ΕΕ και υπερκέρδη για την πολεμική βιομηχανία).

Με τη στροφή του προς τη σύγκλιση με τη Ρωσία όσον αφορά τον πόλεμο στην Ουκρανίας, έχει αφήσει μόνη της την ΕΕ να συνεχίζει την αντιπαράθεση με τη Μόσχα. Οπως έχει δηλώσει: «Δεν θα υπερασπιζόμουν αυτές τις χώρες. Στην πραγματικότητα, θα ενθάρρυνα τη Ρωσία να κάνει ό,τι θέλει». Ο πόλεμος είναι ήδη σε ευρωπαϊκό έδαφος και η πιθανή απειλή επέκτασής του προς τα δυτικά –το χαρτί

Η πλειονότητα των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων επενδύει στην ανάπτυξη διά των όπλων, από την οποία θα βγει ωφελημένη η πολεμική βιομηχανία των μεγάλων κρατών της ΕΕ, με χαμένους τους Ευρωπαίους πολίτες στο σύνολο της ηπείρου

που παίζουν οι Ευρωπαίοι για να ταΐσουν την ανάπτυξή τους μέσω της βιομηχανίας όπλων με τα χρήματα των φορολογουμένων– βαραίνει περισσότερο στην ευρωπαϊκή ακτή του Ατλαντικού, πολλώ δε μάλλον υπό την αίσθηση της ευρωπαϊκής… ανασφάλειας που έχει φιλοτεχνήσει ο Τραμπ.

Ταυτόχρονα με όλα τα παραπάνω, ο Αμερικανός πρόεδρος φαίνεται ότι έχει επικεντρώσει την προσοχή του (και την αμερικανική ισχύ, οικονομική, πολιτική και στρατιωτική) στο να σφίξει περαιτέρω τον κλοιό γύρω από την Κίνα, η οποία περικύκλωσε την Ταϊβάν. Οι εξελίξεις εκεί διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο σε αυτό, αντίστοιχο με την ιδιαίτερη οικονομική επίθεση και την καμπάνια «δυσφήμησης» που έχει εξαπολύσει εναντίον της δεύτερης οικονομίας του κόσμου, σε μια προσπάθεια να διατηρήσει την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ.

Βλέπουν παντού εχθρούς

Η αμερικανική προσέγγιση θυμίζει σε σημαντικό βαθμό την αντίστοιχη μεταπολεμική παράνοια με τον «κόκκινο κίνδυνο», την περίοδο του μακαρθισμού, που στο πλαίσιο της έναρξης του Ψυχρού Πολέμου αποτέλεσε ένα εξαιρετικό εργαλείο για να κατασκευαστεί ένας εσωτερικός εχθρός και να εκκινήσει η κούρσα εξοπλισμών αργότερα. Τότε υπήρχαν τα περιθώρια εν μέσω της ευμάρειας που σκορπούσε η αλματώδης ανάπτυξη του μεταπολεμικού «αμερικανικού ονείρου».

Η συνταγή αυτή φαίνεται ότι με έναν άλλο τρόπο έχει μεταφερθεί στη σύγχρονη εποχή, με τα πολλαπλά προβλήματα αποβιομηχάνισης και τις τρομακτικές ανισότητες που προκλήθηκαν τις προηγούμενες δεκαετίες, καθώς η κυβέρνηση Τραμπ έχει κατασκευάσει πλήθος εσωτερικών εχθρών (woke, μετανάστες, πρόσφυγες, καρτέλ της φαιντανύλης κ.ά.) για να ακολουθήσει μια «επίθεση» στην Κίνα και προς όλους. Αντίστοιχα, η περίοδος του τραμπισμού έχει ήδη προωθήσει μια κούρσα εξοπλισμών, αυτήν τη φορά όμως ανάμεσα στην Ευρώπη και τη Ρωσία, με τρομακτικές δυνατότητες. Το Κρεμλίνο ήδη έχει λανσάρει τον υπερηχητικό πύραυλο Oreshnik που μπορεί να φέρει και πυρηνική κεφαλή, ενώ και η Κίνα αναπτύσσει νέα μαχητικά stealth και άλλες τεχνολογίες, αμφισβητώντας τη δυτική ηγεμονία.

Το ενδιαφέρον είναι πως στον διπολικό κόσμο του Ψυχρού Πολέμου η συνεχής απειλή του ξεσπάσματος μιας ολέθριας πυρηνικής σύγκρουσης δεν υλοποιήθηκε ποτέ, παρά το γεγονός ότι τα οπλοστάσια των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ενωσης και άλλων ανά τον κόσμο χωρών είχαν γεμίσει με καινούργια οπλικά συστήματα, αφού είχαν εξαντληθεί από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώ διαφημιστικές καταχωρίσεις πουλούσαν την «πραμάτεια» των πυρηνικών καταφυγίων. Η ένταση τις δεκαετίες του Ψυχρού Πολέμου εκτονώθηκε σε περιφερειακές συγκρούσεις και σε πολέμους διά αντιπροσώπων, περίπου δηλαδή ό,τι συμβαίνει και στη σύγχρονη εποχή, με τον πόλεμο στην Ουκρανία, τον πόλεμο στη Γάζα και τις συγκρούσεις στη Μέση Ανατολή.

Επανεξοπλισμός

Με δεδομένη την εξαιρετικά επιθετική προς όλους πολιτική των ΗΠΑ, σε συνδυασμό με τις εύθραυστες ισορροπίες σε πολλά ανοιχτά μέτωπα στη διεθνή σκακιέρα, η οποία εδώ και καιρό έχει εμφανίσει βαθιές ρωγμές, οι Ευρωπαίοι έχουν ουσιαστικά εξαναγκαστεί να εστιάσουν στην παραγωγή όπλων και στον επανεξοπλισμό τους. Η πλειονότητα των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων επενδύει σε μια διέξοδο με ανάπτυξη διά των όπλων, από την οποία όμως θα ενισχυθούν οι οικονομίες της Γερμανίας και της Γαλλίας. Δέχτηκαν ασμένως το νέο δόγμα-σανίδα σωτηρίας υιοθετώντας το αφήγημα των κυβερνήσεων-λαγών μιας μικρής ομάδας ευρωπαϊκών κρατών που έχουν προϊστορία με τη «ρωσική απειλή», ήτοι των βαλτικών χωρών, της Πολωνίας και των φιλοδυτικών κυβερνήσεων άλλων κρατών του πρώην ανατολικού μπλοκ.

Η Πολωνία είναι η χώρα που – προτού καν εισβάλλει η Ρωσία στο ουκρανικό έδαφος το 2022– είχε πρωτοστατήσει μαζί με τις βαλτικές δημοκρατίες στην αύξηση της έντασης, ζητώντας επιτακτικά προστασία από το ΝΑΤΟ και τις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες. Οι δηλώσεις του Γιάροσλαβ Κατσίνσκι το 2020 ότι «η Ρωσία προσπαθεί να αποσταθεροποιήσει την περιοχή μας, να αποδυναμώσει την Πολωνία και τους συμμάχους μας. Δεν είναι μόνο μια απειλή για την Πολωνία, αλλά συνολικά για την ευρωπαϊκή ασφάλεια» είναι ενδεικτικές του υποβάθρου πάνω στο οποίο πατούν οι Ευρωπαίοι ηγέτες τώρα για να πείσουν για την αναγκαιότητα να βάλουμε το χέρι στην τσέπη για να αγοράσουμε όπλα.

Αντίστοιχα ο πρώην πρόεδρος της Λετονίας Ράιμοντς Βεγιόνις, που ήταν γνωστό νατοϊκό γεράκι, είχε δηλώσει το 2015, πολλά χρόνια πριν από την εισβολή: «Η Ρωσία δεν είναι μόνο ένα περιφερειακό πρόβλημα. Αν δεν τη σταματήσουμε στη γειτονιά μας, θα συνεχίσει τις επεκτατικές πολιτικές της, απειλώντας ολόκληρη την ήπειρο». Με τέτοιες δηλώσεις κύλησαν πολλά χρόνια στην ΕΕ και η ρωσική απειλή όλο και μεγάλωνε όσο οι Ευρωπαίοι άδειαζαν τις αποθήκες όπλων τους και τα ταμεία τους ενισχύοντας την Ουκρανία.

Τώρα είναι βολική η ώρα για τον επανεξοπλισμό τους, ειδικά υπό τον φόβο της αμερικανικής απόσυρσης και της απειλής απευθείας σύγκρουσης που προωθεί ο ίδιος ο Τραμπ με τις εδαφικές απαιτήσεις του, ένας φόβος που προστίθεται στη ρωσική απειλή.

Το βασικό στοιχείο βέβαια που πιέζει προς αυτή την κατεύθυνση είναι η φθίνουσα βιομηχανική παραγωγή και τα δομικά οικονομικά προβλήματα (γήρανση, απώλεια αγορών και καινοτομίας) που ταλαιπωρούν την ΕΕ εδώ και χρόνια. Η Ευρώπη είναι ουσιαστικά ανύπαρκτη στον διεθνή ανταγωνισμό ακόμα και σε τομείς που έχει παράδοση, όπως η αυτοκινητοβιομηχανία. Η ιδέα ότι «αφού αποτύχαμε με τα αμάξια, ας φτιάξουμε τανκς» δεν είναι τόσο απλή όσο ακούγεται. Η όποια αλλαγή στην παραγωγή θέλει δύο τρία χρόνια και παράλληλα εξωθεί τους ευρωπαϊκούς πληθυσμούς στην εξαθλίωση, με τα κονδύλια του κράτους πρόνοιας («βούτυρο») να γίνονται κανόνια.

Στην ίδια πάντως ισορροπία απειλών και διαρθρωτικών αλλαγών έχουν εμπλακεί προφανώς αλλά με τον δικό τους τρόπο και τα άλλα μέρη της «σύγκρουσης», η Ρωσία του Βλαντίμιρ Πούτιν και η Κίνα του Σι Τζινπίνγκ. Το γεγονός ότι ο Πούτιν κάνει ό,τι μπορεί για να «καλοπιάσει» τον Τραμπ, ενώ κερδίζει συνεχώς χρόνο και νέα εδάφη στην Ουκρανία και αποκτά de facto νέους πόρους, του αποφέρει άμεσα κέρδη, ενώ αυξάνει σημαντικά τη διαπραγματευτική ισχύ του στο τραπέζι που έχει «κλείσει» αποκλειστικά με τις ΗΠΑ. Η τακτική αυτή έχει στην ουσία επαναφέρει στη διεθνή σκηνή τις πολιτικές τύπου Γιάλτας, με την Ευρώπη όμως να είναι αποκλεισμένη από αυτές.

Είναι προφανές πως αντίστοιχη πολιτική με τον νεομακαρθισμό που επικρατεί σε ΗΠΑ και Ευρώπη ακολουθεί και η Μόσχα σε πιο ενισχυμένη εκδοχή, αφού η χώρα βρίσκεται ουσιαστικά σε πόλεμο, με ό,τι αυτό μπορεί να σημαίνει για τα ήδη αδιάφορα για το Κρεμλίνο εδώ και δεκαετίες δικαιώματα των πολιτών. Η ρωσική πλευρά έχει επαναφέρει νομοθεσίες για ξένους πράκτορες, που έχουν κάνει πολύ πιο εύκολη τη σύλληψη οποιουδήποτε θα μπορούσε να θεωρηθεί απειλή.

Η Κίνα περικύκλωσε την Ταϊβάν

Την τρέλα των εξοπλισμών αλλά και των γεωπολιτικών λεονταρισμών ακολουθεί και η Κίνα, ανακοινώνοντας συνεχώς εδώ και μερικά χρόνια νέα υπερσύγχρονα οπλικά συστήματα. Αντίστοιχα, το Πεκίνο έχει ξεκαθαρίσει ότι θα απαντήσει σε οποιουδήποτε είδους επίθεση εναντίον της, όπως τουλάχιστον έχει δηλώσει ο υπουργός Εξωτερικών Ουάνγκ Γι, ενώ ταυτόχρονα προχωράει σταθερά στην αύξηση της έντασης πέριξ της Ταϊβάν, κατηγορώντας τις ΗΠΑ γι’ αυτό. Μόλις μέσα στην εβδομάδα η κινεζική ηγεσία αποφάσισε ότι είναι μια καλή στιγμή για να προχωρήσει σε γυμνάσια στα Στενά της Ταϊβάν με πραγματικά πυρά, τα οποία αποτελούν πρόβα περικύκλωσης του νησιού από θάλασσα και αέρα. Μάλιστα, οι ασκήσεις πραγματοποιήθηκαν με οπλικά συστήματα τελευταίας τεχνολογίας και μένει να φανεί αν η κινεζική μηχανή θα αντέξει τη νέα αμερικανική επίθεση με τους δασμούς.

Διαβάστε επίσης

Η μαφία της Ρόδου – Αυτή την Κυριακή στο Documento

Δασμοί Τραμπ: Κατρακυλάει η Wall Street – Με μεγάλη πτώση έκλεισαν ευρωπαϊκά Χρηματιστήρια

Προανακριτική: Ολοκληρώθηκε η «κωλοτούμπα» της ΝΔ – Ζητούν δίωξη Τριαντόπουλου ενώ τον θεωρούσαν αθώο

Πολάκης: «Ψεύτης και σφετεριστής ο Γεωργιάδης» – Πώς ξεκίνησε πραγματικά η αναβάθμιση στον Ευαγγελισμό

Στη Δικαιοσύνη προσφεύγει ο Κοκοτσάκης κατά όσων αμφισβητούν την ιδιότητά του ως πραγματογνώμονα

Ετικέτες