Βασίλης Τερλέγκας: «Κάθε άνθρωπος κρύβει έναν αλυσοδεμένο δαίμονα κι έναν αλυσοδεμένο άγγελο»

Βασίλης Τερλέγκας: «Κάθε άνθρωπος κρύβει έναν αλυσοδεμένο δαίμονα κι έναν αλυσοδεμένο άγγελο»

Μια χειμαρρώδης συζήτηση που πετούσε από το τραγούδι και την καψούρα στον Καζαντζίδη και τον Βελουχιώτη και από εκεί προσγειωνόταν στην πολιτική, στον χριστιανισμό και στην ομοφοβία 

Οµολογώ πως την ίδια περίοδο που οι συµµαθητές µου στο λύκειο άκουγαν τα τραγούδια του εγώ προτιµούσα τους Led Zeppelin και τους Doors. Τσακωνόµασταν µάλιστα για το αν θα καταλήγαµε ως παρέα σε ροκάδικο ή σε σκυλάδικο. Μέση λύση δεν υπήρχε, όπως γίνεται σήµερα, που τα στεγανά στη µουσική έχουν καταρριφθεί. Πολύ αργότερα συνειδητοποίησα πως το σκυλάδικο είναι µέρος µιας αδιαφιλονίκητης µαζικής λαϊκής έκφρασης. Την ήθελα µια συνέντευξη µε τον Βασίλη Τερλέγκα, τον τελευταίο της χρυσής εποχής του σκυλάδικου των 90s. Κι όταν τελικά συναντηθήκαµε από κοντά, στο στούντιό του στην Παιανία, είδα έναν άνθρωπο εξαιρετικά φοβισµένο µε τον κορονοϊό. Είχε λόγο βέβαια, που τον κατάλαβα σαν άνοιξε το πουκάµισό του και είδα την τοµή στο στήθος του: ένα χειρουργείο καρδιάς που τον εντάσσει στις ευπαθείς οµάδες για την πανδηµία. «Να γράψεις το όνοµα του γιατρού µου» µου ζήτησε και δεν θα µπορούσα να µην το κάνω, καθώς επρόκειτο για τον κορυφαίο καρδιοχειρουργό Ανδρέα Μπαϊρακτάρη, τον άνθρωπο που έχει παρατείνει τη ζωή και της ίδιας µου της µάνας.

Ποιοι σας βοήθησαν στην καριέρα σας, κύριε Τερλέγκα;

Καταρχάς το κερί της Παναγίας που έβαλα στην εκκλησία του χωριού µου απ’ όταν έφυγα, µικρό παιδί. Από κει και πέρα έδωσα τις µάχες µόνος µου. Με βοήθησαν πολύ οι πειρατικοί σταθµοί της εποχής, αφού µας κυνηγούσαν τότε κι εγώ δεν ήξερα απ’ αυτά τα πράγµατα. Ξέρετε, ο κάθε άνθρωπος κρύβει µέσα του έναν αλυσοδεµένο δαίµονα κι έναν αλυσοδεµένο άγγελο. Εγώ κατάφερα σ’ αυτό τον τοµέα να βγάλω τον άγγελό µου έξω και ευχαριστώ το σύµπαν ή τον θεό που κατάφερα να το κάνω.

Ο άγγελος δηλαδή σας πήγε στην επιτυχία;

Η επιτυχία είναι το τελευταίο πράγµα που µ’ ενδιαφέρει κάθε φορά που κάνω κάτι. ∆εν µ’ ενδιαφέρει αν αρέσει ή δεν αρέσει στον κόσµο που µια ζωή ήταν κατευθυνόµενος… Ας µην κρυβόµαστε πίσω απ’ το δάχτυλό µας. Η αλήθεια δεν κρύβεται.

Η αλήθεια, ας πούµε, που λέει ότι σας συµπαθούν όλοι στον χώρο σας.

Όχι, έχω πάρα πολλούς εχθρούς.

Μου έχουν πει πάντως ότι στα µαγαζιά όπου δουλεύατε φερόσασταν µε το «σεις» και µε το «σας» σε όλους.

Μου είναι αδιανόητος ο σνοµπισµός. Αν εξετάσουµε καλά το θέµα της ζωής, θα φτάσουµε σε ένα σηµείο ενδοσκόπησης. Πήρα προχτές τον γιο µου να τον πάω µια βόλτα και τράκαρα, το έκανα µπάχαλο το αυτοκίνητο. Θα µπορούσα κάλλιστα αυτήν τη στιγµή να µην ήµουν εδώ, άρα σήµερα είµαστε και αύριο δεν είµαστε. Μου λένε ότι έχω ωραία φωνή. OK, αν πάθω κάτι όµως, έναν κάλο στις φωνητικές χορδές, ποιος καλός τραγουδιστής;

Εκτιµάτε τη φτώχεια;

Μα είµαι φτωχός. Είµαι τόσο φτωχός όσο δεν µπορείς να φανταστείς, γιατί γεννήθηκα µες στη φτώχεια, αν και µεγάλωσα χωρίς να µου λείπει τίποτε αφού όλα στο χωριό τα φτιάχναµε εµείς κι ήταν δικά µας. Μόνο ο φτωχός άνθρωπος ξέρει τις αξίες της ζωής. Πώς να καταλάβει ένας πλούσιος τον συνάνθρωπό του;

Το κατέγραψα, αλλά σκέφτοµαι αυτό που είχατε πει ότι ήσασταν δυστυχής ως πλούσιος.

Είναι αλήθεια. Είχα καβαλήσει ένα καλάµι ή υπέθετα ότι το ’χα καβαλήσει και δεν το διέκρινα. Η επιτυχία µπορεί να σου φέρει τόσο πολλά προβλήµατα που µπορείς να χάσεις τον εαυτό σου. Ίσως το χειρότερο πράγµα είναι η επιτυχία, αφού θέλει σωστή διαχείριση. Μη φεύγεις απ’ τον άνθρωπο, αγάπα τον πλησίον σου, τον αναξιοπαθούντα. Τι άλλο ν’ αγαπήσεις; Τα σίδερα;

Απαντήστε µου, ποιοι σας πίστεψαν στο ξεκίνηµά σας;

Μη γελιόµαστε, µε βοήθησαν άνθρωποι και µένα. Στην πρώτη µου εταιρεία βρήκα µυστικό χαρτί που έγραφε για µένα: «Καταπληκτική φωνή, δεν πρόκειται για σκύλο». Στην πορεία µου φόρεσαν αυτή την ταµπέλα για να µε αποδοµήσουν, εγώ όµως δεν αποδοµήθηκα και ούτε θ’ αποδοµηθώ, εκτός κι αν το θελήσω.

Τι εννοείτε «µυστικό χαρτί»;

Είχα πάει το δισκάκι µου και τους είπα: «Παιδιά, αν θέλετε, κυκλοφορήστε το». Το άκουσαν και το χαρτάκι αυτό το άφησε η κυρία Λιάνα Μαλανδρενιώτη, η πρώτη παραγωγός µου. Η Λιάνα µού είπε να µην αλλάξω τ’ όνοµά µου, αν και κακόηχο. Μου έλεγε πως θα το µπερδεύουν, θα λένε Τρελέγκας ή Τερλέγκας και τελικά θα µαθευτώ. Μ’ αγαπούσε σαν παιδάκι η Λιάνα και το έβλεπα. Όταν µπήκα στο γραφείο της και είδα το δισκάκι µου µ’ έναν φάκελο, πονηρούλης εγώ, τον άνοιξα και διάβασα αυτό που σας είπα.

Η Λιάνα είχε στείλει το δισκάκι µου να το ακούσουν πέντε έξι άλλοι. Το ’χε πάρει σοβαρά. Αν δεν πάθαινε ζηµιές η γυναίκα, η Intersound, η εταιρεία της, θα υπήρχε ακόµη, αν και δεν υπάρχουν πια εταιρείες µετά την επέλαση της ψηφιακούρας.

Ποιους είχατε τραγουδιστικά πρότυπα όταν ήρθατε στην Αθήνα;

Μου άρεσε πάρα πολύ ο Μητσιάς, τον οποίο δεν έχω γνωρίσει ποτέ. Μεγάλη φωνή, βυζαντινή. Ισως από κει να κόλλησα µαζί του, ειδικά όταν είχε βγάλει το «Αχ, έρωτα» του Λόρκα και του Λεοντή. Είχα πάθει πλάκα και να φανταστείτε ότι τότε στο χωριό µου η µόνη κουλτούρα ήταν τα κλαρίνα. ∆εν ντρέποµαι γι’ αυτό. Όταν άκουσα τον Μητσιά περίµενα πότε θα µπει στο ραδιόφωνο το νέο διαφηµιστικό της εταιρείας του για να ενηµερωθώ. Το ίδιο και για τη Βιτάλη ή την Αλεξίου, τον Νταλάρα και τον Καζαντζίδη. Καλά, άσ’ τον τον Καζαντζίδη, ήταν τότε…

Παροπλισµένος;

Όχι, ίσα ίσα, θεός ήταν. Ο καθένας µας έχει τα δικά του, αλλά στον Καζαντζίδη σεβασµός. Εκεί σηκώνουµε τα χέρια ψηλά.

Τον είχατε γνωρίσει ποτέ;

Του είχα φιλήσει το χέρι. Ήταν τσακωµένοι πάλι µε τον Νικολόπουλο και εγώ είχα κλείσει το στούντιό του – ο Νικολόπουλος δεν το έδινε στον Καζαντζίδη. Είπε λοιπόν ο Καζαντζίδης: «Κοίτα να δεις που δεν µου δίνει στούντιο γιατί το ’χει δώσει σ’ ένα παλικάρι, τον Τερλέγκα». Το µαθαίνω εγώ απ’ τον ηχολήπτη και λέω: «∆εν µου το λέγατε, ρε παιδιά; Θα έπαιρνα άλλες ώρες, δεν χάλασε ο κόσµος». Αυτός το λέει µε τη σειρά του στον Καζαντζίδη, ο οποίος µε πιάνει µια µέρα: «Να σου πω, πιτσιρίκο, σ’ ευχαριστώ πάρα πολύ. Είσαι σπουδαίος άνθρωπος». «Εγώ σπουδαίος; Γιατί;» του κάνω και του φιλάω το χέρι.

Συγκινητικό.

Το ίδιο έκανα και σε µια τεράστια δηµοτική τραγουδίστρια, τη Φιλιώ Πυργάκη. Της φίλησα το χέρι, µ’ αγκάλιαζε και µου έλεγε: «Αγόρι µου, τι κάνεις;». Προσφάτως έγινε αυτό κιόλας. Η δε φωνή της, καµπάνα!

Είναι γνωστό ότι είχατε µεγάλη φιλία µε τον Μάνο Ελευθερίου.

Μα δεν µπορούσες να µην αγαπήσεις µια τέτοια µορφή. Λες το όνοµά του, φαντάζεσαι έναν ογκόλιθο και βλέπεις έναν άνθρωπο που κάθεται να φάει µαζί σου. Τον πήγαινα στο Μαρκόπουλο, σε έναν σταθµό εδώ πέρα, που έκανε εκποµπές. Είχαµε αναπτύξει µεγάλη φιλία, όπως και µε την Ιφιγένεια Γιαννοπούλου. Είχα πει τραγούδια του Χρήστου Νικολόπουλου τότε. Σπουδαίες συνεργασίες, δεν υποτιµώ όµως κανέναν άλλο συνάδελφο µουσικό, στιχουργό και συνθέτη.

Θεωρείτε ότι το τραγούδι ήταν µονόδροµος για σας;

∆εν ξέρω, πάντως από µικρό παιδί τέτοια βιώµατα είχα. Ο παππούς µου µία έψελνε και µία τραγουδούσε. Επειδή πολέµησε στη Μικρά Ασία τραγουδούσε µικρασιάτικα, τα οποία λάτρεψα. Ο πατέρας µου ήταν στον Γράµµο – Βίτσι, στην αντίσταση. Τα είχανε δει όλα αυτοί οι άνθρωποι, καταλαβαίνετε.

Από αριστερή οικογένεια, να υποθέσω.

∆ηµοκρατική, θα έλεγα, και σίγουρα αντιφασιστική, δεν το συζητώ. Από τα Καλάβρυτα είµαστε. ∆εν κατάλαβα, θα ’µαι ναζί; Κάθε φορά αντικρίζω 1.300 καντήλια – γεννήθηκα ανάµεσα Μεγάλο Σπήλαιο και Αγία Λαύρα όπου συνέβη η εκτέλεση. Ξέρετε τι τραγωδία συντελέστηκε στα Καλάβρυτα; Ασύλληπτη. Ποτάµι το αίµα.

Μόνο ο Καποδίστριας και ο Θανάσης Κλάρας (Άρης Βελουχιώτης) από τους πολιτικούς µπορώ να καταλάβω ότι ήταν Έλληνες. Μετά τους ήρωες του ’21, τον Κολοκοτρώνη, τον Καραϊσκάκη, τον Ανδρούτσο, όλοι διέπονται από κοτζαµπασισµό, εκεί έχουνε µείνει. Ποτέ δεν τους κατάλαβα, άντε λίγο τον Πλαστήρα.

Μιλάµε για πολιτική και δεν µπορώ να µη ζητήσω την άποψή σας για την καταδίκη της Χρυσής Αυγής.

Θες την αλήθεια µου; Ευτυχώς που το κάνανε αυτό. Είµαι ένας άνθρωπος που έχει βγάλει την κακή φήµη του θρησκόληπτου, ενώ απλώς πιστεύω στον Χριστό, στην αλήθεια. Είµαι χριστιανός ορθόδοξος, άσχετα αν είµαι καλός ή κακός µε τον θεό µου. Οι ναζί έχουνε φτάσει σε ακρότητες. Όλα γίνονται µε την ανοχή κάποιων, πίσω απ’ τις κλειστές κουρτίνες που εµείς βλέπουµε.

Πόσα τραγούδια έχετε τραγουδήσει;

∆ιακόσια να ’ναι; Έχω χάσει κι εγώ τον λογαριασµό.

Τα περισσότερα θα τα χαρακτηρίζαµε καψουροτράγουδα.

Εγώ την καψούρα δεν την υπηρέτησα ποτέ. Εγώ αγάπη µοιράζω, ρε παιδιά. Όταν θέλουµε να διακωµωδήσουµε τον έρωτα ή σωστότερα το συναίσθηµα της αγάπης, το βαφτίζουµε καψούρα, ντέρτι, καηµό. Λέει ο άλλος «έχω φάει φωτοβολίδα στο κεφάλι». Εντάξει, δεν είναι εκφράσεις αυτές τώρα. Πες ότι είσαι ερωτευµένος, ότι σε γουστάρω, σε θέλω. Φτάνει. Τι θα πει καψούρα; Το λέει κι η λέξη: προέρχεται απ’ το κάψιµο.

Μπορώ να σας διαβάσω στίχους από ένα ποίηµα του Νάνου Βαλαωρίτη και να µου τους σχολιάσετε; Λέγεται «Βιβλική σηµειολογία» και υποτίθεται ότι κάποιοι έχουν «στριµώξει» ένα κορίτσι. ∆ιαβάζω: «Αλλά εκείνη κάνοντας το σταυρό της, παρεδόθη ψιθυρίζοντας: “συγχώρεσέ µε, θεέ µου, επειδή αµαρτάνω οικειοθελώς µε αυτούς, µε αυτά τα κτήνη που ωστόσο µ’ ερεθίζουν τόσο, τι να πω –ντρέποµαι να τ’ οµολογήσω– είµαι πολύ αναστατωµένη, τους θέλω διακαώς, τους λαχταρώ κι ας είναι εκείνοι που είναι άγγελοι εξ ουρανού αποδιωγµένοι».

(ακούει µε προσοχή και στο τέλος δείχνει βουρκωµένος) Τώρα µου κάνεις ψυχανάλυση και το βλέπω. Έτσι όπως το άκουσα, καθορίζει απόλυτα την ανθρώπινη φύση. Με συγκίνησε ο Βαλαωρίτης γιατί λέει µια αλήθεια που εγώ την αντιλαµβάνοµαι µε τον δικό µου τρόπο. Η γυναίκα κόβεται στα δύο – και θέλει και δεν θέλει. Το ένα είναι η ηθική της και τ’ άλλο η ανθρώπινη υπόστασή της, άρα έχουµε µια φυσιολογία. Αποδίδει θεϊκή ιδιότητα στους διώκτες της, αλλά στην πραγµατικότητα τους γουστάρει. Συγγνώµη, αλλά είναι σαν να λέει ο Βαλαωρίτης πως αν δεν µπορείς να αποφύγεις έναν βιασµό, απόλαυσέ τον.

∆εν φοβάστε µη σας πουν σεξιστή;

Ας µε πουν και σεξιστή και τροτσκιστή και ό,τι θέλουν. Οµοφοβικό µη µε βγάλεις µόνο, όπως µ’ έχουν βγάλει. Συγγνώµη ζήτησα µόνο για µία απρεπή φράση, ότι δεν γουστάρω να τον παίρνει ο γιος µου. Ο οµοφυλόφιλος είναι παιδί του θεού κι αυτός, όλοι κάτω απ’ τη γη προερχόµαστε, απ’ τη δηµιουργία. Εγώ είπα ότι δεν θα έφευγα και πολύ χαρούµενος απ’ αυτό τον κόσµο αν ο γιος µου γινόταν οµοφυλόφιλος. Θα τον στήριζα; Βεβαίως και θα τον στήριζα και το είπα. Ασε το άλλο, ότι κατέβηκε ο θεός και µου έφτιαξε το λάστιχο.

Με αυτό είχα πεθάνει στο γέλιο, το οµολογώ.

Μοιάζω για τρελός; Είπα το εξής: επειδή δεν το ’χω πολύ µε το αυτοκίνητο, µια φορά δεν θεώρησα τυχαίο ότι βρέθηκε ένας µες στο σκοτάδι και µου έφτιαξε το αυτοκίνητο. Κατέβηκε απ’ το αυτοκίνητό του, αυτό έφυγε µε τον οδηγό του και τον άφησε εκεί, µε αναγνώρισε, φόραγε µια κουκούλα, µου άλλαξε στο τσακ µπαµ τη ρεζέρβα και µου είπε: «Για καλό έγινε, παλικάρι µου, µη στενοχωριέσαι. Μπορεί παρακάτω να έπεφτες κάπου». Γυρνάω να του πω «δίκιο έχεις» και χάθηκε µες στο σκοτάδι, κάπου στον Κόκκινο Μύλο. Επαναλαµβάνω, δεν το θεωρώ τυχαίο, ποτέ δεν είπα όµως ότι κατέβηκε ο θεός και µου έφτιαξε το λάστιχο. Είναι δυνατόν; Ελεος! Για ποια δηµοκρατία και ισονοµία πολιτών µιλάµε µετά; Πληρώνω φόρους στον τόπο µου και απαιτώ να µη µε χλευάζει κανείς, όπως δεν χλευάζω κι εγώ κανέναν.

Πέρα από την αγανάκτησή σας, αυτό ήταν κοµµατάκι αστείο, σε αντίθεση µε τα άλλα περί οµοφυλοφιλίας.

Ξέρετε ότι το βράδυ στο µαγαζί όπου τραγούδαγα ήρθαν και µ’ έπιασαν καµιά τριανταριά φίλοι µου καλοί, όλοι οµοφυλόφιλοι; «Είναι τρελοί οι άνθρωποι, εσένα λένε οµοφοβικό;» µε ρώταγαν. Για τα παιδιά µου όµως έχω το δικαίωµα να λέω την άποψή µου. Μέχρι να πάνε 18 χρόνων.

Το πρόβληµα ξεκινάει από το ότι θεωρείτε την οµοφυλοφιλία κάτι κακό, µεµπτό.

∆εν επιβάλλω τίποτε, είπα απλώς τι θα ήθελα για τα παιδιά µου. Κι εκεί πάνω πέταξα τη φράση, για την οποία απολογήθηκα.

Και την άλλη µέρα σας στόλισαν από οµοφοβικό έως φασίστα.

Φασίστα; Γιατί;

Λόγω µη ανοχής στη διαφορετικότητα.

Ξέρουν όλοι αυτοί τι έχω κάνει εγώ υπέρ των διαφορετικών ανθρώπων; Κανείς δεν ξέρει! Μία από τις µεγαλύτερες Ελληνίδες συγγραφείς, την Ιωάννα Καρυστιάνη, τη γνωρίζεις;

Φυσικά.

Εχεις διαβάσει τον «Αγιο της µοναξιάς» που αναφέρεται στον Τερλέγκα; Για µένα το έγραψε και για το λαϊκό τραγούδι µέσα από τη µυθοπλασία. Μπεστ σέλερ, πήγα και πήρα πέντε έξι βιβλία και δεν µου έµεινε κανένα, τα έδωσα σε φίλους. Ποτέ δεν την έχω γνωρίσει, ξέρω όµως ότι ο «Αγιος της µοναξιάς» σ’ εµένα αναφέρεται. Γιατί έγραψε για µένα η γυναίκα αυτή; Με τα στραβά µου, µε τα κακά µου, µε τους καπνούς, µε τα µπουζούκια, µε όλα αυτά.

Μόλις µου περιγράψατε έναν ολόκληρο κόσµο, του σκυλάδικου, σχολείο για κάποιους.

Εµένα σχολείο µου ήταν το πανηγύρι. Εκεί τραγουδάµε, δεν παίζουµε, όπως κι εδώ µε τα αναλογικά. Είσαι στοναριστός, κρυωµένος, φαλτσάρεις λιγάκι; Καλύτερα να µη γράψεις. ∆ιαφορετικά, κάνω τραγουδίστρια και τη θεια µου Νικολάκαινα απ’ το χωριό.

Αλήθεια είναι πως είστε ο τελευταίος της χρυσής εποχής του λεγόµενου «σκυλάδικου».

Εµένα τα δηµοτικά είναι το φόρτε µου. Βάλε ν’ ακούσεις την «Ανθολογία Νο 1». Χρησιµοποίησα όργανα αλά παλαιά: τουµπελέκι, κιθάρα, µπάσο για χαµηλές, λαούτο, βιολί, κλαρίνο, φωνή. Τέλος. Για οχτώ εβδοµάδες ήµουν µέσα στα πέντε πρώτα.

Είστε ευχαριστηµένος µε τη µέχρι τώρα ζωή σας;

Οχι, γιατί µ’ έχει καταπονήσει η κακεντρέχεια των ανθρώπων – εκβάλλει από µέσα τους ο δαίµονας και όχι ο άγγελος. ∆έχοµαι συνέχεια επιθέσεις.

Σε καλλιτεχνικό ή σε προσωπικό επίπεδο;

Σε καλλιτεχνικό, τι άλλο; Σε προσωπικό µε λένε οµοφοβικό, φασίστα, σεξιστή και ό,τι άλλο είπαµε. Είναι, όµως, που ακόµη δεν έχω τελειώσει και µε το όνειρό µου.

Τελειώνει ποτέ το όνειρο;

Ναι, έρχεται η µέρα που ξυπνάς και διαλέγεις τον παράδεισο ή την κόλαση.

Documento Newsletter