Μεγάλο μέρος της Βραζιλίας παρέλυσε χθες Παρασκευή, ημέρα της γενικής απεργίας που κηρύχθηκε σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τα μέτρα λιτότητας που εφαρμόζει η κυβέρνηση του συντηρητικού προέδρου Μισέλ Τέμερ, με το κέντρο στο Ρίο ντε Tζανέιρο να αστυνομοκρατείται κάτω από ένα νέφος δακρυγόνων.
Από το πρωί χθες οι συγκοινωνίες αντιμετώπισαν μεγάλα προβλήματα σε όλη τη χώρα, κυρίως στο Σάο Πάουλο, την οικονομική πρωτεύουσα της Βραζιλίας.
Στις μεγάλες πόλεις έγιναν ογκώδεις διαδηλώσεις, ενώ σημαντικές οδικές αρτηρίες αποκλείστηκαν σε όλη τη Βραζιλία καθώς στήθηκαν οδοφράγματα με φλεγόμενα ελαστικά αυτοκινήτων, προκαλώντας πολλά μποτιλιαρίσματα.
Στο Ρίο το κέντρο της πόλης έμοιαζε με πεδίο μάχης: οι βιτρίνες πολλών τραπεζών έγιναν θρύψαλα από τις πέτρες, λεωφορεία πυρπολήθηκαν, όλα τα εμπορικά καταστήματα κατέβασαν τα ρολά.
Λίγη ώρα νωρίτερα, περίπου 2.000 διαδηλωτές διαλύθηκαν από τις δυνάμεις επιβολής της τάξης που έκαναν εκτεταμένη χρήση δακρυγόνων για να τους απομακρύνουν από το κτίριο του πολιτειακού κοινοβουλίου, όπως διαπίστωσαν δημοσιογράφοι της τηλεοπτικής υπηρεσίας του Γαλλικού Πρακτορείου που βρίσκονταν επιτόπου.
Στην αρχή της κινητοποίησης, μπροστά στον κλοιό που είχαν σχηματίσει δεκάδες αστυνομικοί, δύο ιθαγενείς με παραδοσιακά κοστούμια χόρευαν γύρω από μια φωτιά μέσα στη μέση του δρόμου.
Τα περισσότερα σχολεία έμειναν κλειστά σε όλη τη χώρα, όπως επίσης και τα ταχυδρομεία και πολλές τράπεζες.
Σύμφωνα με το συνδικάτο των μεταλλουργών, 60.000 εργάτες συμμετείχαν στην απεργιακή κινητοποίηση μόνο στο Σάο Πάουλο, ενώ σύμφωνα με τη ομοσπονδία Força Sindical, συνολικά 40 εκατομμύρια εργαζόμενοι πήραν μέρος στην απεργία.
Στο Σάο Πάουλο μία από τις πορείες κατέληξε μπροστά στην κατοικία του προέδρου Μισέλ Τέμερ, ο οποίος περνάει συχνά τα Σαββατοκύριακα στην πόλη από την οποία κατάγεται, μακριά από την πρωτεύουσα Μπραζίλια.
«Δεν μπορούμε πια να παραμένουμε σιωπηλοί ενώ μια έκνομη κυβέρνηση, που δεν έχει εκλεγεί, αφανίζει τα δικαιώματα των Βραζιλιάνων εργαζομένων», είπε χαρακτηριστικά ένας απεργός τραπεζοϋπάλληλος.
Η κινητοποίηση κηρύχθηκε κυρίως εναντίον της μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος και της ελαστικοποίησης της εργασίας που η κυβέρνηση του Τέμερ χαρακτηρίζει απαραίτητα μέτρα ώστε η Βραζιλία να βγει από τη χειρότερη ύφεση της ιστορίας της.
«Η κινητοποίηση για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και του ασφαλιστικού συστήματος δείχνει τη δύναμη της αντίστασης», έγραψε στον λογαριασμό της στο Twitter η πρώην πρόεδρος Ντίλμα Ρουσέφ, η οποία καθαιρέθηκε μετά τη δίκη της στο Κογκρέσο για παραποίηση των στοιχείων για το χρέος.
Ο προκάτοχος και μέντοράς της, ο Λουίς Ινάσιου Λούλα ντα Σίλβα (2003-2010), φαβορί στις δημοσκοπήσεις ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2018, χαρακτήρισε την κινητοποίηση «απόλυτη επιτυχημένη» σε μια συνέντευξή ρου στο Radio Brasil Atual.
Αντιμέτωπη με μια οικονομική κρίση χωρίς προηγούμενο, η συντηρητική κυβέρνηση προωθεί εξαιρετικά αντιδημοφιλείς μεταρρυθμίσεις οι οποίες συζητώνται στο κοινοβούλιο, κυρίως την αύξηση του ηλικιακού ορίου για τη συνταξιοδότηση από τα 60 στα 65 έτη για τους άνδρες και από τα 55 στα 62 για τις γυναίκες.
Στο μεταξύ τα νεότερα στοιχεία για την ανεργία, που δημοσιεύθηκαν χθες, κάνουν λόγο για ένα επίπεδο-ρεκόρ 13,7% μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου, με πάνω από 14,2 εκατομμύρια πρόσωπα να ζητούν εργασία.
Άλλη μια ένδειξη πως η κατάσταση δεν βελτιώνεται παρά τα μέτρα είναι ότι το δημοσιονομικό έλλειμμα της Βραζιλίας έφθασε τα 11 δισεκατομμύρια χεάις (3,5 δισεκ. δολάρια) τον Μάρτιο—πρόκειται για το μεγαλύτερο έλλειμμα αφότου άρχισαν να τηρούνται μηνιαία στατιστικά στοιχεία, το 2001.
Την κρίση επιδεινώνει ένα σκάνδαλο διαφθοράς γιγαντιαίων διαστάσεων στο οποίο έχουν εμπλακεί δεκάδες πολιτικοί από όλο το πολιτικό φάσμα, ανάμεσά τους και πολλοί υπουργοί της κυβέρνησης του Τέμερ.
Η κυβέρνηση διαβεβαίωνε πάντως χθες ότι η απεργία απέτυχε. «Εμποδίζουν τον κόσμο να πάει στη δουλειά του. Αυτό δείχνει ότι η απεργία δεν υπάρχει στην πραγματικότητα, είναι περισσότερο μια φαινομενική απεργία των συνδικάτων που ενοχλήθηκαν από τις αποφάσεις του κοινοβουλίου», υποστήριξε ο υπουργός Δικαιοσύνης Οσμάρ Σεράλιου μιλώντας στο ραδιοφωνικό δίκτυο CBN.
Ο πρόεδρος Τέμερ κατήγγειλε τη «βία» που άσκησαν διαδηλωτές και το γεγονός ότι «μικρές ομάδες» εμπόδισαν τους πολίτες να χρησιμοποιήσουν τα μέσα μαζικής μεταφοράς, ενώ επέμεινε ότι «το έργο για τον εκσυγχρονισμό των νόμων της χώρας θα συνεχιστεί».
Η δημοφιλία του Μισέλ Τέμερ δεν ξεπερνούσε το 10% στα τέλη του Μαρτίου.
Η προηγούμενη γενική απεργία στη Βραζιλία είχε προκηρυχθεί το 1996, εναντίον των αποκρατικοποιήσεων και των μεταρρυθμίσεων στις εργασιακές σχέσεις που προώθησε ο τότε πρόεδρος Φερνάντο Ενρίκε Καρντόζο.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ