Περισσότεροι από 350 οικονομολόγοι, Βραζιλιάνοι και αλλοδαποί, μεταξύ των οποίων και ένας που έχει βραβευθεί με Νόμπελ, προειδοποίησαν χθες Παρασκευή για τον κίνδυνο στον οποίο θα θέσει τη Βραζιλία μια νίκη του ακροδεξιού υποψηφίου στις προεδρικές εκλογές Ζαΐχ Μπολσονάρου.
Σε αυτό το άρθρο, που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Folha de Sao Paolo, οι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι ο αριστερός υποψήφιος Φερνάντου Χαντάντ αποτελεί «την καλύτερη επιλογή» για να υπερασπιστεί «τη δημοκρατία της Βραζιλίας και τους θεσμούς του κράτους δικαίου».
Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε την ώρα που οι οικονομικοί κύκλοι φαίνεται να στηρίζουν τον Μπολσονάρου, φαβορί να κερδίσει στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών της 28ης Οκτωβρίου.
Ο ακροδεξιός υποψήφιος κέρδισε την εμπιστοσύνη των αγορών όταν προσέλαβε ως οικονομικό του σύμβουλο τον Πάουλο Γκέντες, έναν υπερ-φιλελεύθερο ο οποίος, σε περίπτωση νίκης του Μπολσονάρου, δεσμεύθηκε σε ένα τεράστιο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων προκειμένου να περιορίσει το δημοσιονομικό χρέος της Βραζιλίας.
Οι συντάκτες του άρθρου είναι καθηγητές, οικονομολόγοι, ερευνητές και σύμβουλοι διεθνών οργανισμών. Διακόσοι εξ αυτών είναι Βραζιλιάνοι και 160 κατάγονται από περίπου 15 χώρες (ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, Ινδία και άλλες).
Ανάμεσά του είναι ο Τζορτζ Άκερλογκ, ένας Αμερικανός καθηγητής οικονομικών βραβευμένος με το Νόμπελ Οικονομίας το 2001, ο οποίος ευφηύρε τον όρο «Συμφωνία της Ουάσινγκτον» (Washington Consensus), ένα φιλελεύθερο εγχειρίδιο για να ξεπεράσουν οι αναπτυσσόμενες χώρες την κρίση που ξέσπασε στο τέλος της δεκαετίας του 1980.
Οι συντάκτες επεσήμαναν ότι πολλοί εξ αυτών «επικρίνουν ενεργητικά» τις πολιτικές που εφάρμοσε το Κόμμα των Εργαζομένων υποψήφιος του οποίου είναι ο Φερνάντου Χαντάντ, το οποίο κυβέρνησε τη Βραζιλία από το 2003 ως το 2016.
Ωστόσο συμμερίζονται το κοινό όραμα ότι «η δημοκρατία, η αναζήτηση της ειρήνης, οι ατομικές ελευθερίες, ο πλουραλισμός, η μάχη κατά των προκαταλήψεων και των ανισοτήτων» είναι «αδιαπραγμάτευτες και ζωτικής σημασίας αξίες».
Ο Χαντάντ έχει δεσμευθεί να σταματήσει τις ιδιωτικοποιήσεις, να διατηρήσει το γενναιόδωρο συνταξιοδοτικό σύστημα, να φορολογήσει τους πολύ πλούσιους και να ενισχύσει την κατανάλωση προκειμένου να δώσει ώθηση στην οικονομία της Βραζιλίας, η οποία βρίσκεται σε ύφεση εδώ και δύο χρόνια.