Βουλγαρία: Από τους ακροδεξιούς γαντζώθηκε ο Μπορίσοφ

Αγνοεί τη λαϊκή οργή εναντίον του και ολοκληρώνει όπως όπως τη θητεία του, στηριζόμενος ξανά στα τρία εθνικιστικά κόμματα

Αν ο συντηρητικός Μπόικο Μπορίσοφ ξέρει να κάνει κάτι καλά, αυτό είναι να επιβιώνει, μόνο που τώρα η επιβίωσή του φαίνεται περισσότερο από κάθε άλλη φορά να εξαρτάται από τους ακραίους εθνικιστές της χώρας του με τους οποίους συγκυβερνά από το 2017.

Η συντηρητική εθνικιστική κυβέρνηση της Βουλγαρίας κατάφερε με νύχια και με δόντια να ολοκληρώσει την τετραετία παρά τους κλυδωνισμούς που υφίσταται επί μήνες εξαιτίας της δυσαρέσκειας χιλιάδων πολιτών.

Με μια βιαστική απόφαση και με την αιτιολογία ότι πρέπει να διασφαλιστεί η υγεία και το δικαίωμα ψήφου κάθε Βούλγαρου πολίτη, ο πρόεδρος της χώρας Ρούμεν Ράντεφ ανακοίνωσε πως οι κάλπες θα ανοίξουν στις 4 Απριλίου, μία εβδομάδα αργότερα από την προγραμματισμένη ημερομηνία. Οι εκλογές θα διεξαχθούν έπειτα από μήνες διαδηλώσεων χιλιάδων αγανακτισμένων πολιτών που ζητούν επίμονα την παραίτηση του Βούλγαρου πρωθυπουργού για την εμπλοκή του σε υποθέσεις διαφθοράς και τις αδιαφανείς σχέσεις μεταξύ της κυβέρνησής του, ολιγαρχών, δικαστικού σώματος και υπηρεσιών ασφαλείας.

Έδαφος στην ακροδεξιά

Ο Μπορίσοφ βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα εδώ και πολύ καιρό. Σε άλλη περίπτωση πιθανότατα να είχε παραιτηθεί ήδη, όπως είχε συμβεί στις δύο προηγούμενες θητείες του, αυτήν τη φορά όμως αρνήθηκε να κάνει τη χάρη στους οργισμένους πολίτες. Για να διατηρήσει τον πολιτικό του «γάμο» με τους Ενωμένους Πατριώτες αλλά και να αποπροσανατολίσει τον λαό από τα ουσιαστικά προβλήματα της χώρας άλλαξε εντελώς στρατηγική. Αρκέστηκε σε έναν μίνι ανασχηματισμό τον περασμένο Ιούλιο, που μπορεί να τον κράτησε στην εξουσία μέχρι τη λήξη της θητείας του, έδωσε όμως παράλληλα ώθηση στον ακροδεξιό εθνικισμό και τον λαϊκισμό ώστε να αποκτήσουν σταθερό έδαφος στη χώρα. Οι διαμαρτυρίες που είχαν στόχο κυρίως τον ίδιο τον κεντροδεξιό πρωθυπουργό, το κόμμα του και τον γενικό εισαγγελέα της χώρας Ιβάν Γκέσεφ στάθηκαν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για τα τρία εθνικιστικά κόμματα να αποκτήσουν περισσότερη εξουσία εντός του κυβερνητικού συνασπισμού, στηρίζοντας παράλληλα τον προεκλογικό τους αγώνα και τις προσωπικές τους στρατηγικές.

Τα εμπόδια που έθεσε η βουλγαρική κυβέρνηση στην ενταξιακή πορεία της Βόρειας Μακεδονίας, πιέζοντάς την να αποδεχτεί ότι η γλώσσα της είναι περιφερειακή διάλεκτος της Βουλγαρίας, αποτελούν απόδειξη της δύναμης που έχουν αποκτήσει οι ακραίοι εθνικιστές της Βουλγαρίας. «Η ξαφνική αλλαγή όσον αφορά τη βουλγαρική υποστήριξη προς τη Βόρεια Μακεδονία στη διαδικασία διαπραγμάτευσης για ένταξη στην ΕΕ αποτελεί απόδειξη της επίδρασης των εθνικιστικών κομμάτων. Η ακροδεξιά έχει χάσει την υποστήριξη λόγω της συμμετοχής της σε αυτή την κυβέρνηση, αυτή η απόφαση όμως αύξησε τις πιθανότητες να ξαναβρεθεί στο επόμενο κοινοβούλιο» επισημαίνει στο Documento o Χρίστο Παντσούγκοφ, επίκουρος καθηγητής στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Νέου Βουλγαρικού Πανεπιστημίου. 

Δέσμιος των επιλογών του

Αυτή όμως δεν είναι η πρώτη φορά που ο Μπορίσοφ γίνεται έρμαιο των πολιτικών του επιλογών ως αποτέλεσμα της συνεργασίας του με την ακροδεξιά. «Μπορούμε να αναγνωρίσουμε μια επίδραση των εθνικιστικών κομμάτων σε πολλές περιπτώσεις, όπως η εναντίωση στη σύμβαση της Κωνσταντινούπολης – ενώ προηγουμένως είχε υπογραφεί από τον Βούλγαρο υπουργό Εξωτερικών και η ξεπερασμένη και λανθασμένη ιδέα για την επανεισαγωγή της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας. Το πιο σημαντικό, ωστόσο, ήταν η παράλογη πρόταση για αλλαγή του βουλγαρικού συντάγματος και η εισαγωγή της εκπαίδευσης των ψηφοφόρων ως απαραίτητης προϋπόθεσης» αναφέρει ο Παντσούγκοφ.

Ο φιλοευρωπαίος Μπορίσοφ και το κόμμα του, το GERB (Πολίτες για την Ευρωπαϊκή Ανάπτυξη της Βουλγαρίας), έχουν αναγκαστεί μέσα στην τετραετία να κάνουν αρκετές παραχωρήσεις όσον αφορά τις ευρωπαϊκές αξίες, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, κλείνοντας τα μάτια σε κατάφωρες καταχρήσεις πολιτικών προνομίων. Η Βουλγαρία έχει βρεθεί αρκετές φορές ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και έχει καταδικαστεί για την καταπάτηση ενός από τα θεμελιώδη δικαιώματα, του δικαιώματος στη ζωή. Η καθιέρωση της ξενοφοβίας ως κυβερνητικής πολιτικής είναι κάτι που έχει καθιερωθεί από τον ηγέτη του εθνικιστικού κόμματος VMRO (Bουλγαρικό Εθνικιστικό Κόμμα) Κράσιμιρ Καρακατσάνοφ, αντιπρόεδρο της κυβέρνησης και υπουργό Αμυνας. Ο στιγματισμός μιας ευάλωτης μειονότητας που αποτελεί σχεδόν το 10% του πληθυσμού της χώρας, των Ρομά, αποτελεί ένα από τα ουσιαστικότερα προβλήματα, το οποίο έχει διογκωθεί τα τελευταία χρόνια, με τον Καρακατσάνοφ να φτάνει στο σημείο το 2019 να προβαίνει σε ναζιστική ρητορική εναντίον τους. Σε παρόμοιες ρατσιστικές δηλώσεις έχει προχωρήσει κατά καιρούς και ο αρχηγός του NFSB (Εθνικιστικό Μέτωπο για τη Σωτηρία της Βουλγαρίας) Βαλερί Σιμεόνοφ, ο οποίος σε ομιλίες του στο κοινοβούλιο το 2014 και το 2015 αποκάλεσε τους Ρομά «άγρια ανθρωποειδή».

Μπροστά στα γκάλοπ

Ο εφτάψυχος Μπορίσοφ είναι και πάλι όμως μπροστά στις δημοσκοπήσεις. Παρά τις διαμαρτυρίες και την οργή προς το πρόσωπό του και το κόμμα του, οι διαδηλωτές φαίνεται πως δεν έχουν ενοποιημένη εκλογική στρατηγική, ενώ η εμπιστοσύνη των πολιτών στα πολιτικά κόμματα και στο κοινοβούλιο παραμένει ιδιαίτερα χαμηλή.

Σύμφωνα με δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Νοέμβριο, το GERB προηγούνταν με 15,9% των ψήφων έναντι του Βουλγαρικού Σοσιαλιστικού Κόμματος που ακολουθεί με 15%. Τώρα οι διαδηλωτές έχουν λιγότερο από τρεις μήνες για να αναπτύξουν συνεκτική εκλογική στρατηγική εάν επιθυμούν μια βιώσιμη εναλλακτική λύση έναντι του Μπορίσοφ και των συμμάχων του.