Η γενιά του brain drain, οι επιστήμονες που τα τελευταία χρόνια ζουν και εργάζονται στο εξωτερικό και ανήκουν στο μισό εκατομμύριο των νέων γυναικών και αντρών που έφυγαν από τη χρεοκοπημένη Ελλάδα σε αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής, δεν συμμερίζεται την εικονική πραγματικότητα Μητσοτάκη. Μπορεί ο πρωθυπουργός να επιχείρησε να κατασκευάσει μια επίπλαστη εικόνα παρουσιάζοντας ως νέο που γύρισε στη χώρα για να αδράξει τις… μεγάλες ευκαιρίες που προσφέρονται τον γιο του ιδιοκτήτη της ηπειρωτικής βιομηχανίας εμφιαλώσεως Βίκος, ωστόσο η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Νέοι και νέες με σπουδές, πραγματικά «βαριά» βιογραφικά και λαμπρή σταδιοδρομία στο εξωτερικό μιλούν στο Documento και περιγράφουν τη ζωή τους εκεί, καθώς επίσης και για το αν πραγματικά οι συνθήκες στη χώρα μας είναι πλέον τέτοιες ώστε να θέλουν να γυρίσουν. Οι απαντήσεις τους διαψεύδουν τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Για συναισθηματικούς λόγους θα ήθελαν να επιστρέψουν στην Ελλάδα, θεωρούν όμως ότι οι συνθήκες δεν τους επιτρέπουν να το πράξουν. Οι χαμηλοί μισθοί, οι συνθήκες εργασίας, η γραφειοκρατία, οι αρνητικές προοπτικές εξέλιξης, το ανύπαρκτο κοινωνικό κράτος, η απουσία ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων και η φορολογία είναι μόνο μερικοί από τους λόγους για τους οποίους οι συγκεκριμένοι επιστήμονες δεν διαβλέπουν καμία πιθανότητα επιστροφής.
Ρίντβαλντ Δήμο: «Θα ήθελα να επιστρέψω όχι όταν όλα γίνουν ιδανικά, αλλά όταν αισθανθώ ότι η Ελλάδα θέλει να αλλάξει»
Στο εξωτερικό έφυγα μετά το πέρας των προπτυχιακών μου σπουδών στο τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας (ΠΔΜ), έτος 2015, για να ακολουθήσω μεταπτυχιακές σπουδές στο Ηνωμένο Βασίλειο (ΗΒ). Ο λόγος μετακίνησής μου στο ΗΒ ήταν μια ολική υποτροφία σε ένα από τα πιο αξιόλογα πανεπιστήμια στον τομέα της αεροδιαστημικής. Πέραν από τους ακαδημαϊκούς λόγους, ένας επιπλέον λόγος ήταν η έλλειψη επαγγελματικής προοπτικής στην Ελλάδα την περίοδο των μνημονίων, που έκανε τους νέους να ασφυκτιούν (έλλειψη σοβαρής βιομηχανίας, κακό εργασιακό περιβάλλον, χαμηλοί μισθοί κ.λπ.). Τα παραπάνω, σε συνδυασμό με τη γενικότερη ατμόσφαιρα, η οποία εσφαλμένα προωθούσε ότι για να θεωρείται κάποιος «επιτυχημένος» θα έπρεπε να μεταβεί σε κάποια χώρα της Δύσης, ήταν ορισμένοι από τους λόγους που με οδήγησαν στο εξωτερικό. Τέλος, ένας από τους πιο σημαντικούς λόγους ήταν το γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία συνέχιζε να διαβαίνει έναν κατήφορο κοινωνικό και πολιτισμικό. Δυστυχώς, συνειδητοποίησα ότι αυτό το τοξικό περιβάλλον ευνοεί ακόμη περισσότερο τις διακρίσεις απέναντι σε πολίτες με ξένη καταγωγή, όπως ήμουν εγώ.
Η επαγγελματική και προσωπική μου ζωή έχει εξελιχτεί ίσως καλύτερα απ’ ό,τι ανέμενα. Τα εφόδια που απέκτησα από το ΠΔΜ με κατέστησαν σαφώς ανταγωνιστικό στο εργασιακό περιβάλλον. Ωσαύτως, το γεγονός ότι το ΗΒ έχει εργασιακή κουλτούρα στην οποία κατά βάση κυριαρχούν η αξιοκρατία, ο σεβασμός, η σταθερότητα και η κατανόηση κάνει όλους εμάς που μεταναστεύσαμε να αισθανόμαστε ασφάλεια και αποδοχή.
Στην Ελλάδα θα ήθελα να επιστρέψω όχι όταν όλα γίνουν ιδανικά, αλλά όταν αισθανθώ ότι η Ελλάδα θέλει να αλλάξει.
Οι συνθήκες για την επιστροφή μόνο γόνιμες δεν θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν. Δυστυχώς, η παρούσα κυβέρνηση έχει δείξει ολοφάνερα σημάδια οπισθοδρόμησης. Ψηφίστηκε ένα εργασιακό νομοσχέδιο το οποίο είναι κατάφωρα εναντίον των ανθρώπων του μεροκάματου και του μόχθου, χρηματοδότησε τα ΜΜΕ με απίστευτο ποσά δημόσιου χρήματος χωρίς κριτήρια και λογοδοσία, έχει στήσει ένα απίστευτο δίκτυο προπαγάνδας και δολοφονίας χαρακτήρων, έχει ακροδεξιά στελέχη για υπουργούς, έχει μια απίστευτα σκληρή στάση απέναντι στους αιτούντες άσυλο και τους μετανάστες (επαναπροωθήσεις κ.λπ.) κ.ά. Τα άνωθεν σε συνδυασμό με την εργασιακή ανασφάλεια και τους χαμηλούς μισθούς δεν δημιουργούν γόνιμες συνθήκες για την επιστροφή μου.
Ο Ρίντβαλντ Δήμο είναι μηχανολόγος μηχανικός
Σωτήρης Λούστας: «Χωρίς ορατό ενδεχόμενο επιστροφής η μεγάλη πλειονότητα των νέων Ελλήνων»
Πριν από οκτώ χρόνια ακολούθησα κι εγώ τον δρόμο εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων, τη μετανάστευση, ως μοναδική διέξοδο από την τραγική κατάσταση που διένυε η χώρα μας. Βρέθηκα στη Σουηδία, όπου έκανα το μεταπτυχιακό μου στα χρηματοοικονομικά μαθηματικά, ενώ παράλληλα εργαζόμουν για να καλύψω το κόστος σπουδών. Την περίοδο εκείνη σε όποιο πανεπιστήμιο κι αν πήγαινες άκουγες ελληνικά. Υπήρχαν τμήματα στα οποία οι Ελληνες ήταν η μεγαλύτερη ομάδα εισακτέων. Οι ημιθανείς ελληνικές κοινότητες ζωντάνεψαν λόγω των χιλιάδων νέων μεταναστών που έψαχναν πληροφορίες για δουλειά και διαμονή.
Όμως όσο περνούν τα χρόνια η κατάσταση αλλάζει. Το ρεύμα μετανάστευσης έχει συρρικνωθεί, κυρίως λόγω της αποκλιμάκωσης της ανεργίας από σχεδόν 30% το 2014 σε επίπεδα γύρω στο 15%.
Το brain drain μπορεί μεν να μειώθηκε, αλλά το brain gain, δηλαδή ο επαναπατρισμός όσων έφυγαν, είναι κυρίως κυβερνητική προπαγάνδα παρά πραγματικότητα. Η μεγάλη πλειονότητα των νέων Ελλήνων παραμένει στο εξωτερικό χωρίς ορατό ενδεχόμενο επιστροφής.
Ο επαναπατρισμός δεν είναι απόφαση της στιγμής, ειδικά για νέα ζευγάρια με παιδιά. Είναι εξαιρετικά δύσκολο να βρουν και οι δύο σταθερή εργασία με ικανοποιητικό εισόδημα, ενώ οι γενικότερες συνθήκες εργασίας και η γραφειοκρατία αποτελούν επιπλέον αποτρεπτικό παράγοντα. Τα κυβερνητικά μέτρα, όπως η μείωση φόρων για όσους επιστρέφουν, είναι μεν θετικά, αλλά αποτελούν ασπιρίνες μπροστά στη συνολική παραγωγική και θεσμική καθυστέρηση της χώρας.
Χωρίς ρεαλιστικό σχέδιο ουσιαστικών μεταρρυθμίσεων, ενίσχυσης/εκσυγχρονισμού του κοινωνικού κράτους, αύξησης μισθών και μείωσης της γραφειοκρατίας, ο επαναπατρισμός θα παραμείνει όνειρο των αποδήμων επί του οποίου θα στήνεται ένα θέατρο πολιτικής κερδοσκοπίας. Δυστυχώς, το διαχρονικό αίτημα για σύγκλιση της Ελλάδας με τις αναπτυγμένες χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά έχει αντικατασταθεί από το νεοφιλελεύθερο δόγμα της «βαλκανοποίησης». Η Ελλάδα υποβαθμίζεται και μετατρέπεται σε βαλκανική μπανανία με ανύπαρκτο κοινωνικό κράτος, χαμηλή φορολογία στους ολιγάρχες και πενιχρά εισοδήματα στη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία. Η δε οικονομία της είναι μονοδιάστατα προσανατολισμένη στον τουρισμό. Σε αυτό το πλαίσιο, ως «γκαρσόνια» των Ευρωπαίων σε μια χώρα-failed state, οι έμπειροι και επιστημονικά καταρτισμένοι απόδημοι της γενιάς του brain drain δεν έχουν καμία θέση.
Ο Σωτήρης Λούστας είναι senior quantitative risk analyst στη Στοκχόλμη, Σουηδία
Αντώνης Μπασούκος: «Ευκαιρίες στις ανθρωπιστικές επιστήμες δεν υπάρχουν τώρα στην Ελλάδα»
Αφησα την Ελλάδα για τη Βρετανία τον Σεπτέμβριο του 2009. Ο σκοπός μου ήταν οι μεταπτυχιακές σπουδές και η απόκτηση εμπειρίας από τη ζωή σε διαφορετικές κοινωνίες. Ζω στον νότο της Βρετανίας από τότε.
Οσο παράδοξο κι αν φαίνεται, βρίσκω ότι σε πολλά θέματα οι Βρετανοί έχουν παρόμοια ιδιοσυγκρασία με τους Ελληνες. Νιώθω άνετα στη χώρα αυτή – και όχι, στα νοτιοδυτικά της Βρετανίας δεν βρέχει απαραίτητα πάρα πολύ. Επαγγελματικά, το εργασιακό περιβάλλον είναι πραγματικά κοσμοπολίτικο. Αυτό είναι πολύ σημαντικό, καθώς πολλοί, τόσο από τους συναδέλφους όσο και από τους φοιτητές, είμαστε άνθρωποι που δεν έχουν γεννηθεί στη χώρα και έχουμε κοινές έγνοιες και προσδοκίες. Με δυο λόγια, καταλαβαινόμαστε.
Η μητέρα μου ζει στην Ελλάδα, οπότε επισκέπτομαι τη χώρα περίπου δύο φορές τον χρόνο. Η απάντηση στην ερώτηση είναι ότι δεν μου κάνει ούτε κρύο ούτε ζέστη η προοπτική της επιστροφής στην Ελλάδα κάποια στιγμή. Προς το παρόν όμως θα πω όχι, δεν έχω ούτε σκοπό ούτε επιθυμία να επιστρέψω.
Οι συνθήκες στην Ελλάδα χάλασαν πάνω που πήγαιναν να παγιωθούν βελτιώσεις πριν από την πανδημία, ήδη από το τέλος του 2019. Η απορρόφηση ανθρώπων με διδακτορικό στη διδασκαλία και την έρευνα στη χώρα μας φαίνεται να έχει επιστρέψει στα επίπεδα του 2012-14, με χειρότερες προοπτικές για το σύντομο ως μεσοπρόθεσμο μέλλον. Ευκαιρίες στις ανθρωπιστικές επιστήμες δεν υπάρχουν σε αυτήν τη χρονική φάση στην Ελλάδα, πράγμα το οποίο θα χαρακτήριζα τουλάχιστον ειρωνικό αν λάβουμε υπόψη ότι οι περίφημες σπουδές του νυν πρωθυπουργού στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ είναι στην επιστήμη της κοινωνιολογίας.
Επίσης, οφείλω να τονίσω ότι είμαι βαθιά προβληματισμένος σχετικά με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα που επικρατεί ευρύτερα στη δημόσια ζωή της Ελλάδας την παρούσα στιγμή για το τι συνιστά ένα καλό θέμα για έρευνα στα πεδία των ανθρωπιστικών επιστημών.
Ο Αντώνης Μπασούκος είναι λέκτορας Φιλοσοφίας και λέκτορας Διεθνών Σχέσεων στο τμήμα Κοινωνιολογίας, Φιλοσοφίας και Ανθρωπολογίας και τμήμα Πολιτικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο Εξετερ, Ηνωμένο Βασίλειο
Αλεξία Καπλανίδου: «Η ελληνική κοινωνία είναι βυθισμένη στην αναξιοκρατία και στα ρουσφέτια»
Πρώτη φορά έφυγα στο εξωτερικό το 2012. Είχα τελειώσει το προπτυχιακό μου και τότε δούλευα σε μια εταιρεία ως πωλήτρια μέχρι να δω τι θα κάνω με την επαγγελματική μου πορεία. Στον τομέα μου (οικονομικά με κατεύθυνση στο αθλητικό μάνατζμεντ) δεν έβρισκα δουλειά, δεν είχα διασυνδέσεις για να προχωρήσω και να δουλέψω ως πτυχιούχος σε κάποια εταιρεία. Επίσης η ανεργία κάλπαζε τότε στις ηλικίες 18-25 χρόνων. Οπότε η μόνη μου διέξοδος για να προχωρήσω επαγγελματικά ήταν να φύγω στο εξωτερικό. Ετσι έψαχνα δουλειά στο εξωτερικό και με τη σκέψη να κάνω μεταπτυχιακό στην Αγγλία. Τελειώνοντας το μεταπτυχιακό μου αμέσως με προσέλαβε μια αγγλική τράπεζα. Προσωπικά πέρα από το γεγονός της κρίσης που ώθησε εμένα και πολλούς άλλους νέους στην ηλικία μου να φύγουν από τη χώρα, από μικρή είχα τη σκέψη να σπουδάσω και να εργαστώ στο εξωτερικό ώστε να ανοίξουν οι ορίζοντές μου και να αποκτήσω νέες εμπειρίες.
Σε γενικά πλαίσια είμαι αρκετά ευχαριστημένη. Υπάρχουν ισότητα, ευκαιρίες για όλους, προοπτικές εξέλιξης, καλές χρηματικές απολαβές, αξιοκρατία και διαφάνεια. Παρ’ όλα αυτά και εδώ υπάρχουν δυσκολίες. Τα ενοίκια είναι υψηλά και ένας ικανοποιητικός τρόπος ζωής μπορεί να γίνει ιδιαίτερα ακριβός και δύσκολος. Ομως σε γενικές γραμμές παρουσιάζονται ευκαιρίες εξέλιξης στον τομέα μου.
Θα ήθελα να γυρίσω στην Ελλάδα, αλλά προς το παρόν δεν είναι γόνιμο το έδαφος. Η ελληνική κοινωνία είναι βυθισμένη στις πελατειακές σχέσεις, στην αναξιοκρατία, στα ρουσφέτια, στις κοινωνικές ανισότητες και δυστυχώς αυτά που συμβαίνουν στη χώρα δεν εξαλείφουν αυτά τα φαινόμενα αλλά τα ενθαρρύνουν. Δεν υπάρχουν προοπτικές εξέλιξης. Θεωρώ πως όσες ευκαιρίες κι αν προκύψουν, όσα οικονομικά κίνητρα κι αν δοθούν, αν δεν αλλάξει η ελληνική νοοτροπία, αν δεν καταπολεμηθεί η διαφθορά, αν δεν δημιουργηθεί ένα κράτος διαφάνειας και κοινωνικών ισοτήτων με ευκαιρίες και προοπτικές εξέλιξης, η Ελλάδα θα παραμείνει ανατολικό/ βαλκανικό κράτος και όχι σύγχρονο ευρωπαϊκό. Προσωπικά πολλές φορές αισθάνομαι θλίψη για πολλούς εργαζόμενους που αναγκάζονται να δουλέψουν για 550 ευρώ, με εργασιακή ανασφάλεια, απειλές και ένα κράτος που δεν ενδιαφέρεται να τους προστατέψει.
Η Αλεξία Καπλανίδου είναι αναλύτρια στον τραπεζικό τομέα
Ευάγγελος Χατζόγλου: «Οι συνθήκες δεν έχουν βελτιωθεί τόσο ώστε να σκεφτώ ότι αξίζει να επιστρέψω άμεσα»
Εφυγα από την Ελλάδα το 2013, λίγο μετά την αποφοίτησή μου από την Ιατρική Αθηνών, εν μέσω κρίσης και μνημονίων, με τις προβλέψεις για το μέλλον να είναι δυσοίωνες και λόγω και της μεγάλης αναμονής για την έναρξη ειδικότητας, με την ελπίδα να συναντήσω καλύτερες συνθήκες και εργασιακές προοπτικές.
Σε γενικές γραμμές οι εργασιακές συνθήκες είναι αρκετά καλές, με καλά ρυθμισμένα και προστατευόμενα δικαιώματα, κυρίως σε ό,τι αφορά τις ώρες εργασίας, τα ρεπό και τις οικονομικές απολαβές. Σίγουρα δεν ζούμε στον παράδεισο, υπάρχουν κι εδώ προβλήματα, όπως π.χ. υποστελέχωσης, αλλά γίνονται προσπάθειες και τις περισσότερες φορές βρίσκονται λύσεις.
Σίγουρα όταν έχεις ζήσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής σου σε μια χώρα όπου είναι και η οικογένειά σου και οι περισσότεροι φίλοι σου δεν μπορείς να ξεγράψεις από το μυαλό σου την πιθανότητα επιστροφής, αλλά έχοντας κάνει τόσα χρόνια μεγάλη προσπάθεια να ενσωματωθώ σε μια νέα χώρα και φτάνοντας στο σημείο να έχω μια καλή και σίγουρη επαγγελματική αποκατάσταση και περαιτέρω προοπτικές είτε εργασιακές είτε μετεκπαίδευσης, σίγουρα δεν είναι κυρίαρχο στο μυαλό μου να τα παρατήσω όλα για να επιστρέψω.
Προσωπικά από αυτά που ακούω και διαβάζω οι συνθήκες δεν έχουν βελτιωθεί τόσο ώστε να σκεφτώ ότι αξίζει να επιστρέψω άμεσα ούτε βλέπω να υπάρχουν κάποια επιπλέον κίνητρα για επαναπατρισμό. Μια απόφαση επιστροφής θα ήταν καθαρά συναισθηματική, αλλά ευτυχώς ή δυστυχώς υπάρχουν κι άλλα πράγματα που παίζουν ρόλο!
Σίγουρα δεν ζούμε στον παράδεισο, υπάρχουν κι εδώ προβλήματα, όπως π.χ. υποστελέχωσης, αλλά τις περισσότερες φορές βρίσκονται λύσεις
O Ευάγγελος Χατζόγλου είναι επιμελητής στην κλινική ορθοπεδικής και τραυματολογίας σε νοσοκομείο της Βρέμης (Klinikum Bremen – Nord)
Λίνα Πάζου: «Δεν βλέπω μέλλον στην Ελλάδα στα εργασιακά και ειδικά για κατόχους πτυχίου και μεταπτυχιακού»
Εφυγα το 2015 ως οικονομική μετανάστρια αφού αναγκάστηκα να πουλήσω τις τρεις επιχειρήσεις μου από το διάστημα 2009-12· δεν υπήρχε πλέον μέλλον εκεί. Εδώ τα πράγματα είναι καλύτερα απ’ ό,τι περίμενα και μου αρέσει ότι μπορείς να προσληφθείς σε κάποια δουλειά αξιοκρατικά και επίσης να κάνεις καριέρα ανάλογα με τα προσόντα σου χωρίς να κρίνονται το φύλο, το χρώμα, η ηλικία σου. Εδώ αισθάνομαι αισιοδοξία για το μέλλον και ασφάλεια.
Ετσι όπως είναι η κατάσταση στην Ελλάδα αυτήν τη στιγμή δεν θα επέστρεφα με τίποτε. Αυτό που επικρατεί στο εργασιακό περιβάλλον θυμίζει λίγο Μεσαίωνα. Ακουγα όλα αυτά που ανακοινώνει ο πρωθυπουργός για το brain gain και μου φάνηκαν τόσο αστεία. Γιατί την ίδια μέρα δύο φίλες μου με πτυχίο και μεταπτυχιακό στην Ελλάδα με ρωτούσαν πώς μπορούν να έρθουν για δουλειά στην Αγγλία. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούν να απασχολήσουν
ούτε καν τους ανθρώπους που έχουν εκεί ήδη, οι οποίοι είναι πολύ αξιόλογοι. Πώς θα απασχολήσουν εμάς;
Δεν βλέπω μέλλον στην Ελλάδα στα εργασιακά. Και ειδικά για ανθρώπους όπως εγώ με πτυχίο και μεταπτυχιακό οι μισθοί είναι τραγικοί, προοπτικές δεν υπάρχουν και οι συνθήκες εργασίας συνήθως είναι άθλιες. Εχει επιτραπεί στους εργοδότες να κάνουν ό,τι θέλουν και ο εργαζόμενος αισθάνεται καθημερινά μεγάλη καταπίεση.
Ελπίδα; Ποια ελπίδα; Ο κόσμος ζει στα όρια της κατάθλιψης. Γιατί δεν βλέπει φως πουθενά. Ευκαιρίες υπάρχουν μόνο αν είσαι γιος εργοστασιάρχη και επιστρέψεις για να αναλάβεις το εργοστάσιο του πατέρα σου, όπως έκανε ο γιος του γνωστού εργοστασιάρχη πρόσφατα και τον παρουσίασε ο πρωθυπουργός σαν παράδειγμα brain gain. Ετσι ξέρω κι εγώ να επιστρέφω. Ηταν πολύ αστείο γενικά και επίσης δείχνει ότι προσπαθούν να παρουσιάσουν μια ψεύτικη εικόνα της πραγματικότητας.
Η Λίνα Πάζου είναι care manager στο The Good Care Group Ltd London
Γιάννης Χαραλαμπόπουλος: «Οι θέσεις που ανοίγουν είναι ελάχιστες και οι επαγγελματικές προοπτικές τους πολύ περιορισμένες»
Εφυγα το 2016, μόλις ολοκλήρωσα το διδακτορικό μου. Ο λόγος ήταν η εύρεση εργασίας με ικανοποιητική αμοιβή και προοπτικές. Μπορεί να ακούγεται κάπως ρηχό ή υποκειμενικό, αλλά δύο προσφορές που είχα στην Ελλάδα ήταν απογοητευτικές. Μου πρόσφεραν 800-900 ευρώ ως πρώτο μισθό, με μηδενικές προοπτικές πέραν της εμπειρίας. Ο πρώτος μισθός που μου πρόσφεραν στη Σκωτία ήταν τριπλάσιος με την τότε ισοτιμία και περιλάμβανε πλειάδα παροχών με στόχο τη συνεχή επαγγελματική μου βελτίωση.
Από πλευράς επαγγελματικών προοπτικών, ύστερα από πέντε χρόνια ενεργούς έρευνας είχα ευκαιρίες εργασίας ακόμη και στα καλύτερα πανεπιστήμια του Ηνωμένου Βασιλείου. Από την άλλη, οι απολαβές μου έχουν αυξηθεί κατά 36% από την πρώτη μέρα που εργάστηκα εδώ. Μια επαγγελματική πρόοδος που βελτίωσε άμεσα το βιοτικό μου επίπεδο, καθώς μου έδωσε τη δυνατότητα να έχω δικό μου σπίτι. Να σημειώσω ότι για πρώτη κατοικία στο ΗΒ αρκεί ένα 5% προκαταβολή για στεγαστικό. Ενα στεγαστικό που η μηνιαία δόση του αντιστοιχεί περίπου στο 19% των καθαρών απολαβών μου.
Δεν θεωρώ πως οι συνθήκες θα είναι ποτέ γόνιμες για να επιστρέψω, τουλάχιστον όχι στον ακαδημαϊκό κλάδο. Οι θέσεις που ανοίγουν είναι ελάχιστες και οι επαγγελματικές προοπτικές τους πολύ περιορισμένες. Αν μου επιτρέπεται να κάνω και μια νύξη για τον μισθό, ως λέκτορας στην Ελλάδα οι καθαρές απολαβές είναι ίδιες με ενός δημοτικού υπαλλήλου με κάποια χρόνια προϋπηρεσίας ή ενός υπαλλήλου ΔΕΚΟ με ακόμη λιγότερα χρόνια προϋπηρεσίας. Πέραν των χαμηλών μισθών λοιπόν, οι συντελεστές (αν υπάρχουν) υπολογισμού αυτών είναι στρεβλοί. Οι ετήσιες ωριμάσεις είναι ανύπαρκτες ή παγωμένες και η πρόσβαση σε εγχώρια ερευνητικά κονδύλια εξαιρετικά περιορισμένη.
Ο Γιάννης Χαραλαμπόπουλος είναι λέκτορας Πληροφορικής σε δημόσιο πανεπιστήμιο της Βρετανίας