Με τη ντεμοντέ μακέτα της, η γαλλική εβδομαδιαία εφημερίδα Le Canard Enchaine, μαύρο πρόβατο των πολιτικών, θα μπορούσε να έχει παρασυρθεί από το κύμα του Ίντερνετ: Όμως το «Πενέλοπιγκέιτ» απέδειξε για μια ακόμα φορά πόσο καλά η εφημερίδα αυτή τα καταφέρνει στην έρευνα.
Την Τρίτη, τα πολιτικά κόμματα είχαν στείλει αντιπροσώπους τους να κάνουν ουρά μπροστά από την έδρα της εφημερίδας στο Παρίσι για να προμηθευθούν συντομότερα τις νέες αποκαλύψεις της για την Πενελόπ Φιγιόν, σύζυγο του υποψηφίου της δεξιάς στις προεδρικές εκλογές και ύποπτη για αργομισθία.
Πράγματι η Canard enchaine είναι μία από τις τελευταίες εφημερίδες στον κόσμο που αρνούνται να κυκλοφορήσουν στο Ίντερνετ.
Για την εφημερίδα αυτή, που εκδίδεται από το 1915, η υπόθεση Φιγιόν ήρθε τη στιγμή που έπρεπε: Οι πωλήσεις είχαν μειωθεί σε περίπου 400.000 φύλλα το 2015, έναντι 500.000 το 2010. Η έκδοση της Τετάρτης, που γρήγορα εξαντλήθηκε, πρέπει να πούλησε γύρω στα 500.000 φύλλα.
Το να κάνει την εξουσία να τρέμει δεν ήταν η αρχική αποστολή αυτής της αιωνόβιας εφημερίδας, μιας αντιμιλιταριστικής φυλλάδας που γεννήθηκε μέσα στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ήθελε να είναι «σατιρική» και για καιρό προέκρινε το σαρκασμό και την γκρίνια. Τη στροφή προς την ερευνητική δημοσιογραφία άρχισε να την κάνει στις αρχές της δεκαετίας του 1970, αφηγείται ο πρώην διευθυντής της, ο Κλοντ Ανζελί, στο βιβλίο του «Οι χαρές της δημοσιογραφίας» (Les Plaisirs du journalisme, εκδ. Fayard). Όμως διατήρησε ταυτόχρονα έναν σατιρικό τόνο στην αφήγηση παρεκτροπών ή αδικημάτων.
Πάντα στην αντιπολίτευση
Χάρη σε κάθε είδους πηγές -αστυνομικούς, διπλωμάτες, ανθρώπους των μυστικών υπηρεσιών, δικαστές, δημοσιογράφους, πολιτικούς, επιχειρηματίες και αυτούς που θα μπορούμε σήμερα να αποκαλέσουμε καταμηνυτές ατασθαλιών- θα παραμείνει για καιρό η μοναδική εφημερίδα που αποκαλύπτει σκάνδαλα που κάνουν τους ισχυρούς να τρέμουν.
Μέχρι που και άλλες εφημερίδες, όπως η Le Monde ή πιο πρόσφατα ο ιστότοπος Mediapart, άρχισαν να κινούνται επίσης σ’ αυτό το πεδίο.
Μαζί με τον Mediapart, η Canard είναι η μόνη που παρέμεινε ανεξάρτητη: Δεν έχει διαφήμιση και οι μέτοχοί της είναι δημοσιογράφοι. Το πολεμικό της θησαυροφυλάκιο, ύψους πολλών δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ, την προστατεύει από κάθε οικονομική πίεση.
Η μικρή συντακτική ομάδα της, η οποία καταφεύγει σε πολυάριθμους συνεργάτες, τηρείται εν γένει μυστική. Όμως ο κατάλογος με τα ανδραγαθήματά της είναι μακρύς. Έχει οδηγήσει σε παραίτηση πολλούς υπουργούς, όπως τον Ερβέ Γκεμάρ (2005) μετά τις αποκαλύψεις για την πολυτελή μεζονέτα του την οποία πλήρωνε με έξοδα του κράτους, ή την Μισέλ Αλιό-Μαρί για τις διακοπές της στην Τυνησία λίγο πριν από την πτώση του προέδρου Ζιν Ελ Αμπιντίν Μπεν Άλι (2011).
Επιπλέον δεν έχει χάσει παρά πολύ λίγες από τις πολυάριθμες δίκες της, μία από τις οποίες είχε γίνει για μια φωτογραφία των οπισθίων του πρώην ηγέτη της γαλλικής ακροδεξιάς Ζαν-Μαρί Λεπέν.
«Η Canard δεν είναι ούτε της δεξιάς ούτε της αριστεράς, είναι της αντιπολίτευσης», συνοψίζει μία από τις πένες της, ο Ερίκ Εμπτάζ, σ’ ένα ντοκιμαντέρ το οποίο μεταδόθηκε το βράδυ της Παρασκευής από το Paris Premiere.
Οι πολιτικοί είναι ταυτόχρονα οι στόχοι της Canard, οι πιο πιστοί αναγνώστες της και μερικές φορές οι πληροφοριοδότες της.
«Ορμάμε στη σελίδα 2», που τιτλοφορείται «Mare aux canards» (η λίμνη με τις πάπιες) και περιέχει σύντομες αδιακρισίες, λέει χαμογελώντας η πρώην υπουργός της δεξιάς Ροζλίν Μπασελό. «Μου έχει συμβεί και μένα να τους δώσω μερικά ανέκδοτα», πρόσθεσε μιλώντας σ’ αυτό το ντοκιμαντέρ.