Μία συνομιλία για τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία με αφορμή το νέο βιβλίο του συγγραφέα.
Το νέο βιβλίο του Βαγγέλη Ραπτόπουλου «Ο άνθρωπος που έκαψε την Ελλάδα» κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Eκδόσεις Κέδρος. Ο ήρωας είναι ένας άνεργος δημοσιογράφος που εγκαταλείπει την οικογένειά του και ζει στους δρόμους της Αθήνας. Ο θυμός και τα καταπιεσμένα συναισθήματα ξυπνάνε μέσα του την ικανότητα της πυρογένεσης, την οποία κατέχει εκ γενετής, με αποτέλεσμα την πυροδότηση μιας πολύνεκρης λαϊκής εξέγερσης. Το βιβλίο είναι γραμμένο με τη μορφή επιστολών και ντοκουμέντων που καταγράφουν το χρονικό. Με αφορμή την πρόσφατη κυκλοφορία του μυθιστορήματος συναντηθήκαμε με τον συγγραφέα για μια συζήτηση πάνω στις αλλαγές που βιώσαμε όλοι τα τελευταία χρόνια.
Φανερά επηρεασμένος από τα γεγονότα στην Αθήνα το 2008 λέει: «Εκείνη τη χρονιά πέθανε ο πατέρας μου που έπασχε από άνοια. Τον έχασα κατά τη διάρκεια των ταραχών που είχαν ξεσπάσει με αφορμή τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου. Παρακολουθώντας όλο αυτό ένιωθα ότι επρόκειτο για παρατεταμένη εξέγερση που ακόμη δεν έχει αναλυθεί όσο θα έπρεπε. Όπως και με την περίπτωση των αγανακτισμένων, ήταν μια αντίδραση που εντέλει έφερε πολύ μεγάλες αλλαγές στην κοινωνία».
Ο συγγραφέας θυμάται ότι η καθημερινή αίσθηση ήταν μια ασταμάτητη εξεγερτική κατάσταση που δεν είχε ξαναζήσει τόσο έντονα και παρατεταμένα. «Κάποτε ήταν μικρές ομάδες αναρχικών στα Εξάρχεια, αλλά αυτό απλωνόταν σε όλη την Αθήνα, τετράγωνα επί τετραγώνων. Ξεκίναγε από το Σύνταγμα και έφτανε στο Πολυτεχνείο. Νομίζω ότι εκ των υστέρων αποδείχτηκε ότι ήταν η αρχή του φόβου για την επερχόμενη κρίση και άλλων αλλαγών που ακολούθησαν».
Συζητάμε για τον ήρωά του, τον Δημήτρη Αποστολάκη, και την υπερφυσική του ικανότητα της πυρογένεσης. Η έμπνευση ήρθε από τη λογοτεχνία του φανταστικού που στην Ελλάδα ακόμη θεωρείται παραλογοτεχνία. «Συντηρούμε μια παρωχημένη κατάσταση στην Ελλάδα ακολουθώντας πρότυπα υψηλής τέχνης» λέει.
«Όλα είναι τόσο στρατευμένα, τόσο πολωμένα»
Μια από τις βασικές επιδιώξεις του συγγραφέα με αυτό το βιβλίο είναι να σατιρίσει τον ψηφιακό κόσμο. «Είναι από τα βασικά στοιχεία που το κάνουν μαύρη κωμωδία. Ποτέ άλλοτε δεν είχα τόσο μεγάλη ανάγκη για πληροφόρηση όπως ταυτόχρονα ποτέ άλλοτε δεν είχα τέτοια δυσπιστία στα μέσα ενημέρωσης. Νιώθω ότι είναι τέτοιο το παιχνίδι που όσο ο δεξιός θα βγει να μιλήσει για Σοβιετία άλλο τόσο και ο συριζαίος δεν θα βγει να μιλήσει για τα στραβά που βλέπει στο οικόπεδό του. Καταλαβαίνεις λοιπόν ότι είναι όλα τόσο στρατευμένα, τόσο πολωμένα. Δεν λέω ότι αυτό συμβαίνει με στόχο την κατασκευή fake news αλλά ότι όσο μεγαλύτερη ανάγκη έχουμε να καταλάβουμε την αλήθεια τόσο πιο σχετικά εμφανίζονται τα πράγματα. Τα πάντα τίθενται υπό αμφισβήτηση».
Συζητάμε για τα στάδια της οικονομικής κρίσης, τις απότομες αλλαγές που είδαμε όλοι στη ζωή μας και πώς αυτό καταγράφεται στο βιβλίο του. «Προσπάθησα να μιλήσω για όλα αυτά που έβλεπα γύρω μου. Τις αλλαγές στις οικογενειακές, τις φιλικές και τις εργασιακές σχέσεις. Αυτό είχε αποτέλεσμα να μην υπάρχει καμία συνέπεια στο τι λένε οι άνθρωποι. Ακριβώς αυτό περιγράφει το βιβλίο. Από κεφάλαιο σε κεφάλαιο οι ήρωες άλλα λένε, άλλα κάνουν και όλα χωράνε. Όλοι έχουμε δει και βιώσει τέτοιες παρανοϊκές μεταλλάξεις».
Η ιδέα της εξέγερσης διαπερνά όλο το μυθιστόρημα. Πώς θα γινόταν σήμερα μια αποτελεσματική εξέγερση; «Ιδέα δεν έχω. Νομίζω κανείς δεν γνωρίζει αυτήν τη στιγμή. Πάντως η ιδέα μιας εξέγερσης κατάντησε να φαντάζει η αντίδραση ενός ψυχωτικού, ενός ψεκασμένου που λέει διάφορα παρανοϊκά. Όταν πρωτοαποφάσισα ότι θα γράψω αυτό το βιβλίο δεν έλεγα τίποτε, δεν το συζητούσα με κανέναν γιατί δεν ήθελα να με αποθαρρύνουν. Πού να καθόμουν να εξηγώ τι είναι η πυρογένεση». Ο κεντρικός ήρωας που είναι πυρογενετικός είναι ένας χαρακτήρας στο μεταίχμιο τραγωδίας και κωμωδίας. «Ο πυρογενετικός στην περίπτωσή μας είναι ένας Δον Κιχώτης, ένας γελοίος ήρωας, σαν συνέχεια αυτών που ζει. Το βιβλίο πέρα από το δραματικό του πράγματος αποτελεί μια γελοιωδία. Ζούμε γελοία πράγματα. Είμαστε μια χώρα επιρρεπής στη γελοιότητα».
Μεγάλο μέρος του μυθιστορήματος αφορά την περιγραφή των αστέγων της Αθήνας. «Ο άστεγος είναι η μεγάλη πληγή της κρίσης. Είναι η αιχμή του δόρατος για μια κοινωνία που έχει πάνω από 90% ιδιοκατοίκηση, που όλοι οι θεσμοί της είναι εισαγωγής και υπολειτουργούν, εκτός από την οικογένεια – με όλα της τα προβλήματα. Το να μην έχεις κεραμίδι πάνω από το κεφάλι σου σε αυτήν τη χώρα είναι ο υπέρτατος εφιάλτης». Οι περιγραφές της ζωής των αστέγων είναι τόσο αληθοφανείς που φαίνεται σαν να τις έχει ζήσει από πολύ κοντά. «Από το 2013 και για δύο χρόνια κατέβαινα κάθε μέρα στο Κόκκινο για να κάνω την εκπομπή. Στη διαδρομή συναντούσα στρατιές αστέγων από την Ερμού μέχρι του Ψυρρή και το Θησείο. Τους έβλεπα να προσπαθούν να κοιμηθούν έξω με τον καύσωνα ή με το πολύ κρύο και σκεφτόμουν πώς είναι δυνατόν. Από τη μικρή έρευνα που έκανα κατάλαβα ότι πάντα υπήρχε ένα ποσοστό αστέγων, όπως σε όλες τις μεγαλουπόλεις. Αυτό αυξήθηκε σε τρομακτικό βαθμό στα χρόνια που συζητάμε. Από το 2015 και μετά πάντως φαίνεται να μειώθηκε».
Info
Το βιβλίο του Βαγγέλη Ραπτόπουλου «Ο άνθρωπος που έκαψε την Ελλάδα» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κέδρος. Πριν από λίγες μέρες κυκλοφόρησε η Β΄ έκδοση του βιβλίου του «Λίγη ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας» (Εκδόσεις Γαβριηλίδης)