«Δαιμονισμένοι»: Η μουσική εκδοχή ενός αριστουργήματος

«Δαιμονισμένοι»: Η μουσική εκδοχή ενός αριστουργήματος

Ο Θοδωρής Αμπαζής συνθέτει την πρωτότυπη μουσική και σκηνοθετεί το ψυχογραφικό έπος του Ντοστογέφσκι

Κάθε φορά που ένα θηριώδες έργο της παγκόσμιας λογοτεχνίας ανεβαίνει στη σκηνή αναμετράται πρωτίστως με τους κόσμους που έχουν δημιουργήσει γι’ αυτό οι αναγνώστες του. Οι «Δαιμονισμένοι» του Φίοντορ Ντοστογέφσκι είναι μια από τις χαρακτηριστικότερες περιπτώσεις στην επιδραστική σχέση μυθιστορήματος – αναγνώστη αφενός λόγω της κλασικότητάς του, αφετέρου εξαιτίας του ακαταμάχητου συνδυασμού του ως ψυχογραφήματος, φιλοσοφικής και πολιτικής ανάλυσης και πορτρέτου μιας κρίσιμης ιστορικής συγκυρίας της Ρωσίας. Με όλα αυτά τα φορτία είναι συνήθως επιβαρημένο ένα σκηνικό εγχείρημα που προσπαθεί να αποτυπώσει το μέγεθος της ντοστογεφσκικής γραφής και προβληματικής.

Η σκέψη του Θοδωρή Αμπαζή να αντιμετωπίσει το έργο στη φόρμα του μουσικού θεάτρου μετακυλά το ενδιαφέρον και σε έναν πρόσθετο πόλο που ενέχει την πρωτοτυπία (δεν έχει δοκιμαστεί ξανά μουσική ανάγνωση πάνω στον Ντοστογιέφσκι), ενώ αναθέτει στη μουσική τον «ρόλο» να δημιουργήσει ψυχικά τοπία (πρωταρχικά στοιχεία στο κείμενο του συγγραφέα). Είναι δηλαδή η μουσική και η σχέση της με το κείμενο που, τρόπον τινά, φέρει την ευθύνη να κατασκευάσει ενδιάμεσες ατμόσφαιρες και δράσεις. Και το καταφέρνει.

Μια ενδιαφέρουσα και δουλεμένη πρόταση, η οποία ανοίγει δυναμικά τον κύκλο του μουσικού θεάτρου για το Εθνικό Θέατρο

Το έργο, που διακρίνεται σε τέσσερις πράξεις, βασίζεται ως επί τω πλείστον στην αφήγηση ‒και λιγότερο στα δραματικά πρόσωπα–, η οποία εξυπηρετείται από μια καλοκουρδισμένη ορχήστρα ανθρώπινων φωνών. Ο δωδεκαμελής θίασος συντονίζεται σε καλά οργανωμένες, πολυπαραγωγικές συνεκφωνήσεις σε χορικά (μουσική διδασκαλία Μελίνα Παιονίδου) που ενίοτε αναδεικνύουν στιγμές ρόλων για τα βασικά πρόσωπα. Και ενώ αυτό από τη μια περιορίζει σημαντικά το πεδίο των υποκριτών σε ένα κατεξοχήν έργο χαρακτήρων, την ίδια ώρα συμπληρώνεται (σε έναν βαθμό) από τη μουσική που είναι έμπλεη λυρικότητας και συγκίνησης (άριστη η εκτέλεση από την πενταμελή ορχήστρα των Κοτεπάνου, Παυλόπουλου, Βερβιτσιώτη, Παπαντωνίου, Ευκλείδου και τη σοπράνο Ειρήνη Καράγιαννη).

Σε μετάφραση της Ελένης Μπακοπούλου και διασκευή της Ελσας Ανδριανού, η παράσταση επικεντρώνεται σε σημεία-σταθμούς της πλοκής τα οποία εστιάζουν στους κοινωνικο-πολιτικούς προβληματισμούς του έργου· στους πρώτους κραδασμούς του κινήματος του ρωσικού λαϊκισμού που αποτέλεσαν την αρχή του επαναστατικού φαινομένου στη Ρωσία και στα μεγάλα ηθικά διλήμματα που αυτoί οι πειραματισμοί προκάλεσαν στoυς πιο ευαίσθητους δέκτες των κοινωνικών αλλαγών. Το έργο –προφανώς όχι στο ογκωδέστατο σύνολο του‒ ακούγεται καθαρό, χωρίς σοβαρά κενά στην εξέλιξη της πλοκής και παρά την ειδική συνθήκη του μουσικού θεάτρου υπάρχουν αξιοσημείωτες στιγμές για κάποιους ερμηνευτές του: ο Δημήτρης Ημελλος δίνει τραγικό μέγεθος στον Σάτοφ, ο Θέμης Πάνου βάθος και εσωτερικότητα στους οδηγούς ζωής που τον έχει βάλει ο Ντοστογέφσκι να αρθρώνει, ο Κωνταντίνος Αβαρικιώτης κεντά με φοβερή λεπτομέρεια τον λόγο ως αφηγητής, ο Κώστας Κορωναίος αποδίδει με ακρίβεια τον ασταθή Κιρίλοφ, ο Νέστορας Κοψιδάς είναι πειστικός στον ρόλο του καιροσκόπου Πιοτρ Βερχοβένσκι· φιλότιμη είναι και η προσπάθεια του Γιάννη Νιάρου να πλησιάσει την εξόχως πολύπλοκη, αντιφατική περσόνα του Σταβρόγκιν. Στους γυναικείους ρόλους, από την άλλη, μόλις που διαφοροποιούνται η Αντιγόνη Φρυδά (Λιζαβέτα Νικολάγεβνα) και η Μαρία Ζορμπά (Γιούλια Μιχαΐλοβνα) καθώς η υπόλοιπη ομάδα των γυναικών βυθίζει την παράσταση σε ερμηνευτικές ανισότητες.

Η ανισότητα περιγράφει και το εικαστικό στίγμα της παράστασης που φέρει την υπογραφή της Ελένης Μανωλοπούλου. Αχαρα και πολυφορεμένης αισθητικής κοστούμια από τη μια, σκηνικές εγκαταστάσεις με ισχυρό σημειολογικό αποτύπωμα από την άλλη – ειδικά η συνέλευση των «Λαγών» και το υπερμέγεθες κρεβάτι των τελευταίων δύο πράξεων σε συνάρτηση με τον λειτουργικό σχεδιασμό φωτισμού που έχει κάνει ο Αλέκος Αναστασίου. Αδύναμη και η κινησιολογία της Ζωής Χατζηαντωνίου που επιλέγει συμβατικά μοτίβα, τα οποία δεν ζωηρεύουν αποτελεσματικά τη σκηνική δράση.

Παρά τις όποιες αστοχίες πάντως, μια ενδιαφέρουσα και στη λεπτομέρειά της δουλεμένη πρόταση συνόλου, που ανοίγει δυναμικά τον κύκλο του μουσικού θεάτρου για το Εθνικό Θέατρο.

INFO

«Δαιμονισμένοι»

Θέατρο Rex – Σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη»

Τετάρτη & Παρασκευή-Κυριακή, 19.00

Εως τις 9 Απριλίου

Ετικέτες

Documento Newsletter