Βολιβία: Επαναστατικό προσκύνημα στο χωριό όπου εκτελέστηκε ο Τσε

Το απομονωμένο χωριό όπου εκτελέστηκε ο Αργεντίνος επαναστάτης Ερνέστο Τσε Γκεβάρα (1928 – 1967) προσελκύει σήμερα χιλιάδες τουρίστες, παρότι η πολιτική του κληρονομιά στις χώρες της Λατινικής Αμερικής βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε παρακμή.

Η Δευτέρα 9 Οκτωβρίου σηματοδοτεί 50 χρόνια από τον θάνατο του Τσε και η κυβέρνηση του αριστερού προέδρου Έβο Μοράλες στη Βολιβία, όπου ο κομμουνιστής αρχηγός των ανταρτών πέρασε τις τελευταίες ημέρες της ζωής του, οργανώνει εκδηλώσεις στη μνήμη του, μεταξύ των οποίων και τη λεγόμενη «Επανέναρξη του Αντιιμπεριαλιστικού Αγώνα».

«Η συγκεκριμένη ημερομηνία, ωστόσο, φέρνει στο νου και ορισμένους λιγότερο θριαμβευτικούς στοχασμούς για την κληρονομιά του Γκεβάρα σε μια περίοδο που η αριστερά στη Λατινική Αμερική βρίσκεται σε υποχώρηση», σημειώνουν ο Λόρενς Μπλερ και ο Νταν Κόλινς στη βρετανική εφημερίδα «The Guardian».

Ο Τσε έφτασε στη Βολιβία μετά από μια αποτυχημένη εκστρατεία στο Κονγκό το 1965, επιδιώκοντας κάτι εξαιρετικά φιλόδοξο και ιστορικά πρωτοφανές : να ξεκινήσει από εκεί μια επανάσταση που θα εξαπλωνόταν σταδιακά σε όλον τον κόσμο.

Παρότι «εκ των υστέρων μπορεί κανείς να αντιληφθεί μια κάποια αφέλεια, έναν υπερβολικό ιδεαλισμό, εάν υπήρχε ποτέ κατάλληλη περίοδος στη σύγχρονη εποχή για να συμβεί κάτι τέτοιο, ήταν σίγουρα τότε», λέει Τζον Λι Άντερσον, βιογράφος του Γκεβάρα.

Ωστόσο, γρήγορα τα πράγματα πήγαν πολύ άσχημα για τον μαρξιστή επαναστάτη, του οποίου στόχος ήταν να εξάγει παγκοσμίως τον πολιτικό σοσιαλισμό. Μαζί με τους 47 άντρες του έφτασε στην άγονη περιοχή Νιανκαχουαζού, όπου σύντομα έχασαν τη ραδιοεπικοινωνία με την Κούβα και υπέφεραν από ασθένειες και τα έντονα τσιμπήματα των εντόμων.

Παράλληλα, οι Βολιβιανοί μαχητές δεν χαίρονταν ιδιαίτερα με το γεγονός ότι δέχονταν εντολές από τους σκληραγωγημένους Κουβανούς, ενώ η κυβερνητική προπαγάνδα εναντίον των ξένων ανταρτών διευκόλυνε το έργο των Αμερικανών, οι οποίοι σύντομα πληροφορήθηκαν το κρησφύγετο του Τσε και έστειλαν πράκτορες της CIA για να βοηθήσουν το καθεστώς του στρατηγού προέδρου Ρενέ Μπαριέντος να τους πιάσει.

Στις 31 Αυγούστου 1967, με στρατιωτική ενέδρα, εξολοθρεύτηκαν οι περισσότερες δυνάμεις του Τσε, ο οποίος με όσους επέζησαν, κατευθύνθηκε προς τα βουνά σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να ξεφύγει. Έφτασαν στο απομονωμένο χωριό Λα Ιγκέρα, όπου και τελικά παραδόθηκαν σε ένα τάγμα καταδρομέων εκπαιδευμένο από τις ειδικές δυνάμεις των αμερικανικών «Πράσινων Μπερέδων», όταν ένας χωρικός πρόδωσε την ακριβή τους θέση.

Λίγο περισσότερο από έναν μήνα μετά, ο Τσε Γκεβάρα εκτελέστηκε και η σορός του μεταφέρθηκε με ελικόπτερο στην πόλη Βαγιεγκράντε όπου και εκτέθηκε για να ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο η είδηση του θανάτου του μαζί με τη φωτογραφία του άψυχου σώματός του. Τελικά θάφτηκε – εκτός από τα χέρια του, που τα έκοψαν και τα έστειλαν για ταυτοποίηση -, σε ανώνυμους τάφους, οι οποίοι έμειναν κρυφοί για 30 χρόνια.

Σήμερα μπορεί κανείς να δει τα σημάδια από τις σφαίρες στους βράχους όπου οι περισσότεροι σύντροφοι του Γκεβάρα έχασαν τη ζωή τους.

«Παρά την εχθρική υποδοχή που επεφύλαξαν τότε στον Τσε, η σύντομη παρουσία του εκεί, 50 χρόνια πριν, έδωσε νέα πνοή στην περιοχή. Εξι μικρά ξενοδοχεία έχουν ξεφυτρώσει στο χωριό», εξηγούν οι Μπλερ και Κόλινς. «Αν ο Τσε δεν είχε έρθει εδώ, κανείς από μας δεν θα είχε δουλειά», εξηγεί ένας επιστάτης του ανακαινισμένου σχολικού κτιρίου όπου ο Τσε εκτελέστηκε. Μέσα, όλες οι επιφάνειες είναι καλυμμένες από ενθύμια που αφήνουν προσκυνητές από όλο τον κόσμο.

Η βιομηχανία που στήθηκε γύρω από το όνομα του Αργεντίνου επαναστάτη εξαπλώθηκε και στο Βαλεγκράντε, όπου ξεναγοί οδηγούν τους τουρίστες στο νοσοκομείο όπου εκτέθηκε το άψυχο σώμα του και τους ανώνυμους τάφους όπου θάφτηκε με τους άντρες του.

Ο τουρισμός κορυφώνεται όσο πλησιάζει η 9η Οκτωβρίου. 10.000 άτομα αναμένεται να καταφτάσουν στο χωριό Λα Ιγκέρα και στο Βαλεγκράντες, μεταξύ των οποίων ακτιβιστές, πολιτικοί αρχηγοί, Κουβανοί αξιωματούχοι και τα παιδιά του Τσε.

«Η επέτειος γίνεται σε μια δύσκολη περίοδο για τους κληρονόμους του Γκεβάρα, μετά από πέντε χρόνια στη διάρκεια των οποίων προοδευτικές κυβερνήσεις έπεσαν στα χέρια δεξιών ή και ακροδεξιών κυβερνήσεων, όπως η γειτονική Αργεντινή, η Βραζιλία, το Περού και η Παραγουάη», καταλήγουν οι Μπλερ και Κόλινς.