Το εξοργιστικό και αντιεπιστημονικό επιχείρημα των «σοφών» κάνει λόγο για αύξηση της απασχόλησης των γυναικών μέσα από την κατάργηση των αδειών μητρότητας.
Το 70% του σχεδίου Πισσαρίδη έχει ενσωματωθεί, σύμφωνα με τις κυβερνητικές διαρροές, στο υπό κατάρτιση σχέδιο που θα υποβληθεί στο Ταμείο Ανάκαμψης. Ωστόσο μένει ένα 30% των προτάσεων που είναι ακόμη στην… αναμονή. Αυτό που απομένει αφορά το κοινωνικό κράτος ή για να ακριβολογούμε την κατάργησή του.
Ήδη τα επιδόματα ανεργίας στον ΟΑΕΔ βρίσκονται μεταξύ σφύρας και άκμονος, αφού η αφαίρεση των εργοδοτικών και εργατικών εισφορών που προσφάτως θεσμοθέτησε η κυβέρνηση έχουν φέρει μείωση κατά 800 εκατ. ευρώ τον χρόνο στον προϋπολογισμό του ΟΑΕΔ, χωρίς να έχει αποκατασταθεί μέχρι στιγμής αυτή η τεράστια διαρροή σε πόρους από άλλη πηγή χρηματοδότησης.
Μια άλλη, σκοτεινότερη εκδοχή της κατάργησης του κοινωνικού κράτους φέρει των κωδικό όνομα «άδειες μητρότητας» για τις εργαζόμενες μητέρες, που βρίσκονται αυτήν τη στιγμή στον αέρα!
Διαχρονική στρατηγική
Η κυβέρνηση δεν έχει ακόμη ξεδιπλώσει τις προθέσεις της σ’ αυτό το κρίσιμο πεδίο καθότι αποτελεί ζήτημα τεράστιου πολιτικού κόστους, αλλά οι εισηγήσεις της επιτροπής Πισσαρίδη, που αντιμετωπίζονται περίπου ως ευαγγέλιο, δεν αφήνουν αμφιβολίες για το τι μέλλει γενέσθαι στο σύστημα των αδειών μητρότητας.
Άλλωστε δεν χωρά αμφιβολία ότι αυτοί οι στρατευμένοι επιστήμονες, που κάθε φορά ονομάζονται «σοφοί», απλώς προσδίδουν δήθεν επιστημονικό κύρος σε προειλημμένες κυβερνητικές προθέσεις. Είναι δε, για να είμαστε αμερόληπτοι, διαχρονική στρατηγική που έχει υιοθετηθεί από όλες σχεδόν τις κυβερνήσεις, συμπεριλαμβανομένης και αυτής του ΣΥΡΙΖΑ.
Η εισήγηση λοιπόν της επιτροπής Πισσαρίδη (σελ. 151) στοχεύει στην πλήρη απαλλαγή των επιχειρήσεων από το μισθολογικό κόστος όλων των αδειών που σχετίζονται με τον τοκετό.
Η υποκρισία των «σοφών»
Είναι τέτοια η προσπάθεια να καταργήσουν έστω και τα ψήγματα του κοινωνικού κράτους που οι στρατευμένοι επιστήμονες κάνουν λόγο για αύξηση της απασχόλησης των γυναικών μέσα από την κατάργηση των αδειών μητρότητας! Για να φτάσουν στο πραγματικά εξοργιστικό (και εξόχως αντιεπιστημονικό) αυτό συμπέρασμα επικαλούνται υπαρκτά προβλήματα των γυναικών, όπως τα χαμηλά ποσοστά απασχόλησης, την ανισότητα ευκαιριών στην αγορά εργασίας, την υποεκπροσώπησή τους σε υψηλής ποιότητας θέσεις εργασίας… αλλά και το μισθολογικό χάσμα με τους άντρες! Βέβαια αυτά είναι υπαρκτά και δομικά στοιχεία της ελληνικής αγοράς εργασίας, αλλά πόρρω απέχουν από το να αποδοθούν μόνο στο ζήτημα των αδειών μητρότητας!
Είναι χαρακτηριστικό της προσπάθειας εξεύρεσης δικαιολογιών για τη φαιδρή αυτή πρόταση ότι προτείνουν να ενταχθεί η πρόσληψη γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικίας στην έννοια της… κοινωνικής ευθύνης των επιχειρήσεων.
Έτσι καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το ισχύον σύστημα ουσιαστικά τιμωρεί (επιβάλλει κόστος) τις επιχειρήσεις για την πρόσληψη γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία και προτείνουν την απομάκρυνση του αντικινήτρου αυτού, δηλαδή των αδειών μητρότητας.
Τι προβλέπει η νομοθεσία
Βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, για τις εργαζόμενες έγκυες μητέρας (ιδιωτικού τομέα) προβλέπονται τα εξής:
Άδεια τοκετού και λοχείας 4 μήνες:
Χορηγούνται 8 εβδομάδες πριν από τον τοκετό και 9 εβδομάδες μετά. Το 50% των αποδοχών καταβάλλεται από τον ΕΦΚΑ ενώ από το υπόλοιπο τα 3/4 από τον ΟΑΕΔ και το 1/4 από την επιχείρηση.
Άδεια θηλασμού 3,7 μήνες:
Χορηγείται σε ώρες (μειωμένα ωράρια εργασίας) ή σε άδεια, ενώ το κόστος βαραίνει την επιχείρηση.
Ειδική άδεια μητρότητας 6 μήνες:
Με μειωμένες αποδοχές (όσο ο κατώτατος μισθός της ΕΓΣΣΕ) που καταβάλλονται από τον ΟΑΕΔ.
Γονική άδεια ανατροφής 4 μήνες:
Άδεια άνευ αποδοχών.
Επίδομα τοκετού:
Όσο τα 30 ημερομίσθια ΕΓΣΣΕ για δαπάνες μαιευτηρίου ή νοσοκομείου και καταβάλλεται από τον ΕΦΚΑ. Αν αθροίσουμε όλα τα παραπάνω, τότε το κόστος ανέρχεται σε περίπου 1 δισ. ετησίως. Αναλυτικότερα, το κόστος των αδειών ανά άτομο (βάσει του μέσου μισθού) είναι 1.200X16,7%X24,81% =1.747, ανέρχεται δηλαδή στις 19.800 ευρώ ανά τοκετό.
Άρα το συνολικό ετήσιο κόστος (έστω 55.000 γεννήσεις) φτάνει περίπου στο 1 δισ. ευρώ ετησίως. Από το ποσό αυτό, το 40% βαραίνει τις επιχειρήσεις ενώ από το υπόλοιπο το 40% καταβάλλεται από τον ΟΑΕΔ και το 20% (ως επίδομα ασθένειας) από τον ΕΦΚΑ.