Για λανθασμένη εκτίμηση της κατάστασης με βαριές επιπτώσεις, κάνει λόγο στο πόρισμά της το οποίο παρουσίασε σήμερα το μεσημέρι στο Ίνσμπρουκ, η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για τη διερεύνηση της υπόθεσης των μολύνσεων τουριστών από κορονοϊό στο χειμερινό θέρετρο Ίσγκλ, στο αυστριακό ομόσπονδο κρατίδιο του Τιρόλου, που είχε γίνει πρωτοσέλιδη είδηση σε όλο τον κόσμο τον περασμένο Μάρτιο.
Κατά την παρουσίαση του πορίσματος, ο πρόεδρος της Επιτροπής Ρόναλντ Ρόρερ επισήμανε, σε σχέση με τη διαχείριση της κρίσης του κορονοϊού στο Τιρόλο, ότι η διακοπή της λειτουργίας στις πίστες του σκι μόλις την 12η Μαρτίου υπήρξε “από επιδημιολογική άποψη” λάθος.
Ο ίδιος ανέφερε πως μέσα στους τελευταίους μήνες 53 πρόσωπα κατέθεσαν στην Επιτροπή, η οποία είχε επίσης πρόσβαση σε 5.798 σελίδες εγγράφων, και σκοπός του τωρινού πορίσματός της είναι από τα λάθη του παρελθόντος να εξαχθούν διδάγματα για το μέλλον.
Στο πόρισμά της, η Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων καταλήγει στο συμπέρασμα ότι όλες οι αποφάσεις είχαν ληφθεί τότε από τους υπεύθυνους με δική τους πρωτοβουλία και χωρίς την πίεση τρίτων. Σύμφωνα με την Επιτροπή, συχνά έπρεπε να αντιμετωπίσουν μεγάλο αριθμό εργασιών υπό μεγάλη πίεση χρόνου, σε μια άνευ προηγουμένου κατάσταση κρίσης, και σε μια περιοχή (στο Λάντεκ) υπήρξαν “λανθασμένες εκτιμήσεις με βαριές επιπτώσεις”.
Αφού έγιναν γνωστές οι μολύνσεις των επαναπατριζόμενων Ισλανδών επισκεπτών από το Ίσγκλ, οι υπεύθυνοι της Περιφερειακής Αρχής του Λάντεκ αντέδρασαν “αμέσως” με εκτεταμένα τεστ και ιχνηλάτηση επαφών, αναφέρεται στο πόρισμα, το οποίο ωστόσο παρατηρεί πως από τις 8 Μαρτίου μία σωστή αξιολόγηση της πορείας της μόλυνσης θα οδηγούσε στο κλείσιμο του συγκεκριμένου μπαρ στο Ίσγκλ εκείνη την ημέρα.
Την επομένη, 9 Μαρτίου, έπρεπε να αποφασιστεί ο τερματισμός της λειτουργίας του τελεφερίκ και του λεωφορείου σκι (ski bus), το κλείσιμο όλων των μπαρ “après-ski” και η απαγόρευση συγκεντρώσεων ανθρώπων, και το γεγονός ότι η λειτουργία στις πίστες του σκι διακόπηκε μόλις στις 12 Μαρτίου ήταν λάθος “από επιδημιολογική άποψη”.
Η Επιτροπή περιγράφει το τέλος της περιόδου σκι για όλες τις περιοχές του Τιρόλου στις 14 και 15 Μαρτίου ως σωστή και κατάλληλη, ενώ χαρακτηρίζει “εσφαλμένη” την ενημέρωση στις 5 και 8 Μαρτίου από τις ομόσπονδες αρχές του Τιρόλου ότι μια μόλυνση στο Τιρόλο ήταν “απίθανη”, ενημέρωση που τότε είχε ληφθεί σοβαρά υπόψη από τις τουριστικές επιχειρήσεις και τους επισκέπτες.
Η Επιτροπή ασκεί κριτική στο γεγονός ότι ο ομοσπονδιακός καγκελάριος της Αυστρίας Σεμπάστιαν Κουρτς επέβαλε την καραντίνα στην κοιλάδα Πάτσναουν και στο Σανκτ ‘Αντον αιφνίδια και χωρίς να εξεταστεί η απαραίτητη ουσιαστική προετοιμασία για να υπάρξει ελεγχόμενη διαχείριση των αναχωρήσεων, καθώς οι τουριστικές επιχειρήσεις θα έπρεπε να είχαν ενημερωθεί ότι οι επισκέπτες δεν μπορούν να φύγουν αμέσως, αλλά κλιμακωτά και ελεγχόμενα το Σαββατοκύριακο.
Σε αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή αναφέρεται επίσης σε μία “παραπλανητική ανακοίνωση” του ομοσπονδιακού καγκελάριου, στην οποία ο ίδιος δήλωνε ότι οι κάτοικοι του Πάτσναουν, οι Αυστριακοί επισκέπτες και οι εργαζόμενοι στον τουρισμό θα είχαν πολύ καλή φροντίδα ότι σε 14 ημέρες θα μπορούσαν να συνεχίσουν την κανονική τους ζωή.
Όπως παρατηρεί η Επιτροπή, ήταν ένα σφάλμα επικοινωνίας, που το ζήτημα καραντίνας δεν είχε διευκρινιστεί εκ των προτέρων με τη συμμετοχή της Περιφερειακής Αρχής του Λάντεκ, και εκείνη η ανακοίνωση του ομοσπονδιακού καγκελάριου προκάλεσε πανικό στους ξένους επισκέπτες και υπαλλήλους, με τους επισκέπτες να φεύγουν βιαστικά από τα δωμάτια του ξενοδοχείου τους και να τρέχουν στα αυτοκίνητά τους φορώντας τις μπότες του σκι.
Στο πόρισμα ασκείται κριτική και στο αυστριακό υπουργείο Υγείας, το οποίο, όπως επισημαίνεται, δεν έχει δημοσιεύσει το αναθεωρημένο σχέδιο πανδημίας, καθώς “ο ξεπερασμένος νόμος επιδημίας του 1950” δεν εξετάστηκε ούτε για την εφαρμοσιμότητα του σε τουριστικές περιοχές, ούτε ο νόμος προσαρμόστηκε εγκαίρως στις συνθήκες της σημερινής κινητικότητας, έχοντας ως αποτέλεσμα, οι περιφερειακές διοικητικές αρχές να μην υποστηριχθούν στη λήψη αποφάσεών τους και να παρεμποδιστεί η απαραίτητη ταχεία επέμβαση.
Σε σχέση με τις λοιμώξεις τουριστών με το SARS-CoV-2 στο χειμερινό θέρετρο Ίσγκλ, η Αυστριακή Ένωση Προστασίας Καταναλωτών είχε καταθέσει στα τέλη Σεπτεμβρίου στο Περιφερειακό Δικαστήριο της Βιέννης για αστικές υποθέσεις, τις πρώτες τέσσερις επίσημες αγωγές ευθύνης από θύματα Covid-19.
Όπως είχε ανακοινώσει ο πρόεδρός της Πέτερ Κόλμπα, η Ένωση θα εκπροσωπήσει αρχικά 1.000 θύματα σε νομικές διαδικασίες ενώ συνολικά 6.000 άνθρωποι από 45 χώρες ανέφεραν ότι μολύνθηκαν από τον κορονοϊό κατά τη διάρκεια των διακοπών τους στο Ίσγκλ.
Οι πρώτες περιπτώσεις κορονοϊού στο Ίσγκλ έγιναν γνωστές στις αρχές Μαρτίου και φέρονταν να είχαν συμβεί κυρίως σε μπαρ, με την Ένωση Καταναλωτών να κατηγορεί τις τοπικές αρχές του Τιρόλου και τους υπεύθυνους πολιτικούς σε ομοσπονδιακό επίπεδο, για σοβαρά σφάλματα στη διαχείριση πανδημίας στις περιοχές σκι του κρατιδίου τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο του 2020.
Το Ίσγκλ θεωρείται το σημείο “μηδέν” για την εξάπλωση του κορονοϊού στην Αυστρία και σε περιοχές της Ευρώπης, και σύμφωνα με παλαιότερες ανακοινώσεις από τις αυστριακές αρχές, το 40% όλων των εγχώριων μολύνσεων αποδίδονταν στο Ίσγκλ, ενώ και πολλοί Γερμανοί τουρίστες πιστεύουν επίσης ότι έχουν μολυνθεί εκεί.
Η κοιλάδα Πάτσναουν, όπου βρίσκεται και το Ίσγκλ, τέθηκε σε καραντίνα στις 13 Μαρτίου, αλλά κατά την άποψη των επικριτών και των ανθρώπων που είχαν ασθενήσει, αυτό το βήμα θα έπρεπε να είχε γίνει νωρίτερα.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ